Σεπτέμβριος 1938. Η Ευρώπη από στιγμή σε στιγμή ετοιμάζεται να παραδοθεί στο φονικότερο πόλεμο της ιστορίας της. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο κατέγραφε, μέσα από τα τηλεγραφήματά του, τον υψηλό πυρετό της Ευρώπης, τον ψυχολογικό πόλεμο με την Ιταλία και τις προβοκάτσιες εναντίον της Ελλάδας, μέσω Αλβανίας, για να δικαιολογηθεί προσχηματικά η κήρυξη του πολέμου στη χώρα μας. Η ανάγνωση των τηλεγραφημάτων του Αθηναϊκού Πρακτορείου 80 χρόνια μετά, θέλει να κρατήσει ζωντανή την αφήγηση εκείνων των δραματικών μηνών για την Ελλάδα. Στα συγκεκριμένα τηλεγραφήματα που παρουσιάζονται σήμερα, και που είναι μικρό μέρος του ιστορικού πλούτου από όσα μετέδιδε το Αθηναϊκό Πρακτορείο εκείνη την περίοδο, αποτυπώνεται με ενάργεια ο πυρετός στον οποίο ζούσε η Αθήνα όταν πάσχιζε, ως την τελευταία στιγμή, να αποτρέψει τον πόλεμο, όπως πάσχιζε και η υπόλοιπη Ευρώπη.
Παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Γιώργος Σεφέρης είναι προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού. Στις Μέρες Γ’ (1934-1940), το βαθύ και στοχαστικό του βλέμμα δεν αφήνει αμφιβολία για τα απειλητικά μηνύματα που έφταναν από τα ελληνοαλβανικά σύνορα και τις προβοκάτσιες σε βάρος της Ελλάδας. Μέρος των τηλεγραφημάτων του Αθηναϊκού Πρακτορείου εκείνη την εποχή, θέτουμε σε αντιστοιχία με εγγραφές στα ημερολόγια αυτού του μεγάλου Έλληνα και με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζονται σήμερα στο πλαίσιο του αφιερώματος για το 1940.
ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟ-ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Το 1938 ο Χίτλερ προσαρτά την Αυστρία στη Γερμανία. Ο Πρωθυπουργός της Βρετανίας Άρθουρ Νέβιλ Τσάμπερλαιν τηρεί χαμηλούς τόνους. Η Ευρώπη δείχνει να μην θέλει να κατανοήσει που το πάει η Γερμανία. Ο Χίτλερ συγκαλεί συνδιάσκεψη στο Μόναχο, από την οποία εξασφαλίζει το πράσινο φως για την κατάληψη της Σουδητίας, περιοχής της Τσεχοσλοβακίας.
Τον Απρίλιο του 1939 η Ιταλία μπαίνει στην Αλβανία. Ο Ιωάννης Μεταξάς καθησυχάζει τον ελληνικό λαό ότι «δύναται ήσυχος να συνεχίσει τα ειρηνικά αυτού έργα, με την βεβαιότητα, ότι η κυβέρνησις του αγρυπνεί διαρκώς για την ασφάλειαν και την τιμήν του». Ο επιτετραμένος της Ιταλίας επισκέπτεται τον Μεταξά, κατ’ εντολή του Μουσολίνι, και του παραδίδει «Ιταλική Δήλωση» ότι «πας γενόμενος ή γενησόμενος θόρυβος περί δήθεν ιταλικής ενεργείας κατά της Ελλάδος είναι ψευδής και προέρχεται από καλοθελητάς». ότι «η φασιστική Ιταλία έχει την θέλησιν να διατηρήση και αναπτύξη ολονέν περισσότερον τας εγκαρδίους φιλικάς σχέσεις, αι οποίαι ενώνουν τας δύο χώρας» και ότι πρόθεσή της είναι να σεβασθή κατά τον μάλλον απόλυτον τρόπον την ηπειρωτικήν και νησιωτικήν ακεραιότητα της Ελλάδος». Η Ιταλική Δήλωση θα διαψευστεί πολύ γρήγορα. Σε λίγο ο πόλεμος θα είναι γεγονός.
Ως τη δραματική νύχτα που ο Γκράτσι παραδίδει στον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά το ιταλικό τελεσίγραφο, η Ιταλία επιχειρεί συστηματικά να δημιουργήσει κλίμα σε βάρος της Ελλάδας.
Το Αθηναϊκό Πρακτορείο, ήδη από το 1931, έχει αναδιοργανωθεί και αποκτήσει δημοσιογραφική δομή. Με τη σύμβαση που έχει υπογράψει με το υπουργείο Εξωτερικών, έχει αναλάβει να στέλνει εις τας αθηναϊκάς εφημερίδας, εκτός των τηλεγραφημάτων, και δελτία περιέχοντα δημοσιογραφικής φύσεως ειδήσεις εξ’ όλων των χωρών του εξωτερικού, κατά το σύστημα το εφαρμοζόμενον υπό των εις τας διαφόρους χώρας της Ευρώπης πρακτορείων».
Παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Γιώργος Σεφέρης είναι προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού και ως εκ της θέσεως του βρίσκεται σε συνεργασία με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΔΑΟΥΤ ΧΟΤΖΑ
Λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου, τον Ιούνιο του 1940, μια ψαρόβαρκα καταπλέει στην Κέρκυρα από τις αλβανικές ακτές. Δύο επιβαίνοντες Αλβανοί υπήκοοι ανακρίνονται από τις ελληνικές αρχές και ομολογούν ότι σκότωσαν τον Αλβανό επικηρυγμένο ληστή Νταούτ Χότζα. Καθώς δολοφόνοι και θύμα ήταν Αλβανοί υπήκοοι, η Ελλάδα ειδοποίησε επίσημα τις ιταλικές αρχές κατοχής της Αλβανίας.
Στις 10 Αυγούστου, δυο ολόκληρους μήνες μετά το φονικό, ανακοίνωση από την Αλβανία αναγγέλλει τον θάνατό του Νταούτ Χότζα. Την επομένη, 11 Αυγούστου του 1940, όλες οι ιταλικές εφημερίδες βγήκαν με πρωτοσέλιδα για τον ληστή. Για τις ιταλικές εφημερίδες όμως ο Νταούτ Χότζα δεν ήταν πια ληστής αλλά ο μεγάλος Αλβανός πατριώτης, Νταούτ Χότζα, που δολοφονήθηκε από Έλληνες πράκτορες στην ελληνοαλβανική μεθόριο».
Το Αθηναϊκό Πρακτορείο, την ίδια μέρα, διαψεύδει το ιταλικό πρακτορείο Στέφανι «περί δήθεν φόνου Αλβανού πατριώτου υπό Ελλήνων πρακτόρων» υπενθυμίζει ότι η Ελλάς ανεγνώρισε την ευρωπαϊκήν απόφασιν την καθορίζουσαν τη σημερινή ελληνοαλβανικήν μεθόριον, ως οριστικήν» και τονίζει, όσον αφορά στους μουσουλμάνους, ότι η ελληνική κυβέρνηση «απέστη συνολικώς της ανταλλαγής εν τη χώρα ταύτη της Ηπείρου (νομός Θεσπρωτίας)» διαπνεόμενη εκ πνεύματος ευρυτάτης συνδιαλλαγής αν και μπορούσε να πράξει διαφορετικά στο πλαίσιο της ανταλλαγής ελληνοτουρκικών πληθυσμών.
Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ (1934-1940) εκδ. Ίκαρος
Δευτέρα, 12 Αύγουστου 1940
Τηλέφωνο, στο Υπουργείο το πρωί. Το πρακτορείο Στέφανι τηλεγραφεί από τα Τίρανα μια είδηση σκηνοθετημένη μ’ όλη την αδιαφορία των δυνατών για το δίκιο των αδυνάτων : Οι Έλληνες, λέει, σκότωσαν κάποιον Δαούτ Χότζα «μεγάλον Αλβανό πατριώτη», του πήραν το κεφάλι, το φέρανε στο ελληνικό έδαφος και το πομπέψανε σε διάφορα χωριά της Τσαμουριάς. (Πρόκειται για έναν κοινό ληστοφυγόδικο, επικηρυγμένον εδώ και είκοσι χρόνια). Το τρομερό αυτό κακούργημα, συνεχίζει το Στεφάνι, αναστάτωσε τους Αρβανίτες, άναψε τον πατριωτισμό τους. Και οι μεγάλοι φίλοι τους οι Ιταλοί βρίζουν την Ελλάδα και της θυμίζουν πως και άλλοτε, την εποχή του Ταλλίνι, έκαμε τα ίδια, τότε που ο ιταλικός στόλος μπομπάρδισε την Κέρκυρα, σκοτώνοντας δυστυχισμένους πρόσφυγες.
Ο Μεταξάς κρατάει μια στάση αποφασιστική : «Αν με πειράξουν, θα βάλω φωτιά στα μπουρλότα.» Έτσι μπορεί κανείς να δουλέψει.
Ακρόπολις 13 Αυγούστου 1940
Μια ανακοίνωσις του Στέφανι-Η απάντησις του Αθηναϊκού Πρακτορείου
Χθες μετεδόθη εκ Τιράνων η κάτωθι ανακοίνωσις του Πρακτορείου Στέφανι:
«Ο αλβανικός πληθυσμός ο υποτεταγμένος εις την Ελλάδα ευρίσκεται υπό την βαθείαν εντύπωσιν τρομερού πολιτικού εγκλήματος, διαπραχθέντος εις την ελληνοαλβανικήν μεθόριον. Ο μέγας Αλβανός πατριώτης Χότζα γεννηθείς εις την αλύτρωτον περιοχήν της Τσαμουργιάς, εδολοφονήθη αγρίως επί αλβανικού εδάφους πλησίον των συνόρων. Το σώμα του ευρέθη ακέφαλον. Εγνώσθη αργότερα ότι οι δολοφόνοι ήσαν Έλληνες πράκτορες, οι οποίοι παρέλαβον μεθ’ εαυτόν εις το ελληνικόν έδαφος την αποκοπείσαν κεφαλήν και την παρέδωσαν εις τας ελληνικάς αρχάς αίτινες από πολλών ετών είχον επικηρύξει τον Αλβανόν αυτόν πατριώτην. Εγνώσθη επίσης ότι η κεφαλή του μετεφέρθη από χωρίου εις χωρίον κατά την διαταγήν των τοπικών ελληνικών αρχών και εξετέθη εις κοινήν θέαν προς τρομοκράτησιν των αλύτρωτων Αλβανών αδελφών της ως άνω περιφερείας.
Ο Χότζα ηναγκάσθη πρότινος να φύγει κρυφίως εκ Τσαμουργιάς δια να σωθεί από τους διωγμούς των ελληνικών αρχών, αι οποίαι δεν του συνεχώρουν την ακαταπόνητον προπαγάνδαν του μεταξύ των συμπατριωτών του, δια την προσάρτησιν της Τσαμουργιάς εις την μητέρα πατρίδα. Κατέφυγεν εις την Αλβανίαν, όπου ελάμβανε συχνά μηνύματα, δια των οποίων ηπειλείτο με θάνατον. Η δολοφονία αύτη ήτις συγκινεί βαθέως τους Αλβανούς της Τσαμουργιάς δεν είνε το μόνον πρόσφατον επεισόδιον της καταπιεστικής ελληνικής πολιτικής. Προ τινών μηνών ευρέθη εις το σώμα ενός Αλβανού, φονευθέντος εις την Τσαμουργιάν, μικρόν φύλλον χάρτου επί του οποίου ανεγράφετο ότι η ιδία τύχη ανέμενε όλους τους Αλβανούς, τους ελπίζοντας να ελευθερώσουν την πατρίδαν των από την ελληνικήν κυριαρχίαν. Η αρχαία αυτή αλβανική γη περιλαμβάνεται μεταξύ των σημερινών ελληνοαλβανικών συνόρων και της ακτής του Ιονίου μέχρι των περιχώρων της Πρεβέζης και της επαρχίας των Ιωαννίνων. Κατοικείται υπό πενήντα χιλιάδων περίπου αυθεντικών Αλβανών, οίτινες αποτελούν την μεγίστην πλειοψηφίαν του πληθυσμού. Ήσαν όμως προ μερικών ακόμη ετών πολύ περισσότεροι.
Πράγματι, κατά το 1913, οπότε η Τσαμουργιά προσηρτήθη στην Ελλάδα, ο αλβανικός πληθυσμός της απετελείτο από ογδόντα χιλιάδας περίπου κατοίκους έναντι ολίγων περισσοτέρων των δέκα χιλιάδων Ελλήνων. Εις διάστημα ολίγων ετών η ελληνική πολιτική της “απεθνικοποιήσεως”, η αποβλέπουσα εις το να εμφανίσει τεχνητά ελληνικά δικαιώματα επί του εδάφους τούτου, αποδεκάτισε τους τοπικούς πληθυσμούς δι’ απογυμνώσεων, σφαγών και εκτοπισμών. Παρά ταύτα οι Αλβανοί της Τσαμουργιάς παρέμειναν εθνικώς συμπαγείς, διετήρησαν τα έθιμα των και την γλώσσαν των και αντέταξαν εις τους σφετεριστάς μιαν υπερήφανον αντίστασιν εις τρόπον ώστε να αποτελούν ακόμη και σήμερα κυριαρχούν στοιχείον εν τη περιφερεία ταύτη. Επιβλητικόν παράδειγμα της προσκολλήσεων των εις την γενέθλιον των χώρα, εδόθη υπό των Αλβανών της Τσαμουργιάς το 1924, οπότε βασιζομένη εις την συνθήκην της Λωζάννης, δια της οποίας απεφασίσθη η ανταλλαγή των ελληνοτουρκικών πληθυσμών, η ελληνική κυβέρνησις ηξίου όπως όλοι οι Μουσουλμάνοι της Τσαμουργιάς, δηλαδή το σύνολο του αλβανικού πληθυσμού, καταστούν αντικείμενο ανταλλαγής με Έλληνας εγκατεστημένους επί τουρκικού εδάφους.
Η αντίστασις των κατοίκων της Τσαμουργιάς, σταθερώς υποστηριζομένων υπό των Αλβανών αδελφών των, υπήρξεν τόσον ισχυρά, ώστε η ελληνική κυβέρνησις εδέησε να παραιτηθή του αθεμίτου σχεδίου της και να αναγνωρίση την αλβανική των προέλευσιν. Σήμερον ο τυφλός ελληνικός δεσποτισμός επιπίπτει περισσότερον από κάθε άλλην φοράν κατά των πληθυσμών αυτών εις τρόπον ώστε πλείστοι κάτοικοι της Τσαμουργιάς είνε υποχρεωμένοι να καταφεύγουν εις την Αλβανίαν, δια να αποφύγουν τους ανήκουστους διωγμούς. Όπως προκύπτει από πολλάς εγκύρους μαρτυρίας, αι ελληνικαί αρχαί έφτασαν μέχρι του να βεβαιώσουν ότι οι Ιταλοί θα εκδιωχθούν συντόμως εξ Αλβανίας.
Ο πληθυσμός όμως της Τσαμουργιάς είνε σήμερον ολιγότερον από κάθε άλλη φορά διατεθειμένος να υποκύψει εις τας ελληνικάς πιέσεις. Αν η αγάπη προς την αλβανική πατρίδα ήρκεσεν να τροφοδοτήση την πίστιν της Τσαμουργιάς ες εποχάς αι οποίαις ήσαν τόσον σκοτειναί δια την τύχην της Αλβανίας, σήμερον οι Αλβανοί της Τσαμουργιάς θα εύρουν εις τα ανανεωθέντα πεπρωμένα της μητρός πατρίδος τον ακόμη ισχυρότερον λόγον δια να ελπίζουν».
