Χαρακτηρίστηκε ως η “Βασίλισσα του Technicolor”, όχι μόνο γιατί στην εποχή της πρωτοχρησιμοποιήθηκε η πιο εντυπωσιακή κινηματογραφική τεχνολογία, τη χρυσή εποχή του Χόλιγουντ, αλλά γιατί ήταν από μόνη της ένα θεϊκό πλάσμα που μόνο τα έντονα χρώματα μπορούσαν να δώσουν ένα μέρος της εντυπωσιακής ομορφιάς της. Η διάσημη κοκκινομάλλα του Χόλιγουντ διέθετε και πράσινα εξωτικά μάτια, ένα πρόσωπο με άψογες γραμμές, μια επιδερμίδα που έλαμπε, ενώ η φωτογένειά της τραβούσε την κάμερα σαν μαγνήτης.
Ο μικρός πρόλογος για τη θρυλική Μορίν Ο’ Χάρα, τη σταρ με τον απρόβλεπτο ιρλανδικό χαρακτήρα, που έπεσε στα βαθιά τής υποκριτικής από τα 19 της χρόνια, όταν συμπρωταγωνίστησε, το 1939, στο τελευταίο φιλμ του Άλφρεντ Χίτσκοκ στη Βρετανία, “Ταβέρνα της Τζαμάικα”, δίπλα στο ιερό τέρας Τσαρλς Λότον. Το κορίτσι με το θλιμμένο πρόσωπο, που την άρπαξε, αμέσως μετά, το Χόλιγουντ, για μια τεράστια καριέρα, στα χέρια σπουδαίων σκηνοθετών, με πρώτο τον Τζον Φορντ, που την λάτρευε, αλλά και ντάμα δίπλα σε σχεδόν όλους τους μεγάλους σταρ κατά τη μακρά περίοδο της ακμής της, από Τζον Γουέιν και Τζίμι Στιούαρτ, μέχρι Έρολ Φλιν και Σπένσερ Τρέισι.
Η Μορίν Ο’Χάρα, που εφυγε στις 24 Οκτωβρίου 2015, κοσμούσε τη μεγάλη οθόνη από τη δεκαετία του ’30 κι έζησε στην κορυφή για πάνω από 50 χρόνια από τα 95 συνολικά χρόνια ζωής της, μια σταρ που το Χόλιγουντ εκμεταλλεύτηκε ως τα άκρα, παρότι το χάρισμά της δεν ήταν οι τεράστιες υποκριτικές της ικανότητες, αλλά ο μαγνητισμός που δημιουργούσε, ένα πλάσμα χάρμα ιδέσθαι, μία εγγύηση για κάθε παραγωγή. Δύσκολο να εξηγήσεις το φαινόμενο Μορίν Ο’Χάρα, αλλά πιθανότατα όλα οφείλονται στο γονίδιο, την πανέμορφη μάνα της, το πηγαίο ταλέντο της, που έδειξε από νήπιο και ως παιδί θαύμα άρχισε να σαγηνεύει σκηνή και θεατρόφιλους, πολύ πριν τελειώσει το σχολείο.
