Θα ήθελα να σας διηγηθώ την προσωπική μου εμπειρία για τα έθιμα των ημερών της πρωτοχρονιάς στο Μαυροχώρι από την εποχή του 1991 που ξεκίνησα εγώ να λέω τα κάλαντα σε ηλικία 11 χρονών μέχρι το 2003, που σταμάτησα σε ηλικία 23 χρονών, όπου τελείωσα τις σπουδές μου και πήγα φαντάρος.
Όλα ξεκινούσαν εκεί κοντά στην γιορτή της 28ης Οκτωβρίου, όπου η κάθε παρέα είχε πρώτο μέλημα να κλείσουν την ορχήστρα που θα τους συνόδευε στα κάλαντα και αργότερα στην πατερίτσα, η οποία θα έπρεπε να έχει τα εξής χαρακτηριστικά: κλαρίνα ή ζουρνά, να ξέρουν τα τραγούδια μας, να εχουν καθαρό δυνατό ήχο και θα έπρεπε να ήταν περιζήτητη, το καλύτερο όνομα της περιοχής, χωρίς να υπολογίζουν το κόστος, αν και οι εποχές πάντα ήταν δύσκολες. Οι παρέες τότε απαρτίζονταν κυρίως από αγόρια ηλικίας από 12 χρονών έως 20 μέχρι τη στιγμή που θα πήγαιναν φαντάροι.
Το δεύτερο μέλημα ήταν να βρεθεί το θέμα του καρναβαλιού, πώς θα ντυθούμε, τι άρματα θα κάνουμε και γενικά πως θα οργανωθεί όλη η παρέλαση. Όλα αυτά ξεκινούσαν τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου που άρχιζαν οι ονομαστικές εορτές και σιγά σιγά το κλίμα άρχιζε να ζεσταίνεται. Κάθε βράδυ ξεκινούσαν οι προετοιμασίες για την παρέλαση. Κάθε μέρα σχεδόν μετά από το σχολείο τα παιδιά μαζεύονταν στο στέκι τους και ετοίμαζαν τα σχετικά της παρέλασης (άρματα, στολές) με θέματα κυρίως επίκαιρα, σατιρικά, διδακτικά. Παράλληλα κάναμε και πρόβες τα τραγούδια (κάλαντα) που λέγαμε για κάθε περίπτωση σε κάθε σπίτι. Υπάρχουν 15 διαφορετικά τραγούδια εδώ στο χωριό μας για την κάθε περίπτωση, για τον νοικοκύρη, για την νοικοκυρά, για τους γιους, για την κόρη, για τις πεθερές, για τους νιόπαντρους, για τα ζευγάρια που δεν έχουν παιδιά, για τους ταξιδεμένους, για τον παπά, για τα μικρά παιδιά, για τα μεγάλα παιδιά, για δασκάλους και καθηγητές, για τους ξενιτεμένους, για τους τσομπάνους και για τον αδερφό που δεν ήταν στην παρέα, κ.α.
Έναρξη του τριήμερου εθίμου
Ξεκινούσε στις 31/12, 4:00 το απόγευμα ήταν η ώρα συνάντησης της παρέας με τους οργανοπαίχτες στην πλατεία του χωριού και κυρίως στο ζαχαροπλαστείο του Τρύφου (σημείο αναφοράς της πλατείας) ντυμένοι καρναβάλια με την προσδοκία ποιος θα είναι πιο εντυπωσιακός.
Το χωριό το χωρίζαμε σε τέσσερα ίσα μέρη. Η διχοτόμηση ήταν ο κεντρικός δρόμος και μετά η άλλη διχοτόμηση ήτανε από τη βόλτα μέχρι το δημοτικό σχολείο.
Ξεκινούσαμε από τον δρόμο της βόλτας και κατευθυνόμασταν σειρά-σειρά, σπίτι-σπίτι προς τον ναυτικό όμιλο, από εκεί πηγαίναμε στον νέο οικισμό, Αγίας Βαρβάρας και μέχρι την πλατεία που φτάναμε περίπου στις 20:00, δηλαδή 4 ώρες για να γυρίσουμε το μισό χωριό.
Το 3ο τεταρτημόριο του χωριού ήτανε το στενό πίσω από το σούπερ μάρκετ του Καλαφάτη μέχρι τον μύλο και από κει πηγαίναμε στον Άγιο Δημήτρη σταδιακά στη γέφυρα, η κούραση άρχιζε να φαίνεται στο πρόσωπό μας αλλά το κέφι φούντωνε, το άγχος ήταν να τελειώσουμε όλο το χωριό, έτσι ώστε να βγουν τα έξοδα για την ορχήστρα.