Η απάντησις του Αθηναϊκού Πρακτορείου
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον εις απάντησιν μετέδωσε τα εξής:
«Είμεθα εις θέσιν να βεβαιώσωμεν ότι αι πληροφορίαι αι μεταδοθείσαι εκ Τιράνων υπό του πρακτορείου Στέφανι περί δήθεν φόνου Αλβανού πατριώτου υπό Ελλήνων πρακτόρων είνε απολύτως αβάσιμοι. Προ δύο μηνών περίπου, δύο Αλβανοί οίτινες κατώρθωσαν να εισδύσουν εις το ελληνικόν έδαφος συνελήφθησαν και ανακριθέντες ωμολόγησαν ότι εφόνευσαν κατόπιν ρήξεως τον ονομαζόμενον Δαούτ Χότζαν, όστις ήτο γνωστότατος ληστής επικηρυχθείς προς εικοσαετίας υπό της ελληνικής κυβερνήσεως λόγω φόνων και άλλων εγκλημάτων κοινού δικαίου εκτελεσθέντων επί ελληνικού εδάφους.
Η ελληνική κυβέρνησις έθεσεν υπό κράτησιν τους φονείς και διέταξεν την διεξαγωγήν της συνήθους εν προκειμένω διαδικασίας. Την 25ην Ιουλίου η εν Αθήναις ιταλική πρεσβεία ανήγγειλεν εις το ελληνικόν υπουργείον των Εξωτερικών ότι κανονική αίτησις εκδόσεως θα υπεβάλλετο εντός ολίγου υπό του αλβανικού υπουργείου Δικαιοσύνης. Αι ελληνικαί αρχαί αίτινες εξακολουθούν να κρατούν τους εν λόγω Αλβανούς ευρίσκονται πάντοτε εν αναμονή της ανωτέρω αιτήσεως εκδόσεως. Δέον να σημειωθεί ότι η ιταλική διακοίνωσις ήτις ήτο συντεταγμένη υπό συνήθην τύπον τον αφορώντα τρέχοντα διοικητικά ζητήματα, αναφέρει ότι ο Δαούτ Χότζα ήτο από εικοσαετίας εγκατεστημένος εν Αλβανία.
Εν περιλήψει: 1ον) Δεν πρόκειται περί Αλβανού πατριώτου αλλά περί εγκληματίου κοινού δικαίου. 2ον) Οι φονείς δεν είναι Έλληνες αλλά Αλβανοί. 3ον) Ο Δαούτ Χότζα εξετέλεσε τα εγκλήματά του και επεκηρύχθη προ εικοσαετίας. 4ον) Αι ιταλικαί αρχαί είνε εν γνώσει των γεγονότων από εικοσαημέρου τουλάχιστον.
Δέον να προσθέσομεν ότι: 1ον) Η δήθεν περιφορά της κεφαλής του ληστού από χωρίου εις χωρίον, αποτελεί καθαρόν μύθευμα. 2ον) Είνε καθαρόν μύθευμα επίσης η δήθεν δολοφονία Αλβανού τινός επί του οποίου ευρέθη φύλλον περιέχον απειλάς παρομοίων φόνων. Είμεθα αφετέρου υποχρεωμένοι να υπογραμμίσωμεν κατά τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον ότι αι γενικωτέρας φύσεως διαβεβαιώσεις αι περιεχόμεναι εις τα πληροφορίας του ανωτέρω πρακτορείου δεν στηρίζονται επί της πραγματικότητος των γεγονότων.
Είνε παγκοίνως γνωστόν ότι παρά τας νίκας του 1912, αίτινες έφερον την ελληνικήν κατοχήν πέραν των σημερινών ελληνοαλβανικών συνόρων, η Ελλάς ανεγνώρισε την ευρωπαϊκήν απόφασιν την καθορίζουσαν τη σημερινή ελληνοαλβανικήν μεθόριον, ως οριστικήν. Όσον αφορά δήθεν το ζήτημα της Τσαμουργιάς, δέον να παρατηρήσωμεν ότι κατά την ανταλλαγήν των ελληνοτουρκικών πληθυσμών οι Μουσουλμάνοι της περιφερείας ταύτης εξέφρασαν επανειλημμένως την θέλησίν των να μεταναστεύσουν εις την Τουρκίαν. Αλλ’ επειδή είχε προβληθή εξ άλλου η αλβανική καταγωγή των Μουσουλμάνων τούτων, η ελληνική κυβέρνησις διαπνεόμενη εκ πνεύματος ευρυτάτης συνδιαλλαγής και όχι μόνον παρά τη θέλησιν των ενδιαφερομένων, αλλά και παρά μιαν σωφρονεστάτην γνωμάτευσιν της μικτής επιτροπής τεινούσης να εξετάση εν πλήρει αμεροληψία πάσαν ατομικήν περίπτωσιν, απέστη συνολικώς της ανταλλαγής εν τη χώρα ταύτη της Ηπείρου (νομός Θεσπρωτίας).
Όθεν λόγω των γεγονότων τούτων υπάρχουν σήμερον επί συνολικού πληθυσμού 65.074 κατοίκων της νομαρχίας ταύτης, 18.109 ανήκοντες εις την ως άνω κατηγορίαν.
Ο πληθυσμός ούτος απολαμβάνων των ευεργετημάτων μιας πατρικής διοικήσεως διαβιοί εν πλήρει αρμονία μετά των λοιπών συμπολιτών του.
Επιμένομεν επί του αριθμού τούτου των 18.000 όστις ουδέποτε υπήρξε μεγαλύτερος. Δέον εν τέλει προσθέσων ότι δεν είναι καν αναγκαίον να σημειώσει τις το αστήρικτον της βεβαιώσεως, καθ΄ήν ελληνικαί αρχαί είπον δήθεν ότι οι Ιταλοί θα εκδιωχθούν οσονούπω εξ Αλβανίας».
ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ
Οι προκλήσεις από την πλευρά των Ιταλών θα συνεχιστούν. Οι δημοσιογραφικές επιθέσεις κλιμακώνονται ως την παραμονή της κήρυξης του ελληνο-ιταλικού πολέμου. «Η δημοσιογραφική επίθεση των Ιταλών δυναμώνει», γράφει στις 14 Αυγούστου του 1940 ο
Γιώργος Σεφέρης, αναφερόμενος στην υπόθεση του Δαούντ Χότζα. Η Ελλάδα επιλέγει να μην προχωρήσει σε διπλωματική ή άλλη ενέργεια. Την ίδια ημέρα όμως το Αθηναϊκό Πρακτορείο μεταδίδει στα ξένα πρακτορεία το ποινικό μητρώο του Δαούντ Χότζα.
Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ΄(1934-1940) εκδ. Ίκαρος
Αύγουστος-Τετάρτη 14
«Όλη την ώρα δουλειά στο Υπουργείο. Το τηλέφωνο δε σταματά. Η δημοσιογραφική επίθεση των Ιταλών δυναμώνει, μολονότι δεν έχει γίνει ακόμη καμιά διπλωματική ή άλλη ενέργεια. Ο Νικολούδης πάει κι έρχεται στο Υπουργείο Εξωτερικών ιδρωμένος, τσακισμένος. Κρατά καλά. Ό Μεταξάς πάντα σταθερός αλλά ορισμένοι συνεργάτες του πού φοβούνται, καθώς φαίνεται, τον βαραίνουν. Αλίμονο αν, από τώρα, δείξουμε το φόβο μας.
Παράξενες εντυπώσεις από όσους βλέπω ή ακούω έξω από την υπηρεσία. Άλλοι που πριν λίγους μήνες ακόμη φώναζαν να βγούμε με τους Άγγλογάλλους τώρα λακίζουν. Άλλοι πολιτικατζήδες, δε συλλογίζουνται τίποτε άλλο παρά πως θα τα καταφέρουν να βρίσκουνται μ’ εκείνους που μπορεί να διαδεχτούν την κυβέρνηση- ελεεινή ράτσα».