Η πανέμορφη μητέρα και το… ποδόσφαιρο
Η Μορίν Ο’Χάρα γεννήθηκε στις 17 Αυγούστου του 2020 σε ένα προάστιο του Δουβλίνου, από «την πιο αξιόλογη και εκκεντρική οικογένεια που ήλπιζε». Ήταν το δεύτερο παιδί μιας καθολικής οικογένειας, με έξι παιδιά, ο πατέρας ήταν ιδιοκτήτης επιχείρησης ρούχων και μετέπειτα ιδιοκτήτης τής δημοφιλούς ποδοσφαιρικής ομάδας Σάμροκ Ρόβερς, που υποστήριζε και η ηθοποιός από μικρή μέχρι τα τελευταία της. Η μητέρα της, απ’ την οποία πήρε η Μορίν και την εκθαμβωτική ομορφιά της, τραγουδούσε εξαιρετικά, ενώ εθεωρείτο ευρέως από τις πιο όμορφες γυναίκες της Ιρλανδίας και, όπως υποστήριζε και η ηθοποιός, «όταν έβγαινε από το σπίτι, όλοι οι άνδρες της περιοχής έφευγαν από τα σπίτια τους για να μπορέσουν να τη δουν στο δρόμο!». Η μικρή Μορίν ήταν ένα αγοροκόριτσο με τα όλα της, καθώς ψάρευε στο ποτάμι, έπαιζε ποδόσφαιρο, σκαρφάλωνε στα δέντρα και της άρεσε η ιππασία. Μάλιστα, πίεσε τον πατέρα της να φτιάξει και γυναικεία ποδοσφαιρική ομάδα, για να παίξει κι αυτή, καθώς, όπως έλεγε, ζήλευε τα αγόρια για την ελευθερία που είχαν.
Αυτό το αγοροκόριτσο, όμως, του άρεσε και να χορεύει, να παίζει σε σχολικές σκηνές, και από ηλικία δέκα ετών άρχισε να παίρνει μαθήματα μουσικής, χορού, υποκριτικής στο Δουβλίνο. Σε ηλικία 14 χρόνων, εντάχθηκε, ως παιδί θαύμα, στο Εθνικό Θέατρο Ιρλανδίας, ενώ 15 χρόνων κέρδισε και το πρώτο της βραβείο ως Πόρσια στον “Έμπορο της Βενετίας”.
Δίπλα στον Τσαρλς Λότον
Σύντομα την εντόπισε ο Τσαρλς Λότον, που άρχισε να δείχνει έντονο ενδιαφέρον γι’ αυτήν και τη σταδιοδρομία της. Το 1939, όταν ο Χίτσκοκ αποφάσισε να γυρίσει την “Ταβέρνα της Τζαμάικα”, ο Λότον του προσέφερε… στο πιάτο την Ο’Χάρα για το ρόλο της κόρης τού πανδοχέα της περίφημης ταβέρνας. Η επιτυχία της ήταν τόση που το Χόλιγουντ την άρπαξε αμέσως και την ίδια χρονιά, όταν η RCO άρχισε τα γυρίσματα της κλασικής “Παναγίας των Παρισίων”, με πρωταγωνιστή στο ρόλο του Κουασιμόδου τον Λότον, έβαλε δίπλα του για τον ρόλο της θρυλικής Εσμεράλδα την Ο’Χάρα. Αυτό ήταν, οι πύλες του παραδείσου είχαν ανοίξει για την πιο διάσημη κοκκινομάλλα του σινεμά.
Εντυπωσιάζοντας τον Τζον Φορντ
Πολύ σύντομα ήρθε μία μεγαλύτερη επιτυχία, καθώς ο εντυπωσιασμένος πατριάρχης του γουέστερν Τζον Φορντ θα της εμπιστευτεί πρωταγωνιστικό ρόλο στο δραματικό γουέστερν “Η Κοιλάδα της Κατάρας”, ένα αριστούργημα που κέρδισε τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, έχοντας απέναντί της ταινιάρες όπως “Ο Πολίτης Κέιν” και το “Γεράκι της Μάλτας”!
H φήμη της έχει εκτοξευτεί και κάθε ταινία της είναι μία μεγάλη επιτυχία, ενώ όλοι σχεδόν οι μεγάλοι σταρ θέλουν να παίξουν δίπλα της. Αυτό ίσως οφείλεται και στον εξωστρεφή και γεμάτο κατανόηση χαρακτήρα της, όπως έλεγε και ο Άντονι Κουίν με τον οποίο είχαν ερωτική σχέση. Άλλωστε η Μορίν Ο’Χάρα έκανε τρεις “ήσυχους” γάμους, αλλά είχε μία έντονη εξωσυζυγική ζωή, που γέμιζε τις κοσμικές στήλες των εφημερίδων.
