Κόσμος

Ο ρομαντικός Φρανσουά Τριφό, το αναμορφωτήριο, οι απόπειρες αυτοκτονίας και η νουβέλ βαγκ

Είναι από τις περιπτώσεις που ο κινηματογράφος δεν τον έκανε απλώς διάσημο και σημείο αναφοράς για τη νουβέλ βαγκ, αλλά πραγματικά του έσωσε τη ζωή. Ο Φρανσουά Τριφό είναι ένα τέκνο του σινεμά. Χωρίς να γνωρίσει τον πραγματικό του πατέρα, ζώντας την παιδική του ηλικία αποξενωμένος από την οικογένειά του, με αρκετά προβλήματα, σε μία κακόφημη περιοχή του Παρισιού, είχε ως μοναδική διέξοδο τη σκοτεινή κινηματογραφική αίθουσα.

Η αγάπη του για το σινεμά και ειδικότερα για τον κλασικό αμερικάνικο κινηματογράφο μετετράπη σε πάθος, εμμονή. Ήθελε να βλέπει τουλάχιστον τρεις ταινίες την ημέρα, κρατώντας σημειώσεις και φτιάχνοντας από την εφηβική του ηλικία το δικό του σύμπαν που συμβάδιζε με τον κινηματογράφο. Δεν τον πτόησε ούτε ο εγκλεισμός του στο αναμορφωτήριο, ούτε η ψυχολογική του αστάθεια που θα φέρει και δύο απόπειρες αυτοκτονίας. Η μαγεία του σινεμά θα του φωτίσει το δρόμο που θα τον απομακρύνει από τους δαίμονές του και με τη βοήθεια του θεωρητικού Αντρέ Μπαζέν θα μπει στο κινηματογραφικό κύκλωμα. Αρχικά ως κριτικός των περίφημων Cahiers du cinema και στη συνέχεια ως σκηνοθέτης, ανοίγοντας τον τεράστιο κύκλο του “Νέου Κύματος”, μαζί με τον Ζακ Λικ Γκοντάρ, αλλά και τους Ερίκ Ρομέρ, Κλοντ Σαμπρόλ και Ανιές Βαρντά.

Αν ζούσε σήμερα ο Φρανσουά Τριφό, θα γινόταν 92 χρόνων (γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου του 1932), δηλαδή δυο χρόνια μικρότερος από τον Γκοντάρ, που συνεχίζει ακόμη και σήμερα να δημιουργεί, να πειραματίζεται, να αφυπνίζει, να μιλά για τα εγκλήματα του δυτικού “πολιτισμού”. Όμως, ο Τριφό, αυτός ο ονειροπόλος ρομαντικός, δεν πρόλαβε να ζήσει τις τελευταίες δεκαετίες που προμηνύουν ένα δυστοπικό μέλλον. Η ζωή του κόπηκε απότομα πάνω στην καλλιτεχνική του ακμή, σε ηλικία 52 ετών, τον Οκτώβριο του 1984.

Κακόφημοι δρόμοι

Ο Φρανσουά Τριφό γεννήθηκε στο Παρίσι, χωρίς να γνωρίσει πατέρα και με τη μητέρα του Ζανίν να παντρεύεται τον Ρολάντ Τριφό, που δέχθηκε να τον υιοθετήσει. Έζησε πολλά χρόνια με τη γιαγιά του και με διάφορες νταντάδες. Έζησε τα μικράτα του κυρίως στους δρόμους της κακόφημης περιοχής όπου διέμενε, ενώ μοναδική του διέξοδος ήταν το σινεμά. Χωρίς ιδιαίτερη εκτίμηση στους γονείς του, που λάτρευαν την ορειβασία, κάτι αδιανόητο για τον ίδιο, θα αρχίσει να βλέπει μανιωδώς ταινίες, φτάνοντας τις 4.000 μέχρι τα 19 του χρόνια. Έφηβος θα κλέψει τη γραφομηχανή ενός θείου του, για να χρηματοδοτήσει μία κινηματογραφική λέσχη για τους φίλους του. Αυτό θα εξαγριώσει τον πατριό του, ο οποίος θα τον κλείσει στο αναμορφωτήριο για έξι μήνες!

Από το αναμορφωτήριο στη Σαϊγκόν

Στο αναμορφωτήριο θα συνεχίσει να μελετά τον κινηματογράφο, ενώ οι ιθύνοντες του ιδρύματος διέγνωσαν “ψυχοκινητική αστάθεια” και μετά από λίγο διαπίστωσαν ότι αυτό οφείλεται στο προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον και για την ακρίβεια στην έλλειψη ενδιαφέροντος και αγάπης προς το πρόσωπό του. Σε ηλικία 18 χρόνων, θα επιχειρήσει να αυτοκτονήσει με 23 χαρακιές στο χέρι του. Θα γλυτώσει από θαύμα. Για να έρθει ακόμη μία παράλογη επιλογή. Θα καταταχθεί στο στρατό και θα σταλεί στη Σαϊγκόν, όπου η αποικιοκρατική Γαλλία έβγαζε όλο το μένος της. Σύντομα θα καταλάβει το λάθος του και θα λιποτακτήσει, για να συλληφθεί και να μπει στη φυλακή. Θα εκδιωχθεί από το στράτευμα ως “ασταθής χαρακτήρας”, θα επιστρέψει στο Παρίσι, αλλά βλέποντας ότι όλα παραμένουν ίδια θα επιχειρήσει για δεύτερη φορά να αυτοκτονήσει. Ευτυχώς χωρίς επιτυχία.