Το τελευταίο τέταρτο του χωριού ήτανε το πιο μικρό οπότε τελείωνε και πολύ πιο γρήγορα, με μια ανάσα ξεκινούσαμε από την γέφυρα μπαίναμε μέσα στον δρόμο του Γυμνασίου, από εκεί στο γήπεδο – κεντρικό και τέλος στις 23:45. Προσδοκία μας ήταν να τελειώσουμε όλο το χωριό πριν τις 24:00 για να κάνουμε πρωτοχρονιά όλοι οι συχωριανοί μαζί στην πλατεία του χωριού. Χαρούμενοι πια γιατί τα είχαμε καταφέρει.
Αλλαγή του χρόνου όλες οι ορχήστρες – παρέες συναντιόντουσαν εκεί και έπαιζαν το τραγούδι του Άγιου Βασίλη. Υπό αυτούς τους ήχους των κλαρίνων να τραντάζουν τα τσιμέντα της πλατείας μας έκαναν να ανατριχιάζουμε από συγκίνηση. Εκεί επίσης βρίσκονταν οι οικογένειες μας και με φιλιά και αγκαλιές όλο το χωριό μια παρέα υποδεχόμασταν την νέα χρονιά, «Καλή Χρονιά!»
Στόχος μας ήταν να μην αφήσουμε κανένα σπίτι χωρίς κάλαντα, τότε τα σπίτια πρόσμεναν τις παρέες για να τις ενισχύσουν με τον μπουναμά και να ακούσουν τα αντίστοιχα κάλαντα που τους προκαλούσαν συγκίνηση, ήταν και θέμα προσβολής εάν άφηνες κάποιο σπίτι χωρίς να περάσεις.
Ο δεύτερος στόχος ήταν να πούμε ένα τραγούδι που θα έχει την μεγαλύτερη συναισθηματική αξία για τον νοικοκύρη του σπιτιού ώστε να μας δωρίσει και μεγαλύτερο δώρο.
Ο τρίτος στόχος ήταν να είναι όλη η παρέα πάνω στη σκάλα ή μέσα στην αυλή του σπιτιού όταν έλεγαν τα κάλαντα, αραδιασμένοι όλοι μπροστά στην πόρτα να ευχηθούμε καλή χρονιά. Αυτό γινότανε σε όλα τα σπίτια, σε όλο το χωριό, χωρίς διακρίσεις, χωρίς εξαιρέσεις.
Τα ξημερώματα μας έβρισκαν να μετράμε τα δώρα της μοναδικής κούτας που είχαμε.
1/1 Πρωτοχρονιά
Οι παρέες στις 10:00 το πρωί είναι συγκεντρωμένες μπροστά από την εκκλησία πριν σχολάσει για να βγει ο κόσμος ακούγοντας το τραγούδι «Άγιος Βασίλης έρχεται.»
Κάθε παρέα είχε δύο κούτες που συγκέντρωναν τα χρήματα που τους δώριζαν καθώς περνούσαν από το δρόμο χορεύοντας και τραγουδώντας τραγούδια της αρεσκείας τους και οι κούτες περιφέρονταν από σπίτι σε σπίτι. Σε κάθε σπίτι της παρέας η νοικοκυρά έβγαζε στο δρόμο κεράσματα και ποτά να κεράσει την παρέα του παιδιού της και ρίχναμε και ένα δύο χορούς και ούτω καθεξής.
Η πορεία της ημέρας ήτανε από την Αγία Βαρβάρα προς τον νέο οικισμό, από κει στον Ναυτικό Όμιλο, από τον Ναυτικό Όμιλο στα στενά του κεντρικού και πίσω από την βόλτα. Έπειτα, από τη βόλτα ανηφορίζαμε στην πλατεία, πηγαίναμε στο Δημοτικό, από το Δημοτικό στο στενό προς τον μύλο, Άγιο Δημήτρη, γέφυρα, Γυμνάσιο, στο γήπεδο και στην πλατεία καταλήγαμε περίπου στις 16:00 όπου η κούραση ήταν φανερή. Το κέφι όμως δεν μας σταματούσε. Μετά το πρόγραμμα είχε λίγο ξεκούραση και το βράδυ πηγαίναμε στους εορτάζοντες Βασίληδες & Βασιλικές.
