Η ηθοποιός και παρουσιάστρια εκπομπής για τα διάσημα παρισινά καφέ είναι και μία επιτυχημένη γουνοποιός, και μάλιστα από οικογένεια γουναράδων στην Καστοριά
«Στο ερώτημα “με τι ασχολούμαι” πολλές φορές απαντάω: “Δημιουργώ πραγματικότητες”», λέει η Μαρία Κουμπάνη, που έχει σπουδάσει B.A. interior design και στο Θέατρο Τέχνης, σε συνέντευξή της στη «Βραδυνή της Κυριακής».
«Η αλήθεια είναι ότι για μένα κάθε μέρα είναι ένα στοίχημα! Φυσικά η μητρότητα είναι το κυρίαρχο κομμάτι», σπεύδει να επισημάνει η ίδια.
Αναλυτικά η συνέντευξη της Μαρίας Κουμπάνη στη «ΒτΚ»:
Κυρία Κουμπάνη, προέρχεστε από την οικογένεια γουναράδων Κουμπάνη, που ξεκίνησε το 1912 στο κέντρο της γούνας, την Καστοριά, και υπάρχει ακόμη. Πείτε μας την ιστορία σας…
«Η Καστοριά αποτελούσε πάντοτε εμπορικό και παραγωγικό κέντρο της γούνας. Η οικογένειά μου είναι μία κλασική περίπτωση που κληροδοτούσε από γενιά σε γενιά το μεράκι, την αγάπη, την τεχνική και την ικανότητα της εμπορικής συνδιαλλαγής.
Η προγιαγιά μου έραβε τα δέρματα με το χέρι, η γιαγιά μου ήταν μεγάλη τεχνίτρια και δεινή εμπόρισσα, από τις πρώτες γυναίκες της εποχή της, και μητέρα 8 παιδιών. Και ο πατέρας μου, όμως, απέκτησε 8 παιδιά.
Η οικογένειά μου ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, και στις “δημιουργίες” της διατήρησε την παράδοση, αλλά πάντα με μία φρέσκια ματιά».
Από τους γουνοποιούς της Καστοριάς αγόραζαν όλοι οι έμποροι του εξωτερικού. Έτσι δεν είναι;
«Η Καστοριά πάντοτε βασιζόταν στις εξαγωγές, το Εμπόριο είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Οι αγορές της γούνας μετακινούνται – μεταλλάσσονται, και πάντοτε οι κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αγοράς».
Ποιες χώρες αγόραζαν περισσότερο στις καλές εποχές;
«Τις δεκαετίες ‘70-‘80 το βασικό κομμάτι των εξαγωγών ήταν η Αμερική, μία τεράστια αγορά, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και λιγότερο η Ισπανία. Από το 1992 μέχρι τον πόλεμο, και η Ρωσία».
Ποια γούνα είχε τη μεγαλύτερη ζήτηση;
«Ο βασιλιάς ήταν και είναι το βιζόν. Για αυτό ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι της παραγωγής. Παλαιότερα στα ακριβά είδη κυριαρχούσε το τσιντσιλά, που παρέδωσε τη σκυτάλη στη ζιμπελίνα.
Στα πολυτελή χιονοδρομικά της Ελβετίας Σεντ Μόριτζ, Γκστάαντ κ.λπ., το διαβατήριο για τις μεγάλες πίστες είναι μία… ζιμπελίνα».
Ανέκαθεν η γούνα ήταν το όνειρο κάθε γυναίκας. Τώρα, με το οικολογικό κίνημα τι γίνεται;
«Το οικολογικό κίνημα “χτύπησε” τη γούνα τις τελευταίες δεκαετίες. Μάλιστα, στην Ευρώπη είχε γίνει ένα δικαστήριο γιατί πάνω στο ταμπελάκι μίας συνθετικής γούνας αναφερόταν η λέξη οικολογική γούνα.
Το δικαστήριο κερδήθηκε, και πλέον χρησιμοποιείται η λέξη ψεύτικη γούνα (fake fur). Στη συνείδηση των καταναλωτών υπάρχει μία σύγχυση μεταξύ των λέξεων οικολογική, ψεύτικη και αληθινή. Το ξέρω από τη λιανική και σε πολυκατάστημα στο κέντρο που συνεργαζόμαστε 15 χρόνια, και από το κατάστημά μου στην Κηφισιά μέχρι το 2020.
Σέβομαι απόλυτα να μην θέλεις την αληθινή γούνα, αλλά να επιλέγεις μία ψεύτικη, που καταστρέφει το Περιβάλλον, και να πείθεις τον εαυτό σου ότι έχεις οικολογική συνείδηση, νομίζω ότι αυτό είναι επιεικώς ημιμάθεια».
