Το Εθνικό Θέατρο συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον διεθνώς καταξιωμένο Έλληνα σκηνοθέτη και δάσκαλο Θεόδωρο Τερζόπουλο, που θα σκηνοθετήσει την Ορέστεια του Αισχύλου, τη μοναδική σωζόμενη τριλογία αρχαίου δράματος και τελευταίο σωζόμενο έργο του συγγραφέα (δύο μόλις χρόνια πριν από τον θάνατό του), σε μία ενιαία παράσταση.
Η Ορέστεια διδάχθηκε στην Αθήνα, στα Εν Άστει Διονύσια το 458 π.Χ., μια χρονιά με μεγάλες εντάσεις μεταξύ των Ολιγαρχικών και των Δημοκρατικών αποτυπώνοντας τους πολιτικούς, ιστορικούς και κοινωνικούς κραδασμούς της εποχής και τις βίαιες αναταραχές. Ανάμεσα στους λόγους των εντάσεων ήταν και οι μεταρρυθμίσεις του δημοκρατικού Εφιάλτη, που αφορούσαν τη λειτουργία και τη δομή του Αρείου Πάγου. Και ενώ η Αθήνα στο εσωτερικό βρισκόταν σε μεταβατική περίοδο, ακολουθούσε μια εξαιρετικά τολμηρή πολιτική ως προς τις άλλες πόλεις, και την ίδια εποχή συμμάχησε με το Άργος που είχε αποσκιρτήσει από την Πελοποννησιακή Συμμαχία. Η επιρροή και των δύο αυτών ιστορικών γεγονότων είναι ορατή στην Ορέστεια.
Ο συγγραφέας αντλεί το υλικό του από τον μύθο των Ατρειδών και τη φοβερή κατάρα του γένους τους. Έπειτα από δέκα χρόνια πολέμου το Παλάτι των Μυκηνών ετοιμάζεται να υποδεχτεί τον βασιλιά του, τον Αγαμέμνονα, ως θριαμβευτή στρατηγό όλων των Ελλήνων. Η άφιξή του όμως από την Τροία σημαίνει και τον θάνατό του από το χέρι της γυναίκας του Κλυταιμνήστρας με την υποστήριξη του Αιγίσθου. Στις Χοηφόρους η επιστροφή του Ορέστη θα φέρει την πολυπόθητη για την Ηλέκτρα εκδίκηση. Ο Χορός χαίρεται για τη λύτρωση του βασιλικού οίκου και ο Ορέστης ετοιμάζεται να καταφύγει ικέτης στους Δελφούς για να ζητήσει την προστασία του Απόλλωνα ενώ οι Ερινύες έρχονται να τον κυνηγήσουν. Οι Ευμενίδες βασίζονται στη δημιουργική εξιστόρηση κάποιων αττικών λατρευτικών μύθων για την καταφυγή του Ορέστη στην Αθήνα και για τη δίκη του από τους θεούς του Ολύμπου. Η αισχύλεια πλοκή εμπλουτίζεται από την ίδρυση του Αρείου Πάγου με πρωτοβουλία της Αθηνάς και τη σύνδεση αυτού του δικαστηρίου με τη λύση της κατάρας. Η ισορροπία και η συμφιλίωση έρχονται να κλείσουν τον κύκλο του αίματος και της εκδίκησης.
Έργο εκπληκτικής ωριμότητας, άρτιας αισθητικής, διανοητικού βάθους και πλήθους φιλοσοφικών αναζητήσεων, έργο που διευρύνει τα όρια της τέχνης και που υπερασπίζεται με τόλμη ένα δημοκρατικό πολίτευμα.
Η Ορέστεια έχει παρουσιαστεί από το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο πέντε φορές μέχρι σήμερα: το 1954 και το 1959 σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, το 1972 σε σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη, το 2001 σε σκηνοθεσία Γιάννη Κόκκου και το 2019 με τρεις σκηνοθέτριες (Ιώ Βουλγαράκη, Λίλλυ Μελεμέ, Γεωργία Μαυραγάνη), που ανέλαβαν μια τραγωδία η καθεμία, στην πρώτη τους δοκιμή στην Επίδαυρο.
Σε σημείωμα του σκηνοθέτη αναφέρεται:
Γιατί η Ορέστεια συνεχίζει να ασκεί τρομακτική έλξη; Μια πιθανή απάντηση θα μπορούσε να είναι: επειδή στον άνθρωπο υπάρχει η ανάγκη για μια βαθύτερη σχέση με τον Μύθο.