Οι επιτυχίες και ο αγαπημένος της “Δούκας”
Επιστρέφοντας στην κινηματογραφική της πορεία, η Ο’Χάρα θα γυρίσει, σε ρυθμό πολυβόλου, αρκετές ταινίες. Μερικές απ’ τις πιο πετυχημένες εκείνης της εποχής ήταν “Ο Μαύρος Πειρατής” (1942) με τον Τάιρον Πάουερ, “Immortal Seargant” με τον Χένρι Φόντα, το φιλμ νουάρ “The Golden Sparrow”, με τον Τζον Γκάρφιλντ και “Σαβάχ ο Θαλασσινός” με τον Ντάγκλας Φέρμπανκς Τζούνιορ. Και φυσικά το κλασικό “Miracle on 34th Street”. Το 1950 θα ξανασυναντηθεί με τον Τζον Φορντ -με τον οποίο γύρισε συνολικά πέντε ταινίες- για το κλασικό γουέστερν “Ρίο Γκράντε” με τον Τζον Γουέιν, έναν ηθοποιό που λάτρευε και για τον οποίο έλεγε ότι «είναι ευτυχία να δουλεύεις με τον “Δούκα” (παρατσούκλι του Γουέιν), μακάρι να ήταν όλοι οι ηθοποιοί ειλικρινείς και αυθεντικοί σαν αυτόν». Με τον Γουέιν θα παίξουν σε αρκετές ταινίες μαζί, αλλά στο γουέστερν “Ο Μεγάλος ΜακΛίντοκ”, του μάστορα Άντριου ΜακΛάγκλεν, θα συνθέσουν ένα ξεχωριστό ζευγάρι, που βρίσκεται σε διάσταση -αυτή θέλει να μείνει μαζί με την κόρη της μακριά από την Άγρια Δύση, εκείνος ανυποχώρητος καουμπόι, αφεντικό της πόλης- και θα έχουν μία υπέροχη μακρά σεκάνς που κυνηγιούνται σαν μικρά παιδιά, με επικίνδυνα, για την Ο’Χάρα, πλάνα, τα οποία απαίτησε να γυρίσει η ίδια.
Το 1952 θα πρωταγωνιστήσει και πάλι δίπλα στον Τζον Γουέιν και σε σκηνοθεσία Φορντ, στο δράμα εποχής “Ο Ήσυχος Άνθρωπος”, που έδωσε το τελευταίο Όσκαρ (από τα τέσσερα) στον κορυφαίο σκηνοθέτη. Στην ξέφρενη πορεία της θα συνεργαστεί με πολλούς σημαντικούς σκηνοθέτες, όπως οι Χένρι Χάθαγουεϊ, Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Γουίλιαμ Γουέλμαν, Λιούις Μάιλστοουν, Σαμ Πέκινπα κ.ά. Το 1991 θα κάνει την τελευταία της πρωταγωνιστική εμφάνιση στο φιλμ “Ποτέ Χωρίς τη Μαμά” του Κρις Κολόμπους, αποδεικνύοντας ξανά τον δυναμισμό της και στέλνοντας ένα φεμινιστικό μήνυμα προς το ανδροκρατούμενο Χόλιγουντ.
Όσκαρ…
Το 2014, ένα χρόνο πριν πεθάνει και σε ηλικία 94 ετών, η Ακαδημία θα της προσφέρει το τιμητικό Όσκαρ για το σύνολο της καριέρα της -και όμως δεν είχε προταθεί ποτέ για Όσκαρ!- το οποίο δέχθηκε δίχως κάποιο παράπονο ή αιχμή για την περιφρόνηση των μελών της Ακαδημίας προς το πρόσωπό της, ενώ ο Κλιντ Ίστγουντ που προλόγισε τη βράβευσή της είπε: «Υποθέτω πως δεν υπήρχε κανείς που να μην ήταν ερωτευμένος με την Μορίν Ο’ Χάρα». Πράγματι…
AΠΕ