Πεθύμησα να ζήσω με ανθρώπους
που να έχουν θάλασσα μυαλό
και σκέψη μακρινόν ορίζοντα.
Να είναι η καρδιά τους ουρανός,
ανέφελος όμως,
που μπορεί και αγκαλιάζει τα πάντα.
Έστω αυτά τα γήινα.
Να χάνεται εκεί πάνω η ψυχή
παίζοντας κρυφτούλι με τα σύννεφα…
Κι ύστερα σαν μικρός
βοσκός να τα βγάζει πέρα στην άκρια,
να ξεθυμώσουν μακριά.
Δυο μάτια κεχριμπάρια λάμπουν
κι ο χρόνος είναι φίλος.
Έπαψε να μας κυνηγά.
Πεθύμησα να ζήσω με τέτοιους ανθρώπους,
που τα ροζιασμένα χέρια τους χαράσσουν το τοπίο.
Γίνονται χάρτης κι οδηγός για να περιπλανάσαι,
δίχως να χαθείς,
σαν θες να μείνεις μόνος.
Ανθρώπους με ρυτίδες και σκαμμένα,
λαξευμένα όνειρα, ακέραια,
να τ ακολουθούν.
Εκείνους που μιλούν όταν χρειάζεται
γιατί έχουν πιο πολλά
με την σιωπή τους να μας πουν.
Όσους η αγκαλιά τους είναι πάντα ανοικτή,
ουράνιο τόξο να χρωματίζει
τις ανάγκες των δυσκολεμένων.
Το χαμόγελο στους ανθρώπους,
είναι η πύλη,
για να βλέπεις την ψυχή τους.
Και το δικό τους είναι πάντα λαμπερό.
Αυτούς που η ματιά τους είναι
βάλσαμο στους γλυκόπικρους στεναγμούς.
Πεθύμησα να ζήσω με ανθρώπους
που η φωνή τους είναι χάδι,
λίκνισμα ήχων,
παιχνίδισμα των δελφινιών πάνω στο κύμα,
για να νανουρίζει τις παιδικές μας αναμνήσεις.
Με όσους τα λουλούδια ξανανθίζουν.
Πεθύμησα να ζήσω με ανθρώπους
που δεν θα έχουν γυρτούς ώμους,
σφιγμένα στομάχια,
σώματα ταλαιπωρημένα από της αγωνίας τον κλοιό.
Η φθορά των μίζερων συναισθημάτων
να μην τους έχει ακουμπήσει.
Φτωχό αναθρεμμένοι, λιτοί, απέριττοι.
Νοιώθουν ευγνωμοσύνη και σεβασμό για ό,τι έρχεται.
Γι αυτό που τους συμβαίνει.
Δίχως ολοφυρμούς και κροκοδείλια δάκρυα,
μηδέ παράπονο και στεναγμούς.
Χωρίς φιοριτούρες και μάσκες που επικαλύπτουν
την μοναξιά της κενότητας.
Αρμονικοί με τον χώρο
που μέσα στην αγριάδα του προβάλλει την ομορφιά.
Ανθρώπους που όταν λένε Έρωτας
τρέμουν σύγκορμοι από την ταραχή.
Γιατί αυτό τους τρέφει.
Μ αυτό υπάρχουν κι έτσι μόνο μπορούν να ζουν.
Σαν βλέπουν κάθε τι που κάνουν με έρωτα.
Σαν είναι Έρωτας μ αυτό που θα πιαστούν.
Μηδέ φονιάς, μα ούτε φονικό.
Εκείνους που τους εμπνέει αυτό που έχουν μέσα τους.
Δεν τους καταστρέφει.
Πεθύμησα να ζήσω με ανθρώπους
που δεν θέλουν να δείχνουν
τίποτα περισσότερο,
από αυτό που είναι.
Μια απειροελάχιστη ακέραια στιγμή,
που μαζί με τις υπόλοιπες,
συνθέτουν αυτό που
βλέπουμε, ακούμε κι αισθανόμαστε…
Νικόλας Μερτζανίδης