Απόσπασμα από το βιβλίο Ψυχανάλυση και Πολιτική του Χέρμπερτ Μαρκούζε από τις εκδόσεις Ηριδανός.
«Θα ήθελα να πω δυο λόγια τουλάχιστον για το δικαίωμα της αντίστασης,γιατί ανακαλύπτω με κατάπληξη πόσο λίγοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι η αναγνώριση αυτού του δικαιώματος -δηλαδή της «πολιτικής ανυποταγής»,– ανήκει στα αρχαιότερα και ιερότερα στοιχεία του δυτικού πολιτισμού.
Η ιδέα ότι υπάρχει ένα δίκαιο που στέκει υψηλότερα από το θετικό δίκαιο είναι τόσο παλιά, όσο κι ο ίδιος ο πολιτισμός μας. Ιδού λοιπόν η διαμάχη ανάμεσα σε δύο δίκαια: Οποιαδήποτε αντιπολίτευση, που ξεπερνά την ιδιωτική σφαίρα, είναι υποχρεωμένη να την αντιμετωπίσει. Γιατί η «καθεστηκυία» τάξη κατέχει το νόμιμο μονοπώλιο της ισχύος, του κράτους, και το θετικό δικαίωμα, το χρέος μάλιστα, να μεταχειριστεί τη βία για την αυτοάμυνά της.
Οποιος της αντιστέκεται, αναγνωρίζει και ασκεί ένα ανώτερο δικαίωμα.Αναγνωρίζει ότι το χρέος της αντίστασης είναι η κινητήρια δύναμη στην ιστορική ανάπτυξη της ελευθερίας και ασκεί την «πολιτική ανυποταγή» ως «δυνάμει» απελευθερωτική νόμιμη βία. Χωρίς αυτό το δικαίωμα της αντίστασης, χωρίς την επέμβαση αυτού του υψηλότερου δικαίου εναντίον του ισχύοντος δικαίου, θα βρισκόμαστε σήμερα στο επίπεδο της πιο πρωτόγονης βαρβαρότητας.
Ετσι, η βία εμφανίζεται με δύο πολύ διαφορετικές μορφές: τη θεσμοθετημένη βία της καθεστηκυίας τάξης και τη βία της αντίστασης, που παραμένει παράνομη απέναντι στο θετικό δίκαιο. Είναι καθαρός παραλογισμός να μιλάμε για νομιμότητα της αντίστασης: Κανένα κοινωνικό σύστημα, ακόμη και το πιο φιλελεύθερο, δεν μπορεί να νομιμοποιήσει τη βία που στρέφεται εναντίον του.
Επομένως οι δύο αυτές μορφές του Δικαίου εκπληρώνουν δύο εντελώς αντίθετες λειτουργίες. Υπάρχει η βία της καταδυνάστευσης και υπάρχει η βία της απελευθέρωσης• υπάρχει η βία της βιοάμυνας και υπάρχει η βία της επίθεσης. Κι οι δυο αυτές μορφές της βίας ήταν και θα παραμείνουν ιστορικές δυνάμεις».