Καστοριά

Γιορτή της Γυναίκας (του Νικόλα Μερτζανίδη)

Και πώς να χωρέσεις
σε μία μέρα
τον ύμνο και την ευγνωμοσύνη, για την ομορφιά που οφείλουμε σ αυτήν;
Περιορίσαμε πολύ όλες
τις σπουδαίες αναφορές
στην ζωή.
Τις ευτελίσαμε τόσο,
ώστε να χωρούν,
σ’ αυτό το λίγο της μιας μέρας.
Παρασυρμένοι…
Αποπλανημένοι…
Παραστρατημένοι…
Σ’ έναν άνευ προηγουμένου αγώνα
για να κυνηγήσουμε
υλικές απολαβές κι εξουσία.
Άρρηκτα δεμένες αυτές,
σ’ όλους τους αιώνες,
με την πατριαρχία.
Την αντίληψη όσων θέλουν
να είναι κυρίαρχοι.
Εκείνων που απαιτούν να έχουν “το πάνω χέρι”.
Έτσι, για να ησυχάζει πιο πολύ
η συνείδηση μας.
Κατασκευάζουμε
μέσα στον χρόνο μία μέρα.
Και την αφιερώνουμε.
Αντί κάθε στιγμή
να είναι γιορτή.
Όλων των χρόνων μας.
Μακριά από νοοτροπίες και συμπεριφορές
που χωρίζουν τους ανθρώπους ανάλογα με την
οικονομική τους δυνατότητα,
το φύλο, το χρώμα, την φυλή ή τις προτιμήσεις τους.
Και δίπλα σ’ αυτούς
που έχουν φωνή
απ’ της καρδιάς τα σπλάχνα βγαλμένη.
Κατανοούν, συμπάσχουν, συναισθάνονται.
Μοσχομύριστο λουλούδι,
σ’ έναν έρημο τόπο…
Όπου πατείς καρπίζει η γης.
Δοξάρι είσαι, της χαράς,
του ήλιου πρώτο χάδι,
γίνεσαι αέρας να γυρνάς
των σύννεφων υφάδι.
Κρατάς κλειδιά, λύνεις φτερά
μια στην ισορροπία
του ακροβάτη
και δυο στις ακραίες εκφάνσεις της δύναμής σου.
Περιστρέφονται γύρω σου στοιχειωμένα τα όνειρα.
Η λύπη και ο στεναγμός
μαζί κι η απαντοχή.
Άκου, μίλα,
δες αυτό που σε τρομάζει.
Σκέψου, φίλα,
μην αφήνεις το να σε ταράζει.
Φύλαξε στης ψυχής
τα φυλλοκάρδια
την πολύτιμη ανάσα.
Δώσε στης καρδιάς
τα απαλά σου χάδια
να χαθείς μέσα στα δάσα.
Αερικό που υψώνεις
του καημού σου τους πόθους.
Ένα πάλευκο ξωτικό
να λυτρώνεις
του χαμού σου τους τρόπους.
Μήδεια και Ελένη,
Αφροδίτη, Σαπφώ, Αρετούσα,
Περσεφόνη, Υπατία, Αθηνά
για όλες εσάς πάντα ρωτούσα.
Μουσών θεραπενίδα…
Τόση αγάπη ποτέ μου δεν είδα.
Ελευθερία και Θέτις,
Νέμεσις νομοθέτης.
Ειλείθυια, Ειμαρμένη,
ξέρεις πάντα τί περιμένει.
Μαρία, Δέσποινα, Αθανασία,
βλέπεις ολούθε με παρρησία.
Ειρήνη, Ελπίδα, Ευτυχία, Ζωή,
Ουρανία, Σοφία, Πηνελόπη, Πηγή,
Μαργαρίτα, Μυρσίνη,
Μυρτώ, Λεμονιά,
Δήμητρα, Βελουδένια
είσαι στην λησμονιά.
Ταξίδι δίχως τελειωμό