Πατερίτσα 2/1
Πρωί-πρωί όλοι μαζεύονταν στο στέκι της παρέας για τις τελευταίες προετοιμασίες της παρέλασης των καρναβαλιών. Τελευταία δουλειά η ταμπέλα με τον τίτλο που θα συνόδευε όλη την παρέα στο άρμα των καρναβαλιστών. 14:00 ήταν η έναρξη της παρέλασης με κέφι πολλή όρεξη και προσπάθεια να διασκεδάσουμε κάθε επισκέπτη της παρέλασης έτσι ώστε να πάρουμε πάντα το πρώτο βραβείο, γιατί τότε υπήρχαν βραβεία με το ανάλογο δώρο για τις πρώτες θέσεις. Όταν τελείωνε η παρέλαση η κάθε παρέα έμπαινε μέσα στην πλατεία και συνέχιζε το γλέντι της μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, όλο το χωριό ήταν μια τεράστια παρέα που συνέχιζε να γλεντάει μέχρι τη δύση του ήλιου.
Μετά την παρέλαση κάθε παρέα πήγαινε στο Κέντρο Διασκέδασης της επιλογής της να ετοιμάσει το χώρο για το γλέντι. Κάθε παρέα γλεντούσε στο δικό της κέντρο. Τα κέντρα τότε ήταν το Δημοτικό Σχολείο, το καφενείο του Αλή – Καλαφάτη, εκεί που είναι τώρα η αποθήκη του πολιτιστικού συλλόγου Έμπνοου, το Πνευματικό Κέντρο, το εστιατόριο «Τα Βαρελάκια», το Κλειστό του Γυμνασίου και όπου αλλού μπορούσε να βρει ο καθένας.
Όλη η παρέα ήτανε σερβιτόροι στο κέντρο που είχε ετοιμάσει και οι φιλοξενούμενοι ήταν οι γονείς της παρέας, φίλοι, συγγενείς και πολλοί άλλοι συγχωριανοί. Στο κέντρο δεν έπεφτε καρφίτσα, τον χορό τον ξεκινούσε πάντα η παρέα και σιγά-σιγά όλο το κέντρο ήταν στην πίστα μέχρι τα ξημερώματα. Το άγχος εκείνη τη στιγμή της παρέας ήταν να βγουν τα έξοδα, το οποίο σιγά-σιγά υποχωρούσε καθώς τα νούμερα ήτανε ενθαρρυντικά και αφού διαπιστώναμε ότι περίσσευε ένα σεβαστό ποσό, τότε γινόταν το ξεφάντωμα.
Απολογισμός του τριημέρου είναι ξεφάντωμα, ικανοποίηση, ευχαρίστηση, χορός, γλέντι, συγκίνηση. Δέκα πιτσιρίκια γλεντούσαν ένα χωριό ολόκληρο. Και του χρόνου με υγεία με όσα εμπόδια και να έρθουνε πάλι εδώ θα είμαστε, όπως κάναμε από το 1991 έως το 2003.
Όλα αυτά τελείωναν όταν ερχόταν η σειρά μας να πάμε φαντάροι, που σημαίνει το τέλος της διαδικασίας αυτής (να λες τα κάλαντα με κούτες για να βγάλεις το χαρτζιλίκι και την πληρωμή των οργάνων) και αυτό το σηματοδοτούσαμε στα Θεοφάνια την χρονιά που θα πηγαίναμε φαντάροι με το να πέσουμε στη λίμνη να πιάσουμε τον σταυρό. Από εκεί και έπειτα πλέον μπορούσες να πληρώσεις μόνος σου την διασκέδασή σου αυτές τις ημέρες ως ολοκληρωμένος ενήλικας πια.
Από την επόμενη χρονιά έως σήμερα σαν παρέα συνεχίζουμε να γλεντάμε και να καρναβαλίζουμε με τους δικούς μας πόρους και τις δικές μας ορέξεις χωρίς όρια για πάντα.
Εύχομαι τα νέα παιδιά από 10-12 χρονών μέχρι να πάνε φαντάροι να διατηρήσουν αυτό το έθιμο με αξιοπρέπεια, με σεβασμό και οι υπόλοιποι να είναι συμπαραστάτες αυτής της προσπάθειας και να επιβραβεύουν αυτά τα παιδιά.
Στίχοι των καλάντων
Αραδιαστείτε ρε παιδιά να πούμε καλά τραγούδια.
Και τι τραγούδια να ειπούμε ν αρέσουν στ αφεντικό μας…
1. ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΗ
Αφέντης μας είναι καλός και κοσμογυρισμένος και μες τη μέση της γειτονιάς στύλος μαλαματένιος…
2. ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ
Πολλά είπαμαν κι ευγενήσαμαν πολλά και στην κυρά μας. Κυρά χρυσή, κυρά αργυρή, κυρά μαλαματένια, σε κάλεσαν οι αρχόντισσες στην εκκλησιά να πάνεις.