Ακρόπολις – Αθηναϊκό Πρακτορείο 14 Αυγούστου 1940
Το ποινικόν μητρώο του Δαούντ Χότζα
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον μεταδίδει προς τα ξένα Πρακτορεία την κάτωθι ανακοίνωσιν:
«Εν σχέσει προς τον προ διμήνου επισυμβάντα φόνον του ονομαζόμενου Δαούντ Χότζα υπό δύο Αλβανών επί αλβανικού εδάφους, το ποινικόν μητρώον του εν λόγω Δαούντ Χότζα, παρέχει τα ακολούθους πληροφορίας:
1ον) Δια της υπ’ αριθ.36 και από 9ης Οκτωβρίου 1919, αποφάσεως του Κακουργιοδικείου Πρεβέζης ο Χότζα καθώς και οι συνένοχοί του Βασίλειος Γκότζια (χριστιανός), Μάλλιο Οσμάν (μουσουλμάνος), και Τάκε Νικομάνη (χριστιανός) κατεδικάσθησαν ερήμην εις ισόβιον ειρκτήν δια φόνον εκ προμελέτης των Βεχίπ Τσίμο (μουσουλμάνου) και Ζεκίρ Ρεχήπ (μουσουλμάνου).
2ον) Δια της υπ’ αριθ.14 και της από 14ης Νοεμβρίου 1919 αποφάσεως του Κακουργιοδικείου Ιωαννίνων, ο Χότζα κατεδικάσθη ερήμην εις εικοσαετή ειρκτήν, διότι μετά τινός συνενόχου του απεφάσισε και εξετέλεσεν τον φόνο του Ζεκίρ Ζέκο (μουσουλμάνου) και Ραχίπ Χαμπίμπεη (μουσουλμάνου).
3ον) Δια της υπ’ αριθ. 30 και από της 10ης Ιουνίου 1921 αποφάσεως του Κακουργιοδικείου Πρεβέζης, ο Χότζα καθώς και οι συνένοχοί του Τάκε Νικομάνη (χριστιανός), Κωνσταντίνος Σουλιώτης (χριστιανός) και Μάλλιο Μπούσι (μουσουλάνος) κατεδικάσθησαν ερήμην εις 17ετή ειρκτήν δια πράξεις ληστρικάς εναντίον των Αχμέτ Χασίμ (μουσουλμάνου), Μπαλούκ Μαχμέτ (μουσουλμάνου) και Ισμαήλ Τσόρτσι (μουσουλμάνου) δια ζωοκλοπήν και απόπειραν φόνου εναντίον του Χουσεϊν Γιακούμπ (μουσουλμάνου) και Βασιλείου Τσουβάλη (χριστιανού) και δια παράνομον οπλοφορίαν.
4ον) Δια της υπ’ αριθ 14 αποφάσεως του Δεκεμβρίου του 1921 του Κακουργιοδικείου Πρεβέζης, ο Χότζα κατεδικάσθη ερήμην εις τετραετή εικτρήν δι΄απόπειραν εκβιασμού.
5ον) Δια της υπ’ αριθ. 22 αποφάσεως του 1923 του Κακουργιοδικείου Ιωαννίνων ο Χότζα καθώς και οι συνένοχοί του Τάκε Πλιάτσικας (χριστιανός) και Τάκε Ζόγα (χριστιανός) κατεδικάσθησαν ερήμην εις δεκαοκταετή εικτρήν δι΄απόπειραν φόνου. Ο ληστής Ζόγα συλληφθείς ολίγον αργότερον απεκεφαλίσθη.
6ον) Δια της υπ’ αριθ. 9 αποφάσεως της 6ης Μαϊου του 1925 του Κακουργιοδικείου Ιωαννίνων, ο Χότζα καθώς και οι συνένοχοί του Χρίστος Σούλας (χριστιανός) και Αναστάσιος Γεωργίου (χριστιανός) κατεδικάσθησαν ερήμην εις θάνατον δι΄απαγωγήν, εκβιασμόν και παράνομον οπλοφορίαν.
7ον) Δια της υπ’ αριθ. 23 αποφάσεως της 8ης Οκτωβρίου 1925 του Κακουργιοδικείου Ιωαννίνων, ο Χότζα καθώς και ο συνενόχος του Τάκε Νικομάνη (χριστιανός) κατεδικάσθησαν ερήμην εις θάνατον δια ληστρικάς πράξεις.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι ο Χότζα ενήργει χωρίς να κάμη διάκρισιν μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων, ούτε όταν επρόκειτο να εκλέξει τους συνενόχους του, ούτε όταν επρόκειτο να εκλέξει τα θύματά του».
Ο ΤΟΡΠΙΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ «ΕΛΛΗΣ»
Στις 15 Αυγούστου 1940 το εύδρομον «Έλλη» που βρισκόταν στην Τήνο για τη γιορτή της Παναγίας, τορπιλίζεται από ιταλικό υποβρύχιο. Η ελληνική κυβέρνηση, αν και γνωρίζει την ίδια κιόλας μέρα, δεν ανακοινώνει τον εχθρό προσπαθώντας να αποτρέψει τον πόλεμο. Η Ιταλία κατηγορεί την Αγγλία για τον τορπιλισμό. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο αναμεταδίδει τις εκτιμήσεις για το χτύπημα: «Εξ εγκύρων αγγλικών κύκλων εδηλώθη ότι ουδέν αγγλικόν υποβρύχιον ευρίσκετο πλησίον της ελληνικής νήσου Τήνου». Ο Γιώργος Σεφέρης αναφέρεται με μοναδικό τρόπο στον τορπιλισμό της Έλλης και είναι αποκαλυπτικός για τη στάση του Ιταλού ανταποκριτή του πρακτορείου Στέφανι όταν ειδοποιείται από το υπουργείο Τύπου να προσέλθει για να παραλάβει το ελληνικό ανακοινωθέν.
Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ΄1934-1940 εκδ. Ίκαρος
15 Αυγούστου
«Βούλιαξαν την Έλλη. Στις 10 ο Υπουργός μου τηλεφώνησε να είμαι στο γραφείο στις 12 με τα ανακοινωθέντα μας. Το βράδυ, ως τις 10 πάλι στο Υπουργείο. Πυρετός τριγύρω. Κρατώ αρκετά καλά. Όσο συμφωνώ, τίποτε δε με πειράζει. Φτάνει να σταθούν γερά οι παραπάνω. Γυρίζοντας το μεσημέρι από το γραφείο, πέρασα από τον Κήπο. Μόνη στιγμή που μπόρεσα να συλλογιστώ. Προσπάθησα να φανταστώ το ασπροθαλασσίτικο λιμάνι, το μάζεμα των προσκυνητάδων, το συνωστισμό, τη μυρωδιά των κακοταξιδεμένων και ξενυχτισμένων κορμιών, τους μικροπουλητάδες, την ατμόσφαιρα της δέησης και του θαύματος. Ο πρωινός ήλιος, η θάλασσα, το καραβάκι στολισμένο μ’ όλες του τις σημαίες, τα’ άσπρα σκουφιά του αγήματος στο κατάστρωμα. Και ξαφνικά, χωρίς να φανεί τίποτε, χωρίς να περιμένει κανείς τίποτε, σαν ένας άντρας που σωριάζεται με μια μαχαιριά στη ράχη καθώς ψέλνει ο παπάς, τις τρεις τορπίλες, τη φωτιά στο καράβι, τον τρόμο στ’ ανθρωπομάζωμα. Προσπάθησα ακόμη να φανταστώ το νέο παλικάρι, τον καπετάνιο του υποβρυχίου που έκανε την άναντρη πράξη, κι αν δεν είχε στο στόμα του, την ώρα εκείνη, μια γέψη σα να είχε μασήσει σκατά. Ένας νέος χριστιανός που έγινε μπόγιας μέσα στο σπίτι της Παναγιάς, καθώς θα έλεγε ο Μακρυγιάννης.
Στο μεταξύ ο ανταποκριτής του Στέφανι τηλεγραφεί: «Ευτυχώς, εδώ δεν κακομεταχειρίζονται όλοι την αλήθεια. Γιατί υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν πως το ελληνικό πολεμικό το βούλιαξαν οι Εγγλέζοι, για να χαλάσουν τις σχέσεις της Ιταλίας με την Ελλάδα».