διώχνεις της νιότης τον χαμό.
Ένα αστέρι στην πλώρη
μοναδική εσύ κόρη.
Λειώνεις τους πόθους
στην φωτιά
είσαι παντοτινή απανεμιά.
Τ άλμπουρα στην τρικυμία
είναι η δική σου νουνεχία.
Έκπληξη και χαρά,
δάκρυ και ανακούφιση…
Χάδι στην καταχνιά
ανθίζεις κι έρχεται λύτρωση.
Άρωμα στην ζωή,
δίψα και καταιγίδα…
Σ’ άνυδρη γη, η βροχή,
χόρεψε, τρέξε, πήδα.
Άγγιγμα στην υφή,
βλέπεις μέσ’ στην ουσία…
Η θλίψη φυλλορροεί,
μια αχανής παρουσία.
Έχεις διαφυγές,
πότε εντός
κι άλλοτε εκτός ορίων…
Δίνεις μάχες πολλές,
μια Αμαζόνα των εμποδίων.
Πρωταθλήτρια αντοχής
υπερμαραθώνιων αγώνων.
Διεξοδικά ταξίδεψες
στους αιώνες,
έχοντας συντροφιά
το απαράμιλλο σθένος,
να αντέχεις στην υποτίμηση,
την καρτερικότητα
να περιμένεις
ως να έρθει αυτή η στιγμή,
όπου αστείρευτο ποτάμι,
θα ξεχειλίσει,
για να παρασύρει,
όλες τις βιαιοπραγίες
που έχεις δεχτεί.
Να ξεπλύνει τον οχετό,
τον βόρβορο,
που κρύβει η αδικία.
Και να λάμψη
η αδαμάντινη καθαρότητα,
που σε περιέχει.
Γυναίκα, Μάνα,
αδελφή και γιαγιά,
κόρη, σύντροφος, τροφός,
φίλη παλιά.
Μέδουσα κι Αρτεμίδα
όλη την ζωή σ εσένα είδα.
Είσαι το φώς της πρώτης μέρας
και το φιλί της καλημέρας.
Αόρατη, μοναχή,
κλεισμένη σε κελί.
Αξιοπρέπεια κι Αρετή
είναι η δική σου προσευχή.
Στης πορείας την ακμή
φεύγεις με ένα γιατί…
Ανδρομέδα και Ρωξάνη
στην πηγή κανείς δεν φτάνει.
Των χειλιών η πεθυμιά
βούλιαξε όλον τον ντουνιά.
Στην αέρινη μορφή σου
φλέγεται όλο το κορμί σου.
Στων μαλλιών σου το χτενάκι
στέκεται όλο το μεράκι.
Στων βλεφάρων σου τις άκρες…
Περπατώ…
Δεν πέφτω…
Δες!
Δώσε σ εσένα προσοχή.
Δώριζε παντοτινά ευχή.
Τόσων χρόνων τις στερήσεις
πίσω τώρα να αφήσεις.
Της φωνής τα μυστικά
πλούτισε όλα τα παιδιά…
Και, θα λάμψει η αλήθεια,
είναι η μοναδική βοήθεια.
Να μας πάει από τα μέρη,
έχουν κάτι απ’ τ Αλγέρι.
Να ακουμπήσουν την αφή
για να φύγουν τα γιατί.
Επειδή η μνήμη και η λησμονιά είναι δύο αντίρροπες δυνάμεις που δείχνουν να αντιμάχονται…
Τόσο ώστε, να μην ξεχνούμε
αυτά που αξίζει να θυμόμαστε.
Και να μην στεκόμαστε σε εκείνα που μας πονούν.
Παρά μόνο ως μέσο
μιας διεργασίας,
στην εξελικτική διαδικασία,
που ξαναφέρνει πίσω την
χαμένη αξιοπρέπεια και
αποκαθιστά την τιμή.
ν.μ.

Back to top button