Ο μύθος της Ορέστειας είναι επικίνδυνος, ανήκει στον κόσμο του ανοίκειου και του παράξενου, προκαλεί τον τρόμο, επειδή αποκαλύπτει το ατίθασο, το βίαιο και τους νόμους του βάθους που δεν μπορούν να δαμαστούν. Η Κλυταιμνήστρα μάς καλεί να σπάσουμε μαζί τον καθρέφτη, για να γεννηθεί από τα θραύσματά του μια νέα εφιαλτική εικόνα, που ωστόσο θα διατηρεί τις σκοτεινές ρίζες του μύθου.
Πρόθεσή μας είναι η μελέτη του βάθους του μύθου της Ορέστειας και η αναζήτηση του απρόβλεπτου, του ασυνήθιστου, του παράδοξου. Τα πρόσωπα προσφέρουν τα σώματά τους στο θυσιαστήριο του ανοίκειου, θέτουν διαρκή ερωτήματα και διλήμματα.
Η αισθητική της παράστασης προκύπτει από τη δυναμική σχέση του Σώματος με τον Μύθο, τον Χρόνο και τη Μνήμη. Θέτουμε ξανά το θεμελιώδες οντολογικό ερώτημα «περί τίνος πρόκειται», ένα ερώτημα που δεν επιδέχεται οριστικές απαντήσεις, αλλά διαρκώς μας ενεργοποιεί προς την κατεύθυνση της ολοένα βαθύτερης έρευνας της ρίζας του ήχου, της λέξης, των πολλαπλών διαστάσεων του ανθρώπινου αινίγματος και της ανακατασκευής ενός νέου Μύθου.
Θεόδωρος Τερζόπουλος
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση Ελένη Βαροπούλου
Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία Θεόδωρος Τερζόπουλος
Συνεργάτης σκηνοθέτης Σάββας Στρούμπος
Σκηνικά – Κοστούμια – Φωτισμοί Θεόδωρος Τερζόπουλος
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση Παναγιώτης Βελιανίτης
Σύμβουλος δραματολόγος Μαρία Σικιτάνο
Δραματολόγος παράστασης Ειρήνη Μουντράκη
Βοηθός σκηνοθέτη Θεοδώρα Πατητή
Συνεργάτης σκηνογράφου Σωκράτης Παπαδόπουλος
Συνεργάτιδα ενδυματολόγου Παναγιώτα Κοκκορού
Συνεργάτης φωτιστή Κωνσταντίνος Μπεθάνης
Καλλιτεχνική συνεργάτιδα Μαρία Βογιατζή
Παίζουν:
Έβελυν Ασουάντ (Κασσάνδρα), Τάσος Δήμας (Φύλακας/Προπομπός), Κωνσταντίνος Ζωγράφος (Πυλάδης), Έλλη Ιγγλίζ (Τροφός), Κώστας Κοντογεωργόπουλος (Ορέστης), Δαυίδ Μαλτέζε (Αίγισθος), Άννα Μαρκά Μπονισέλ (Προφήτις), Νίκος Ντάσης (Απόλλων), Ντίνος Παπαγεωργίου (Κήρυκας), Αγλαΐα Παππά (Αθηνά), Σάββας Στρούμπος (Αγαμέμνων), Αλέξανδρος Τούντας (Οικέτης), Νιόβη Χαραλάμπους (Ηλέκτρα), Σοφία Χιλλ (Κλυταιμνήστρα/Το Είδωλον της Κλυταιμνήστρας),
Xορός
Μπάμπης Αλεφάντης, Ναταλία Γεωργοσοπούλου, Κατερίνα Δημάτη, Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Πύρρος Θεοφανόπουλος, Έλλημ Ιγγλίζ, Βασιλίνα Κατερίνη, Θάνος Μαγκλάρας, Ελπινίκη Μαραπίδη, Άννα Μαρκά Μπονισέλ, Λυγερή Μητροπούλου, Ρόζυ Μονάκη, Ασπασία Μπατατόλη, Νίκος Ντάσης, Βαγγέλης Παπαγιαννόπουλος, Σταύρος Παπαδόπουλος, Μυρτώ Ροζάκη, Γιάννης Σανιδάς, Αλέξανδρος Τούντας, Κατερίνα Χιλλ, Μιχάλης Ψαλίδας, Giulio Germano Cervi