Ο ίδιος άνθρωπος, το πρωί, όταν του τηλεφωνήσαμε να ‘ρθει να πάρει το ανακοινωθέν, μας αποκρίθηκε πως δεν αξίζει τον κόπο να ενοχληθεί για τόσο μικρό ζήτημα.
Οι Γερμανοί ακολουθούν την ίδια ταχτική:
«Θα ευχόμουνα”, μου έλεγε ένας από αυτούς, να ήταν η υπόθεση της Έλλης μια δεύτερη υπόθεση Athenian-μα πέστε μου, αλήθεια, δεν ξέρετε τι υποβρύχιο ήταν; ” Και όταν είπα πως δεν ξέρουμε:
“Μα δεν έχετε ούτε υπόνοιες; ” ξαναρώτησε.
“Όσο για τις υπόνοιες”, αποκρίθηκα,
“είμαστε ουδέτεροι.”».
Ακρόπολις Σάββατο 17 Αυγούστου 1940
Η εντύπωσις εις το εξωτερικόν δια την απώλειαν του εύδρομου «ΕΛΛΗ»
ΛΟΝΔΙΝΟΝ 16, (Α.Π.): Καθ’α ανακοινοί το Πρακτορείον Ρώϋτερ, εις τους ενταύθα αρμοδίους κύκλους εκφράζεται βαθεία συμπάθεια προς τον ελληνικόν λαόν δια τη απώλεια του ευδρόμου «Έλλη».
Παρατηρείται ενταύθα ότι η απώλεια αύτη θα είνε περισσότερον αισθητήν εις τον ελληνικόν λαόν, διότι συνέβη κατά την ημέραν ενός μεγάλου θρησκευτικού προσκυνήματος.
Το πρακτορείον Ρώϋτερ δημοσιεύει επίσης πληροφορίας εξ Αθηνών περί της αγανακτήσεως, την οποία προκάλεσε παρά την ελληνική κοινή γνώμη ο εγκληματικός τορπιλισμός του πολεμικού «Έλλη» και της απηχήσεως των αισθημάτων αυτών του ελληνικού λαού εις την αρθρογραφίαν των εφημερίδων.
Εξ εγκύρων αγγλικών κύκλων εδηλώθη ότι ουδέν αγγλικόν υποβρύχιον ευρίσκετο πλησίον της ελληνικής νήσου Τήνου εις το Αιγαίον, όταν το ελληνικόν πολεμικόν «Έλλη» ετορπιλίσθη.
ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ 16, (Α.Π.): Το Ημιεπίσημον Γερμανικό Πρακτορείον, εις την εκπομπήν του της 9.15 νυκτερινής της 15ης Αυγούστου, μετέδωκε εκτενείς λεπτομερείας του τορπιλισμού του ελληνικού πολεμικού «Έλλη» εις την Τήνον, υπό υποβρυχίου αγνώστου εθνικότητος. Το Γερμανικόν Πρακτορείον προσθέτει ότι το θλιβερόν αυτό συμβάν προεκάλεσεν οδυνηράν και βαθείαν συγκίνησιν μεταξύ της ελληνικής κοινής γνώμης.
ΡΩΜΗ 16, (Α.Π): Κατ’ ανακοίνωσιν του πρακτορείου Στέφανι, οι υπεύθυνοι ρωμαϊκοί κύκλοι απέκρουσαν τους δημοσιευθέντας εις τον αγγλικόν τύπον υπαινιγμούς τους τείνοντας να επιρρίψουν εις την Ιταλίαν την οδύνην δια τον τορπιλλισμόν του ελληνικού πολεμικού πλοίου «Έλλη». Τονίζεται αρμοδίως ότι ουδέν ιταλικόν υποβρύχιον ανέφερεν ότι ετορπίλλισε ελληνικόν πολεμικόν πλοίον και έτι πλέον ουδέν ιταλικόν υποβρύχιον ευρίσκετο τας τελευταίας αυτάς ημέρας εγγύς της θέσεως όπου η «Έλλη» ετορπιλλίσθη.
Ο ΙΤΑΛΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΣΤΑ ΣΥΝΟΡΑ- «ΠΟΛΕΜΟΣ ΝΕΥΡΩΝ»
Στις 21 Αυγούστου ο Γιώργος Σεφέρης αναφέρεται στην συνέχεια των επιθέσεων του ιταλικού τύπου και στις πληροφορίες για τη συγκέντρωση του ιταλικού στρατού στα σύνορα. «Κρατούμε στον πόλεμο νεύρων», αναφέρει ο μεγάλος Έλληνας ποιητής. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο διαψεύδει την αλβανική εφημερίδα «Τομόρι» που αναδημοσίευσε το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων πως τάχα οι ελληνικές αρχές έχουν οργανώσει ένοπλες συμμορίες για να καταπιέσουν τους «Αλβανούς της Τσαμουργιάς». «Ο πληθυσμός ολοκλήρου της Ελλάδος, άνευ ουδεμιάς εξαιρέσεως, διάγει ειρηνικώς και είνε απηλλαγμένος πάσης ανωμαλίας και πάσης απειλής», γράφει το Αθηναϊκό Πρακτορείο και τονίζει ότι «ουδεμία ένοπλος συμμορία, εν ουδεμία στιγμή, εσχηματίσθη εν Ελλάδι δι’ οιονδήποτε σκοπόν».
Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ’ (1934-1940 εκδ. Ίκαρος)
Τετάρτη, 21 Αυγούστου 1940
«H επίθεση του ιταλικού Τύπου, πού είχε σταματήσει από το περασμένο Σάββατο, περιορισμένη μόνο στην Τομόρι των Τιράνων, μοιάζει να ξαναρχίζει σήμερα στο Giornale d’ Italia. Στο μεταξύ o ιταλικός στρατός — 130-150 χιλιάδες όπως λένε — συγκεντρώνεται στα σύνορα μας. Οι Γερμανοί μας συμβουλεύουν : «Μην κάνετε επιστράτευση• μη δώσετε, προς θεού, αφορμή.» Πολλοί στην Κυβέρνηση τους πιστεύουν. . . Πιστεύω πώς μας κοροϊδεύουν. Αν οι Ιταλοί θέλουν να κάνουν το κόλπο τους, οι σύμμαχοι τους έχουν κάθε συμφέρον να επιτύχουν εύκολα και γρήγορα, έχουν συμφέρον να μην είμαστε έτοιμοι. Ωστόσο κρατούμε στον πόλεμο των νεύρων. Πάρα κάτω όμως; Σημεία όπου αισθάνομαι διακοπή της στερεότητας».
Ακρόπολις 22 Αυγούστου 1940
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον διεβίβασεν εις όλα τα Τηλεγραφικά Πρακτορεία του Εξωτερικού το εξής ανακοινωθέν:
«Σχετικώς με τα φήμας, τας οποίας ανέγραψεν η αλβανική εφημερίς “Τομόρι” και ανεδημοσίευσε το Πρακτορείον Στέφανι, καθ’ας αι ελληνικαί αρχαί ωργάνωσαν από πολλών μηνών ενόπλους συμμορίας δια να καταπιέσουν τους Αλβανούς της Τσαμουργιάς, είμεθα εις θέσιν να προβάλωμεν εις τα φήμας αυτάς, αίτινες στερούνται πάσης υποστάσεως, την μάλλον κατηγορηματικήν διάψευσιν. Ο πληθυσμός ολοκλήρου της Ελλάδος, άνευ ουδεμιάς εξαιρέσεως, διάγει ειρηνικώς και είνε απηλλαγμένος πάσης ανωμαλίας και πάσης απειλής, χάρις εις την πατρικήν και άγρυπνον διοίκησιν της ελληνικής κυβερνήσεως. Ουδεμία ένοπλος συμμορία, εν ουδεμία στιγμή, εσχηματίσθη εν Ελλάδι δι΄οιονδήποτε σκοπόν. Η πειθαρχία τόσο των αρχών, όσο και του πληθυσμού, αποκλείει πάσαν τοιούτου είδους ιδέαν».
ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΗΠΕΙΡΟΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1940, και ενώ αλβανικές εφημερίδες συνεχίζουν να μεταδίδουν ότι στην Ήπειρο σχηματίζονται ένοπλες συμμορίες «όπως διασπαρή η τρομοκρατία εκατέρωθεν των ελληνοαλβανικών συνόρων», το Αθηναϊκό Πρακτορείο απαντά σε μια νέα επίθεση. Αυτή τη φορά στο στόχαστρο Ιταλίας και Αλβανίας βρίσκεται ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων ο οποίος «φέρεται ως δώσας δήθεν οδηγίας εις επισκόπους της Ηπείρου όπως προβούν εις τον σχηματισμόν συμμοριών ατάκτων». «Είμεθα εξουσιοδοτημένοι να διαψεύσωμεν με τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον την φαντασιώδην αυτήν είδησιν εναντίον της σεβασμίας προσωπικότητος του ανωτάτου λειτουργού της Εκκλησίας, του οποίου η δράσις περιορίζεται αποκλειστικώς εις την επιτέλεσιν του πνευματικού του έργου», αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων στις 6 Σεπτεμβρίου του 1940.
Ακρόπολις 23 Αυγούστου 1940
Νέα απάντησις του Αθηναϊκού Πρακτορείου εις τας ψευδολόγους κατηγορίας
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείο απέστειλες χθες εις τη νύκτα προς όλα τα ξένα τηλεγραφικά πρακτορεία το ακόλουθον τηλεγράφημα:
«Ευρισκόμεθα εις την ανάγκην να επανέλθωμεν επί των φημών, αίτινες διασπείρονται ολονέν περισσότερον υπό αλβανικών εφημερίδων και εκπέμπονται υπό του Πρακτορείου Στέφανι, καθ΄ας εσχηματίσθησαν δήθεν συμμορίαι εις την Ήπειρον υπό την διεύθυνσιν Έλληνος συνταγματάρχου της χωροφυλακής (ανυπάρκτου άλλωστε) και διενεμήθησαν εις αυτάς όπλα υπό των ελληνικών αρχών, προς τον σκοπόν όπως διασπαρή η τρομοκρατία εκατέρωθεν των ελληνο-αλβανικών συνόρων.
»Είμεθα εις θέσιν να διαψεύσωμεν εξ ολοκλήρου τα φαντασιώδεις αυτάς εφευρέσεις, αι οποίαι έχουν χαρακήρα μυθιστορήματος. Είναι ακατανόητον το να επιχειρήται ν΄αποδοθούν εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν παρόμοιαι ενέργειαι. Η δήθεν μετάβασις εις τα σύνορα ξένων, συνοδευομένων υπό Ελλήνων αξιωματικών, στερείται πάσης υποστάσεως. Ως προς τους υπαινιγμούς τους αφορώντας τα ελληνικά δικαστήρια, είνε ανίκανοι να θίξουν το γόητρόν των και την υψηλήν των αντίληψιν της δικαιοσύνης».
Ακρόπολις 6 Σεπτεμβρίου 1940
Νέα διάψευσις του Αθηναϊκού Πρακτορείου ανακριβειών της «Τομόρι»
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον απηύθυνε προς όλα τα ξένα Τηλεγραφικά Πρακτορεία το ακόλουθον τηλεγράφημα:
«Η αλβανική εφημερίς “Τομόρι” συνεχίζουσα την εκστρατείαν της, την αποβλέπουσα εις την διάδοσιν ψευδών ειδήσεων, έθεσεν εις κυκλοφορίαν νέαν κατηγορίαν, στρεφομένη την φοράν αυτήν εναντίον του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ιωαννίνων, όστις φέρεται ως δώσας δήθεν οδηγίας εις επισκόπους της Ηπείρου όπως προβούν εις τον σχηματισμόν συμμοριών ατάκτων. Είμεθα εξουσιοδοτημένοι να διαψεύσωμεν με τον πλέον κατηγορηματικόν τρόπον την φαντασιώδην αυτήν είδησιν εναντίον της σεβασμίας προσωπικότητος του ανωτάτου λειτουργού της Εκκλησίας, του οποίου η δράσις περιορίζεται αποκλειστικώς εις την επιτέλεσιν του πνευματικού του έργου».
ΟΙ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΙ ΦΟΝΟΙ-Η ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ…ΦΟΝΕΥΘΕΝΤΟΣ
Στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1940 το Ιταλικό Πρακτορείο Ειδήσεων Στέφανι αναμεταδίδει δημοσίευμα της αλβανικής «Τομόρι» ότι τρεις μουσουλμάνοι της Ηπείρου δολοφονήθηκαν από Έλληνες. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων δίνει «διασαφηνίσεις επί των ‘τριών φόνων’ τους οποίους έπλασσεν η φαντασία της «Τομόρι». Λίγες ώρες μετά ακολουθεί νέο τηλεγράφημα του Αθηναϊκού Πρακτορείου με δηλώσεις από την Παραμυθιά ενός εκ των τριών που φέρονται ως φονευθέντες. Το υποτιθέμενο θύμα ζει…
Ακρόπολις 29 Σεπτεμβρίου 1940
Απάντησις του Αθηναϊκού Πρακτορείου προς την «Τομόρι»
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον απηύθυνε εις όλα τα ξένα Τηλεγραφικά Πρακτορεία το ακόλουθον τηλεγράφημα:
Το Πρακτορείον Στέφανι ανεδημοσίευσε νέον κεφάλαιον του μυθιστορήματος υπό της αλβανικής εφημερίδος “Τομόρι” επί των δήθεν εγκλημάτων των διαπραχθέντων εναντίον Μουσουλμάνων της Ηπείρου. Είμεθα εις θέσιν να παράσχωμεν τας ακολούθους διασαφηνίσεις επί των τριών “φόνων” τους οποίους έπλασσεν η φαντασία της “Τομόρι”: Το πρώτο “θύμα”, ο Μαντζάρ Ρετζέπ, του χωρίου Χλομποτσάρι, είνε πρόσωπον ανύπαρκτον και εις το χωρίον αυτό ουδείς φόνος διεπράχθη από του 1927, οπότε εις Μουσλμάνος εφόνευσεν ένα άλλον Μουσουλμάνον δια χρηματικάς διαφοράς. Το δεύτερον “θύμα”, Ριζά Καλί, της Παραμυθιάς, είνε όντως υπαρκτόν πρόσωπον, με την διαφοράν ότι απολαύει πλήρους υγείας. Το τρίτον “θύμα”, μια γυνή υπό το όνομα Τζεμάλ Χότζια, του χωρίου Καρβουνάρι, είνε πρόσωπον ανύπαρκτον. Και εις το χωρίον αυτό ουδείς φόνος διεπράχθη από του 1932, οπότε εις Μουσουλμάνος εφόνευσε την γυναίκα του δια λόγους τιμής. Οφείλομεν να προσθέσωμεν ότι εις υπό το όνομα Τζεμάλ Χότζια έζη πράγματι μέχρι του 1903 εις το χωρίον αυτό και απέθανεν εκ φυσικού θανάτου κατά το 1909».
Ακρόπολις 1 Οκτωβρίου 1940
Mια νέα διάψευσις του Αθηναϊκού Πρακτορείου
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον λαβόν εκ Παραμυθιάς το τηλεγράφημα περί του οποίου γίνεται λόγος κατωτέρω, διεβίβασεν προς όλα τα ξένα Τηλεγραφικά Πρακτορεία το ακόλουθον τηλεγράφημα:
«Ελάβομεν εκ Παραμυθιάς της Ηπείρου το ακόλουθον τηλεγράφημα, εκ μέρους του κ. Ριζά Καλή, τον οποίον αι αλβανικαί εφημερίδες και ο αλβανικός ραδιοφωνικός σταθμός έφερον άλλοτε ως φονευθέντα και άλλοτε ως εξαφανισθέντα: “Ο ραδιοφωνικός σταθμός ανήγγειλεν ότι απήχθην επ’ αυτοκινήτου υπό αγνώστων και αγνοείται η τύχη μου”. Διαψεύδω κατηγορηματικά την τοιαύτην κακόβουλον είδησιν πληροφορών ότι ουδέν απολύτως επεισόδιον μοί συνέβη ποτέ και λυπούμαι διότι μεταχειρίζονται το όνομα μου δια προπαγανδιστικούς σκοπούς. Υπογραφή: Ριζά Καλής».