Κινηματογραφική τρέλα και ο Μπαζέν

Ένας από τους γιατρούς που τον κουράριζαν γνώριζε τον θεωρητικό του κινηματογράφου Αντρέ Μπαζέν και θα τον φέρει σε επαφή μαζί του, γνωρίζοντας την τρέλα του Τριφό για το σινεμά. Ο Μπαζέν θα του δώσει την ευκαιρία να γράψει κριτικές στο Cahiers du cinema και να διακριθεί για την εμβρίθεια και την καυστικότητα των κειμένων του. Εκεί θα γνωριστεί και με τα άλλα τρομερά παιδιά του “Νέου Κύματος” και θα καταλάβει ότι το επόμενο βήμα που έπρεπε να κάνει ήταν η σκηνοθεσία. Έτσι μετά από ένα μικρού μήκους φιλμ, ο Τριφό, στα τέλη της δεκαετίας του ’50 θα μας προσφέρει την πρώτη του ταινία, τα “Τετρακόσια Χτυπήματα”, στην οποία υπάρχουν αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς παρακολουθούμε ένα αγόρι, που μέσα από συνεχείς συγκρούσεις με το περιβάλλον του, προσπαθεί να δραπετεύσει, να ενηλικιωθεί με τα δικά του θέλω. Το όνομά του θα μπει θριαμβευτικά στον χάρτη του σινεμά, καθώς με τα “Τετρακόσια Χτυπήματα” θα κερδίσει το Βραβείο Σκηνοθεσίας στις Κάννες. Με κεντρικό ήρωα τον νεαρό Αντουάν, το κινηματογραφικό άλτερ έγκο τού σκηνοθέτη, θα μας γνωρίσει καλύτερα τον δικό του κόσμο, σε ακόμη τέσσερις ταινίες “Ο Έρωτας στα Είκοσι” (1962), “Κλεμμένα Φιλιά” (1968), “Παράνομο Κρεβάτι” (1970) και “Η Αγάπη το Βάζει στα Πόδια” (1979).

Ουφολόγος…

Η πορεία του θα είναι αξιοπρόσεκτη, καθώς ο Τριφό, ακόμη και όταν καταξιώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του γαλλικού σινεμά, σκηνοθετώντας τα σημαντικά φιλμ “Ζιλ και Τζιμ”, “Φαρενάιτ 451”, “Αμερικάνικη Νύχτα”, γράφοντας σενάρια, συμμετέχοντας σε παραγωγές και παίζοντας τον Γάλλο ουφολόγο στο εξαιρετικό φιλμ επιστημονικής φαντασίας του Σπίλμπεργκ “Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου”, θα παραμείνει ένας ρομαντικός λάτρης του κινηματογράφου. Πίστευε ότι «το σινεμά τού αύριο δεν θα γίνει από υπαλλήλους τής κάμερας, αλλά από καλλιτέχνες για τους οποίους το γύρισμα θα είναι μια παθιασμένη περιπέτεια, μια ερωτική πράξη». Το όνειρό του για αυτό που λάτρευε θα διαψευστεί παταγωδώς. Λογικά αν είχε ζήσει τις επόμενες δεκαετίες θα είχαμε και τρίτη απόπειρα αυτοκτονίας. Βεβαίως πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις, σκηνοθέτες που δεν είναι υπάλληλοι, άνθρωποι με ιδέες, που θα τις υποστηρίξουν αντιμετωπίζοντας ακόμη και σφοδρές πολεμικές. Αλλά ας μην εθελοτυφλούμε, οι εξαιρέσεις, με τον κατάλληλο χειρισμό, είναι πάντα μια καλή δικαιολογία για να κρυφτούν αλλότριες επιδιώξεις, συμφέροντα, χειραγώγηση των μαζών, κέρδη, πολλά κέρδη.

Τριφό-Χίτσκοκ

Ο Φρανσουά Τριφό, θιασώτης της απλότητας και της αρχής ότι η αφήγηση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της μυθοπλασίας, δεν θα μπλέξει με τις ψυχαναλυτικές παρεμβολές, τους περίπλοκους συμβολισμούς, την πολιτική στράτευση, παρότι πολιτικοποιημένος. Παρόλα αυτά η αντιφατικότητα του χαρακτήρα του θα τον κάνει τον πιο μεγάλο θαυμαστή του Χίτσκοκ, κάτι που θα αποτυπωθεί και στο βιβλίο του “Χίτσκοκ-Τριφό”, σε μια συνομιλία ποταμό, που διερευνά τον κινηματογραφικό κόσμο του μετρ, ένα έργο, που ως ένα βαθμό συνέβαλε και στην υπερεκτίμηση αρκετών ταινιών του Άγγλου φλεγματικού και συμπλεγματικού σκηνοθέτη.

Μια μεγάλη καρδιά

Όμως, ο Τριφό, πέρα από τις όποιες αδυναμίες του και ως σκηνοθέτης, ήξερε να αγαπά. Και τις γυναίκες, αλλά πολύ περισσότερο το σινεμά. Ο θάνατός του στις 21 Οκτωβρίου του 1984 θα αφήσει μόνο του τον φίλο του Γκοντάρ, που όπως θέλει η κλισέ έκφραση των σινεφίλ, «ο Γκοντάρ ήταν το μυαλό και ο Τριφό η καρδιά της νουβέλ βαγκ». Ίσως γι’ αυτό ο Γκοντάρ τα τελευταία χρόνια θέλοντας να καλύψει το κενό που άφησε ο φίλος του και «αιώνιος έφηβος του σινεμά», απέκτησε και μια μεγάλη καρδιά.

Χάρης Αναγνωστάκης

Back to top button