Με τον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας ,που εκεί γίνονταν μεγάλες εξαγωγές, πόσο έχουν πληγεί οι επιχειρήσεις; Η Πολιτεία έλαβε κάποια μέριμνα για τους γουναράδες της Καστοριάς;
«Ο πόλεμος έφερε και τον επαγγελματικό αφανισμό στους Καστοριανούς. Η Πολιτεία φάνηκε πολύ μικρότερη των περιστάσεων. Το 95% της παραγωγής απευθυνόταν σε αυτήν την αγορά. Οι ενεργές επιχείρησες είναι περίπου 600-700, πολύ μικρός αριθμός.
Η βοήθεια που δόθηκε ήταν συμβολική. Η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη. Αυτές οι επιχειρήσεις βρεθήκαν με δανειακές υποχρεώσεις, με πάγια έξοδα και με την απαγόρευση να παράγουν και να εξάγουν αυτό που ήξεραν να κάνουν πάνω από 100 χρόνια… Η εξίσωση δεν βγαίνει.
Οι προτάσεις που κάποιες φορές μπήκε στον κόπο το κράτος να κάνει για νέες αγορές, ήταν άστοχες και εκτός πραγματικότητας. Η γούνα είναι ένα προϊόν που δεν επιλέγεις πού θα το πουλήσεις. Δεν είναι φασόλια, ούτε μήλα ούτε λάδι».
Πόσο δύσκολη είναι η πώληση; Χρειάζεται μεγάλο ταλέντο;
«Η πώληση είναι υψηλή τέχνη, ειδικά για ένα τόσο ακριβό προϊόν. Η διαδικασία από τον τρόπο που ξεκινάει μέχρι την ολοκλήρωσή της έχει τα στάδια μίας σχέσης.
Πρέπει να κερδίσεις την εμπιστοσύνη του πελάτη. Αυτό χρειάζεται εντιμότητα, επαγγελματισμό, γνώση και μία φυσική πειθώ».
Είχατε, όμως, και μία καλή ιδέα μετατροπής της παλιάς γούνας σε καινούργια σχέδια. Μιλήστε μας γι’ αυτό. Είχε απήχηση η πρότασή σας;
«Η ιδέα της μεταποίησης υπήρχε, αλλά η δική μου διαφορά είναι ότι μπόρεσα και την έκανα με τους δικούς μου αισθητικούς και τεχνικούς όρους.
Συνεργάζομαι με το καλύτερο συνεργείο της Καστοριάς, του Σπύρου Ζυμάρα, που έχει ράψει γούνες για μεγάλα ιταλικά brand, και έχουμε δημιουργήσει μία κοινή αισθητική γλώσσα».
Στη Μεταποίηση το κομμάτι της δημιουργίας είναι κυρίαρχο. Πώς μία παλιά γούνα που είναι βαριά και δεν φοριέται, ξαφνικά μπορεί να γίνει ελαφριά και μοντέρνα;
«Μια από τις πρώτες μου μεταποιήσεις, που πραγματικά χάρηκα, ήταν μία κυρία που μεταποίησε τη γούνα της γιαγιάς της. Όταν την είδε η κόρη της που σπούδαζε στη Νέα Υόρκη, της την πήρε.
Εκεί ξαναεκτίμησα το υλικό, το οποίο από μόνο του αποδεικνύει την αξία, την αντοχή και την οικολογική του συμπεριφορά. Να φοράς τη γούνα της προγιαγιάς σου με καμάρι, ε… είναι μεγάλη υπόθεση (σ.σ.: δείτε και στο YouTube lux Fur Revamp)».
Είστε μία νέα και δραστήρια γυναίκα της εποχής μας. Εργάζεστε, είστε παντρεμένη και μητέρα, αλλά και ηθοποιός; Τελικά, τι έχετε σπουδάσει;
«Έχω σπουδάσει B.A. interior design και στο Θέατρο Τέχνης. Μεγάλωσα σε μία οικογένεια που είχε άμεση σχέση με το Εμπόριο και με έκανε να μη φοβάμαι να δοκιμάσω διάφορα… Είμαι δημιουργική φύση.
Στο ερώτημα “με τι ασχολούμαι” πολλές φορές απαντάω: “Δημιουργώ πραγματικότητες”. Η αλήθεια είναι ότι για μένα κάθε μέρα είναι ένα στοίχημα! Φυσικά η μητρότητα είναι το κυρίαρχο κομμάτι».
Πείτε μας για την εκπομπή σας στο Κανάλι της Βουλής, κάθε Κυριακή στις 20.00.
«Την έχω αγαπήσει πάρα πολύ. Αφορά τα ιστορικά καφέ του Παρισιού και του θαμώνες τους. Αυτές τις μαγικές προσωπικότητες που έχουν επηρεάσει το παγκόσμιο πολιτιστικό γίγνεσθαι».