26 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940: Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΣΑΡΑΝΤΑ
Στις 26 Οκτωβρίου το ιταλικό πρακτορείο Στέφανι μεταδίδει ότι ένοπλη ελληνική συμμορία επιτέθηκε με πυροβολισμούς και χειροβομβίδες εναντίον αλβανικών φυλακίων πλησίον της Κορυτσάς. Είναι η τελευταία πράξη του προβοκατόρικου σχεδίου του Ιταλού τοποτηρητή στην Αλβανία, προκειμένου να προκαλέσει την εισβολή στην Ελλάδα. Το προηγούμενο βράδυ, σύμφωνα με όσα μετέδιδε το πρακτορείο, είχε γίνει έκρηξη τριών βομβών κοντά στο γραφείο του Ιταλού λιμενάρχη στους Αγίους Σαράντα και οι αρχές αναζητούσαν τους «Έλληνες ή Βρετανούς πράκτορες που τις έβαλαν». Αυτό για τους Ιταλούς θα ήταν αφορμή πολέμου. Το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων διαψεύδει κατηγορηματικά και τις δύο ειδήσεις με εντολή του Μεταξά. Οι πληροφορίες του Αθηναϊκού Πρακτορείου είναι «εξ αρμοδίων πηγών», όπως θα λέγαμε σήμερα… «σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές».
Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ΄(1934-1940) εκδ. Ίκαρος
Οκτώβρης
Νύχτα Σαββάτου προς Κυριακή (26-27). «Κατά τη μία μού τηλεφώνησαν την είδηση του «Στέφανι»: Μια συμμορία ελληνική μπήκε στο αλβανικό έδαφος και χτυπήθηκε με τους Ιταλούς κατά τα μέρη της Βίγλιστας. Δύο μπόμπες στην κατοικία του Ιταλού διοικητή στους Αγίους Σαράντα. Οι δράστες, λένε οι Ιταλοί, είναι Έλληνες ή Άγγλοι κατάσκοποι. Ο Νικολούδης είναι στην ιταλική πρεσβεία που έχει δεξίωση, ύστερα από την πρεμιέρα μιας όπερας του Πουτσίνι στο “Βασιλικό”. Είπα να τον ειδοποιήσουν αμέσως. Οι διαψεύσεις βγήκαν τη νύχτα, καθαρές και ξάστερες. Ο Νικολούδης μου διηγήθηκε πως ο ίδιος ο σινιόρ Γκράτσι τον οδήγησε στο τηλέφωνο, και, όταν τέλειωσε, τον ρώτησε: “Mauvaises nouvelles? ” Τ’ αποκρίθηκε: “Rien d’ extraordinaire”, κι έφυγε μετά πέντε λεπτά για να πάει στον πρόεδρο».
Ακρόπολις 27 Οκτωβρίου 1940
Κατηγορηματική διάψευσις του Αθηναϊκού Πρακτορείου εις τα χθεσινάς πληροφορίας του Στέφανι περί επεισοδίων και συμπλοκών εις τα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Ρώμη, 26 (Α.Π.): το πρακτορείον Στέφανι μεταδίδει το ακόλουθον εκ Τιράνων τηλεγράφημα:
«Ένοπλος ελληνική συμμορία επετέθη σήμερον την πρωϊαν δια πυροβολισμών εναντίον αλβανικών φυλακίων, πλησίον της Κορυτσάς, νοτίως της διαβάσεως Καπέστιτσα. Η άμεσος αντίδρασις της αλβανικής περιπόλου και η επακολουθήσασα επέμβασις άλλων αποσπασμάτων επέτρεψαν την άμεσον απόκρουσιν της εχθρικής ομάδος, ήτις είχεν εισχωρήσει εντός του αλβανικού εδάφους. Εξ εκ των επιτεθέντων Ελλήνων συνελήφθησαν. Αι απώλειαι των Αλβανών ανέρχονται εις δύο στρατιώτας νεκρούς και τρεις τραυματίας».
Ρώμη, 26 (Α.Π.): το πρακτορείον Στέφανι μεταδίδει εκ Τιράνων το ακόλουθον τηλεγράφημα:
«Χθες την εσπέραν τρεις βόμβαι εξερράγησαν πλησίον της έδρας του γραφείου του Ιταλού λιμενάρχου του λιμένος Έντα (Αγίων Σαράντα). Υπάρχουν δύο ελαφρώς τραυματισμένοι. Καταζητούνται δραστηρίως οι Έλληνες ή Βρετανοί πράκτορες, εις τους οποίους οφείλεται η απόπειρα αύτη».
Διάψευσις Αθηναϊκού Πρακτορείου
Το Αθηναϊκόν Πρακτορείον εις απάντησιν των ανωτέρω τηλεγραφημάτων του Πρακτορείου Στέφανι απέστειλεν εις όλα τα Τηλεγραφικά Πρακτορεία του εξωτερικού την κάτωθι ανακοίνωσιν:
«Τα εκ Τιράνων τηλεγραφήματα, τα διαβιβασθέντα εκ Ρώμης δια του Πρακτορείου Στέφανι και κατά τα οποία εισήλθε δήθεν εις το αλβανικό έδαφος και προσέβαλεν αλβανικά φυλάκια πλησίον της Κορυτσάς, νοτίως της διαβάσεως Καπέστιτσα, είνε απολύτως ψευδή. Ουδεμία ελληνική συμμορία διήλθε τα αλβανικά σύνορα εις οιονδήποτε αυτών σημείον. Είνε γνωστόν ότι ουδεμία συμμορία ούτε εσχηματίσθη, ούτε είνε δυνατόν να σχηματισθή εντός του ελληνικού εδάφους, δεδομένου ότι αι ελληνικαί στρατιωτικαί και πολιτικαί αρχαί εξασφαλίζουν αδιατάρακτον την τάξιν.
Επίσης, το αναγγελθέν εκ Ρώμης υπό του πρακτορείου Στέφανι, ότι κατ’ ειδήσεις εκ Τιράνων, εξερράγη βόμβα εις το Ιταλικόν λιμεναρχείον του λιμένος Έντα (Αγίων Σαράντα) και ότι ενέργειαι τοιαύτης φύσεως δύνανται ν’ αποδοθούν εις Έλληνας, δήθεν όργανα ελληνικών αρχών, θεωρείται ενταύθα ως προσπάθεια αυτόχρημα παιδαριώδης. Αγνοείται εάν συνέβη τι εις τους Αγίους Σαράντα, αλλά πάντως ουδεμία ελληνική ανάμιξις είνε δυνατή εις τοιαύτης φύσεως υποθέσεις.
Εν σχέσει με τα τηλεγραφήματα του πρακτορείου Στέφανι περί ων αι δύο ανωτέρω διαψεύσεις, το Αθηναϊκόν Πρακτορείον πληροφορείται εξ αρμοδίας πηγής ότι αι ελληνικαί στρατιωτικαί αρχαί των συνόρων κατόπιν των τηλεγραφηθέντων εκ Τιράνων, ερωτηθείσαι εξ Αθηνών, εβεβαίωσαν τα εξής:
Ουδέν απολύτως επεισόδιον συνέβη εις τα ελληνοαλβανικά σύνορα, αλλ’ απλώς την νύκτα της Παρασκευής προς το Σάββατον, περί ώραν 2αν πρωϊνήν, τα ελληνικά φυλάκια ήκουσαν προς την κατεύθυνσιν της Βιγγλίτσης, εντός του αλβανικού εδάφους ευρισκομένης, εις απόστασιν ολίγων χιλιομέτρων πέραν της ελληνο-αλβανικής μεθορίου, πυροβολισμούς. Επαναλαμβάνεται ότι επί της γραμμής των ελληνο-αλβανικών συνόρων δεν συνέβη απολύτως τίποτε. Όπως δε είναι τοποθετημένα τα ελληνικά φυλάκια αποκλείεται εντελώς η διάβασις των συνόρων, είτε προς την Ελλάδα είτε προς την Αλβανίαν. Υπάρχουσι πληροφορίαι ότι εντός του αλβανικού εδάφους σχηματίζονται αλβανικαί συμμορίαι άγνωστον προς ποίον σκοπόν».
