Το “Όχι δάκρυα για τη Φραν” είναι ένα μικρό βιβλίο, μια νουβέλα, που μέσα από τις σελίδες του σε ταξιδεύει στο Παρίσι (ζωντανεύει μπρος στα μάτια σου), σε οδηγεί στους δρόμους και στα στενά του. Και κάπως έτσι είδα τα βρεγμένα δέντρα στα σοκάκια του, άκουσα τους ήχους που αφήνουν τα αυτοκίνητα, σαν περνούν κάτω στο δρόμο, μα και εκείνες τις φωνές των μεθυσμένων, που σε κάνουν να νιώθεις ασφαλής που είσαι μακριά τους. Τούτο το βιβλίο έχει γραφτεί έτσι ώστε να σε κατακλύζει με εικόνες και να σε φέρνει δίπλα στους ήρωες. Θαρρείς πως αν απλώσεις το χέρι σου θα τους αγγίξεις.
Ήρωες που παγιδεύονται στη μοναξιά τους, που αποκρύβουν τις επιθυμίες τους και πασχίζουν να ελέγξουν τα πάθη τους, αλλά και τα κρυμμένα μυστικά τους. Ήρωες που αποζητούν λίγη συντροφιά, που αποζητούν διαφυγή. (θα τη βρουν άραγε;)
Στο βιβλίο αυτό λάτρεψα εκείνες τις μεγάλες προτάσεις του (δεν είναι και λίγες) που σε γεμίζουν με χρώματα, με οσμές και αισθήματα. Ανοίγοντάς το και ξεκινώντας το διάβασμα, διάβασα μαζί του και τις ψυχές των ηρώων, είδα τους προβληματισμούς τους αλλά και τα όνειρά τους. Την ανασφάλεια που τους διακρίνει, την ελπίδα που αργοσβήνει αλλά δεν χάνεται.
Το βιβλίο επιδέξια καταφέρνει να διεισδύει και στις ψυχές των αναγνωστών. Κάπου μέσα σε αυτό ρωτάει ένας από τους πρωταγωνιστές τη Ματλίν, τη βασική ηρωίδα: Τι χρώμα έχουν τα μάτια σας, δεσποινίς; Αλλάζουν συνεχώς, κύριε, ανάλογα με το φως, αλλά αν θέλετε μια πιο συγκεκριμένη απάντηση, είναι καφέ. Σκέφτομαι πως κάτι τέτοιο συμβαίνει και με μας τους αναγνώστες, που έχουμε συχνά διαφορετική άποψη για ένα βιβλίο, ανάλογα με τη διάθεσή μας, με τη στιγμή, την ώρα, που όμως όλοι στο τέλος καταλήγουμε πως αγαπούμε το διάβασμα, γιατί το φως της ανάγνωσης μέσα μας βρίσκεται.
Εντυπωσιάστηκα από τη νουάρ (όπως επισημαίνεται και στο οπισθόφυλλο) ατμόσφαιρα που τόσο υπέροχα μας δίνεται και αγάπησα πολύ το ύφος της γραφής. Είναι μοναδικό!
Στο βιβλίο παρακολουθούμε τη Μαντλίν που παραιτείται από τη δουλειά της, αποφασίζοντας να κάνει μια νέα αρχή στη ζωή της, χωρίς όμως να γνωρίζει τι θέλει και χρειάζεται (από την περίληψη).
Τη Μαντλίν που πηγαίνοντας σε έναν εκδοτικό οίκο για να αναζητήσει εργασία, συνομιλεί με τον υπεύθυνο του εκδοτικού προγράμματος (εμένα πάντως, κάποτε, μ’ έπιανε σύγκρυο όταν συνομιλούσα μαζί τους) που της λέει κάποια στιγμή στη στιχομυθία τους: από ό,τι βλέπω η σχέση σας με το βιβλίο είναι καλή. Έχετε ασχοληθεί ξανά με το συγκεκριμένο αντικείμενο; Όχι, αλλά έχω διαβάσει αρκετά. Και, έπειτα, αγαπώ πολύ τα βιβλία. (πόσο πολύ μπορεί να ταυτιστεί ένας αναγνώστης μ’ αυτή της την απάντηση).
Και ναι, αγαπώ κι εγώ πολύ τα βιβλία, και το συγκεκριμένο πάρα πολύ, γιατί είναι ξεχωριστό.
Η δολοφονία μια γυναίκας που μένει στην πολυκατοικία όπου διαμένουν και οι βασικοί πρωταγωνιστές του βιβλίου, πώς μπορεί αλήθεια να συνδεθεί με τις ζωές των ηρώων; Πώς μπορεί ξυπνήσει δικές τους μνήμες και ενοχές, για δικά τους εγκλήματα, ηθικά αλλά και όχι μόνο;
Και το φως; Θα έρθει το φως στον βίο τους; Η απάντηση μέσα από τις σελίδες του βιβλίου.
Και ναι, τελικά, όπως λέει και ο τίτλος του βιβλίου: Όχι δάκρυα για τη Φράν… όχι, όμως, δάκρυα και για το βιβλίο. Όσο θα κυκλοφορούν τέτοια διαμαντάκια, το μέλλον του θα είναι λαμπρό.
2 λεπτά ανάγνωση