Ποια είναι τα ουσιαστικά οφέλη αυτής της υποτιθέμενης ανάπλασης για την ποιότητα ζωής μας;
Περνώντας κάποιος από την πλατεία Ειρήνης, θα δει έναν τεράστιο τάφο, αυτές τις μέρες.
Είναι το ξερίζωμα του κομμένου πλατάνου, αλλά και σχεδόν όλης της υπόλοιπης χλωρίδας που αποτελούσε το περιεχόμενο αυτού του πάρκου.
Το λέμε πάρκο γιατί τέτοιο θέλουμε να παραμείνει. Επειδή κάποιοι παίζοντας με τις λέξεις θέλουν να μας πείσουν πως η έννοια της πλατείας επιβάλει την απογύμνωση ενός αστικού χώρου, από οποιαδήποτε ένδειξη χλωρίδας και την υποκατάστασή του με μάρμαρα και τσιμέντα.
Αντί λοιπόν να αξιοποιηθεί ο χώρος αυτός ως μια όαση αναψυχής και αντί να απογυμνωθεί από την βλάστηση που περιέχει,θα έπρεπε αντίθετα να εμπλουτιστεί. Να γίνει πιο λειτουργικός για όλους και κυρίως πιο πράσινος με κάθε έννοια.
Η απόφαση του Δήμου Καστοριάς, είναι απόλυτη, μη διαπραγματεύσιμη και σε εξέλιξη.
Πρέπει,μας λέει, να γίνει πλατεία. Ντε και καλά. Με τις προδιαγραφές της πλατείας.
Επειδή έτσι λέει η μελέτη. Επειδή έτσι την ορίζουν οι αρχιτέκτονες που έχουν αποστειρωθεί από την τέχνη τους και δουλεύουν μόνο για να εκτελέσουν “το έργο”.
Αλήθεια προς τι η βιασύνη και η απολυτότητα; Θα χαθούν τίποτα κονδύλια;
Και έχουν σημασία περισσότερο τα κονδύλια, από την ποιότητα ζωής;
Έχει σημασία περισσότερο η επικοινωνία μιας πραγμάτωσης έργου, από την ουσία της καθημερινότητας;
Αν αυτοί που αποφασίζουν για τέτοια έργα, είχαν επαφή με τη πραγματικότητα της ζωής, θα έβλεπαν και την πρακτική χρήση των δύο πάρκων.
Θα έβλεπαν τους πολίτες να ξεκουράζονται στη σκιά των δέντρων ή να απολαμβάνουν εκεί τον ελεύθερο χρόνο τους. Θα έβλεπαν τα παιδιά που ελλείψει εναλλακτικού χώρου, κάνουν τις περιοχές αυτές παιχνιδότοπους γεμάτους ζωή. Θα βλέπανε το συγκοινωνιακό πρόβλημα που δημιουργείται δίπλα στο Δημαρχείο εξαιτίας της λάθος φοράς της κυκλοφορίας και μιας διασταύρωσης άκρως επικίνδυνης, με πολλές πιθανές κατευθύνσεις. Θα βλέπανε έναν χώρο στάθμευσης χαμηλής λειτουργικότητας και υψηλής πιθανότητας ατυχημάτων. Θα βλέπανε ηλεκτροφόρους στύλους στη μέση των πεζοδρομίων που κανονικά έπρεπε ήδη να ήταν υπογειοποιημένα τα ηλεκτροφόρα τους καλώδια. Θα βλέπανε ίσως το πιο σημαντικό, πως είναι μια περιοχή καθόλου, μα καθόλου, προσβάσιμη σε άτομα με ειδικές ανάγκες.
Δεν καταλαβαίνουν ότι θα δημιουργήσουν περισσότερα προβλήματα από όσα ευελπιστούν να λύσουν;
Ποια είναι τελικά τα ουσιαστικά οφέλη αυτής της υποτιθέμενης ανάπλασης για την ποιότητα ζωής μας; Πώς θα ωφεληθούν οι πολίτες από το λιγότερο πράσινο και το περισσότερο μάρμαρο ή τσιμέντο της υπο διαμόρφωσης πλατείας;
Ποιος θα αντέχει να σταθεί σε μοντέρνα, ενδεχομένως, μεταλλικά παγκάκια το καλοκαίρι και ποιος θα τολμάει να την διασχίσει όταν την καλύπτει ο πάγος τους χειμώνες;
Υποσχέθηκαν ακούσαμε να κάνουνε μεταφύτευση στα φυτά. Τι νόημα έχει να πάρεις ένα δέντρο από εκεί που μεγάλωσε και αναπτύχθηκε και να το πας κάπου αλλού, που πιθανότατα θα ξεραθεί;
Αλλά ακόμα κι αν δεν ξεραθεί, ποιο το όφελος για την καθημερινότητα σε αυτό που θα απομείνει;
Εκτός κι αν τα οφέλη τα μετράμε απλά με απορροφήσεις από προγράμματα που υποτίθεται αξιοποιούνται για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής μας, αλλά δεν έχει καμιά σημασία αν τελικά λειτουργούν αντίθετα.
Μάλιστα ακούσαμε και την εξαιρετικά απαξιωτική τοποθέτηση, τοπικός εκπρόσωπος των ΜΜΕ να αποφαίνεται δημόσια πώς όσοι αντιδρούν σε αυτά τα σχέδια “έχουν απομονωθεί από την κοινωνία”. Από που απορρέει, αυτό το συμπέρασμα; Πως απαξιώνει κάποιος τις διεκδικήσεις κάποιων ανθρώπων που αυτό που επιζητούν είναι μια καλύτερη ποιότητα ζωής;
Ας αποδείξουμε λοιπόν πως η απαξίωση πλήττει την αξιοπιστία αυτών που προσπαθούν να απαξιώσουν αυτές τις λογικές διεκδικήσεις.
Όμως όσο αυτοί που συμφωνούν μαζί μας, μένουν ταμπουρωμένοι και φοβούνται να εκφραστούν, μην κακολογήσουν όσους αποφασίζουν για αυτούς, υπολογίζοντας δημόσιες σχέσεις και ρουσφετολογικά συμφέροντα, να ξέρουν πως η κηδεία ενός δέντρου, θα επεκταθεί στην κηδεία ενός πάρκου, η οποία θα επεκταθεί στον τρόπο που βιώνουν τον τόπο που ζούν.
Οι προέκταση μιας κηδείας ενός δέντρου, είναι υποσύνολο της κηδείας του τόπου τους.
Οι απομονωμένοι λοιπόν δεν είμαστε εμείς που μιλάμε και διεκδικούμε. ΟΙ ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΙΛΑΝΕ. Και δεν μιλάνε γιατί είναι ήδη κατά κάποιο τρόπο νεκροί. Απονεκρωμένοι σαν τις ρίζες ενός δέντρου, που δεν τρέφουν με ζωή τον τόπο τους.
Απονεκρωμένοι όπως οι γυαλιστερές, μαρμάρινες, καυτές και δίχως ζωή πλατείες τους.