Ακρόπολις 27 Οκτωβρίου 1940-2α έκδοσις
Νεώτεραι πληροφορίαι δια το ανακοινωθέν του πρακτορείου Στέφανι
Εν συνεχεία των προηγουμένων τηλεγραφημάτων, το Αθηναϊκόν Πρακτορείον απέστειλε προς όλα τα ξένα πρακτορεία το κάτωθι τηλεγράφημα:
«Εν συνεχεία των σημερινών μας ανακοινώσεων εν σχέσει προς τα επεισόδια εν Αλβανία, τα τηλεγραφηθέντα υπό του πρακτορείου Στέφανι, είμεθα εις θέσιν να προσθέσωμεν τας κάτωθι λεπτομερείας παρασχεθείσας αρμοδίως αργά τη νύκτα: Οι πυροβολισμοί οι ακουσθέντες υπό των ελληνικών φυλακίων προήρχοντο εκ του χωρίου Βέρνικ, επί αλβανικού εδάφους απέχοντος πέντε χιλιόμετρα εκ της Βιγλίστης, και τέσσαρα χιλιόμετρα εκ των ελληνικών συνόρων. Ο Έλλην αξιωματικός διοικητής του απέναντι φυλακίου, ο ακούσας πυροβολισμούς, ειδοποίησε τον απέναντί του Ιταλόν αξιωματικόν περί των πυροβολισμών, τους οποίους ήκουσεν επί αλβανικού εδάφους και συμφώνως προς τους στρατιωτικούς κανονσμούς δια τα σύνορα, εζήτησε συνάντησιν μετ΄αυτού, όπως πληροφορηθή περί των συμβαινόντων και συνεννοηθή σχετικώς μετ΄αυτού. Ο Έλλην αξιωματικός δεν έλαβε μέχρι της στιγμής ταύτης απάντησιν».
ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ
Το βράδυ της 25ης Οκτωβρίου του 1940, το ελληνικό Εθνικό Θέατρο εγκαινιάζει τη χειμερινή του περίοδο με την παράσταση «Μαντάμ Μπατερφλάι» του Πουτσίνι από τη Λυρική Σκηνή. Την παράσταση παρακολουθεί η κυβέρνηση Μεταξά, ο βασιλιάς Γεώργιος με την οικογένειά του, η ηγεσία της ιταλικής πρεσβείας, και ο γιος του Πουτσίνι με τη σύζυγό του. Το επόμενο βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, προς τιμήν του ζεύγους Πουτσίνι, η ιταλική πρεσβεία δίνει δεξίωση. Η πολιτική εκπροσώπηση της χώρας περιορίζεται στις παρουσίες του μόνιμου υφυπουργού Εξωτερικών Ν. Μαυρουδή και του υφυπουργού Τύπου και Τουρισμού Θ. Νικολούδη (σ.σ. αναφορά στη δεξίωση κάνει και στην παραπάνω εγγραφή στο ημερολόγιο του ο Γιώργος Σεφέρης). Η δεξίωση ξεκίνησε αργά το βράδυ και κράτησε ως τα ξημερώματα. Τα τραπέζια ήταν διακοσμημένα με ελληνικές και ιταλικές σημαίες. Την ώρα της δεξίωσης στην ιταλική πρεσβεία φθάνει σε κομμάτια ένα κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα.
Μετά τις 5 το πρωί της 27ης Οκτωβρίου του 1940, όταν έφυγαν και οι τελευταίοι καλεσμένοι από την ιταλική πρεσβεία, ο πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι πήρε το αποκρυπτογραφημένο τηλεγράφημα κι άρχισε να το διαβάζει. Επρόκειτο για μια τελεσιγραφική διακοίνωση της ιταλικής προς την ελληνική κυβέρνηση. Το κείμενο της διακοίνωσης συνοδευόταν από μια σειρά οδηγίες σχετικά με τον τρόπο που όφειλε να χειριστεί το θέμα η ηγεσία της πρεσβείας. Η επίδοση της διακοινώσεως έπρεπε να γίνει χωρίς προειδοποίηση στις 3 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου. Οι οδηγίες ακολουθήθηκαν κατά γράμμα. Δέκα περίπου λεπτά πριν την 3η πρωινή της 28ης Οκτωβρίου ο Γκράτσι, ο στρατιωτικός ακόλουθος της ιταλικής πρεσβείας κι ένας διερμηνέας έφτασαν έξω από την κατοικία του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά στην Κηφισιά. Ο πόλεμος ήταν πια εδώ…
Γιώργος Σεφέρης-Μέρες Γ΄(1934-1940)
Οκτώβρης-Δευτέρα 28
Κοιμήθηκα δύο το πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στις τρεις και μισή μια φωνή μέσα από το τηλέφωνο με ξύπνησε: «Έχουμε πόλεμο». Τίποτε άλλο, ο κόσμος είχε αλλάξει. Η αυγή, που λίγο αργότερα είδα να χαράζει πίσω από τον Υμηττό, ήταν άλλη αυγή: άγνωστη. Περιμένει ακόμη εκεί που την άφησα. Δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, αλλά ξέρω πως θα φέρει το μεγάλο μεσημέρι.
Ντύθηκα κι έφυγα αμέσως. Στο Υπουργείο Τύπου δυο-τρεις υπάλληλοι. Ο Γκράτσι είχε δει τον Μεταξά στις τρεις. Του έδωσε μια νότα και του είπε πως στις 6 τα ιταλικά στρατεύματα θα προχωρήσουν. Ο πρόεδρος του αποκρίθηκε πως αυτό ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου, και όταν έφυγε κάλεσε τον πρέσβη της Αγγλίας.
Αμέσως έπειτα με τον Νικολούδη στο Υπουργείο Εξωτερικών. Ο πρόεδρος ήταν μέσα με τον πρέσβη της Τουρκίας. Στο γραφείο του Μαυρουδή, ο Μελάς έγραφε σπασμωδικά ένα τηλεγράφημα. Ο Μαυρουδής μέσα στο παλτό του σαν ένα μικρό σακούλι. Διάβασα τη νότα του Γκράτσι. Ο Γάφος κι ο Παπαδάκης τηλεφωνούσαν. Καθώς ετοίμαζα το τηλεγράφημα του Αθηναϊκού πρακτορείου, μπήκε ο Τούρκος πρέσβης για να ιδεί τη νότα και σε λίγο ο πρόεδρος με όψη πολύ ζωντανή. Έπειτα άρχισαν να φτάνουν οι υπουργοί, χλωμοί περισσότερο ή λιγότερο, καθένας κατά την κράση του. Το υπουργικό συμβούλιο κράτησε λίγο. Ο Μεταξάς πήγε αμέσως στο γραφείο του κι έγραψε το διάγγελμα στο λαό . Το πήραμε και γυρίσαμε στο υπουργείο τύπου. Μέσα από τα τζάμια του αυτοκινήτου, η αυγή μ’ ένα παράξενο μυστήριο χυμένο στο πρόσωπό της. Έγραψα μαζί με το Νικολούδη το διάγγελμα του βασιλιά. Καμιά δακτυλογράφος ακόμη• πήγα σπίτι μια στιγμή και το χτύπησα στη γραφομηχανή μου. Η Μαρώ μού είχε ετοιμάσει καφέ. Γύρισα στο Υπουργείο.
ΑΠΕ