Κι ώσπου να πας κι ώσπου να ρθεις και πίσω να γυρίσεις, οι στράτες ρόδα γέμισαν τα μονοπάτια μόσχο.
3. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΓΙΟΥΣ
Πολλά είπαμαν κι ευγενήσαμαν πολλά και στους υιούς σας. Κυρά μ που έχεις τους υιούς ο Θεός να στους χαρίσει. Με μέλι τους ανάθρεψες, με μόσχο και με γάλα, και στο σχολειό τους έστελνες τα γράμματα να μάθουν.
Τα γράμματα τα έμεθαν στην ψαλτική πηγαίνουν. Στην ψαλτική στη μουσική και στο πανεπιστήμι.
4. ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΡΗ
Πολλά είπαμαν και ευγενήσαμαν πολλά και στην θυγατέρα.
Εδώ έχουν κόρη έμορφη πανώρια θυγατέρα. Την προξενούν στον βασιλιά την προξενούν στο ρήγα. Δεν θέλει γιο του βασιλιά δεν θέλει γιο του ρήγα, μον θέλει τσομπανόπουλο να παίζει τη φλογέρα.
5. ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΕΘΕΡΕΣ
Πολλά είπαμαν κι ευγενήσαμαν πολλά και στην κυρά μας.
Σε σένα πρέπει αρχόντισσα να ζεις να βασιλεύεις. Και στο θρονί να κάθεσαι τις νύφες να προστάζεις. Να κοσκινίζεις μάλαμα να πέφτουν μαργαριτάρια κι από τα κοσκινίδια τις νύφες δαχτυλίδια.
6. ΓΙΑ ΝΙΟΠΑΝΤΡΕΣ
Πολλά είπαμαν κι ευγενήσαμαν πολλά και στην κυρά μας.
Κυρά μου όταν στολίζεσαι μεγάλες άδειες έχεις.Βάζεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι στήθος, βάζεις και το αυγερινό καθάριο δαχτυλίδι.
7. ΓΙΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΠΑΙΔΙΑ
Άρχων με την αρχόντισσα στην σκάλα π’ ανεβαίναν, στη σκάλα στα σκαλώματα και στα σκαλοπατίδια. Στα γόνατα την κράταγε, στα χείλη τη φιλούσε. Στα μάτια στα ματόκλαδα και στα τσιγγελοφρύδια.
8 ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑΞΙΔΕΜΕΝΟΥΣ
Απ άρχοντας εβγαίναμε σ ευγενικούς να πάμε. Σ ευγενικούς και σε τακτικούς και δω στον άρχοντά μας.
Τα συχαρίκια μας κυρά έρχεται ο καλός σου. Ας έρθει ας έρθει ο αφέντης μου κι ας είναι κουρνιαχτισμένος. Έχω λουτρό να λουτριστεί πουκάμισο ν’ αλλάξει.
9. ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΠΠΑ
Εδώ κοιμάται ιερεύς με τον σταυρό στο χέρι. Κανείς δεν αξιώθηκε να πάει να τον ξυπνήσει. Μον Παναγιά αξιώθηκε να πάει να τον ξυπνήσει. Σήκω αφέντη ιερεύ, σήκω και μη κοιμάσαι. Οι εκκλησιές εσήμαναν, τα μοναστήρια κρούουν και η δική σου η εκκλησιά σε καρτερεί να πάνεις.
10. ΓΙΑ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ
Ένα μικρό μικρούτσικο σπυρί μαργαριτάρι. Για πλένε το για λούζε το για το σχολειό να πάνει. Κι ο δάσκαλος το καρτερεί με τη χρυσή τη βέργα.
11. ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ
-Αμπρέ παιδί καλό παιδί που είναι τα γράμματά σου?
– Τα γράμματά μου είναι στο σχολειό κι ο νους μου στα παιχνίδια. Κι ο νους μου παραπάρθηκε και πάει στις μαυρομμάτες.
12. ΓΙΑ ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΑΔΕΣ
Γραμματικός και λειτουργός, ψάλτης και αναγνώστης. Πούχει τον ουρανό χαρτί την θάλασσα μελάνι και το μικρό του δάχτυλο κοντύλι για να γράφει.
13. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΞΕΝΗΤΕΜΕΝΟΥΣ
Ξενιτεμένο μου πουλί και παραπονεμένο, η ξενιτιά σε χαίρεται κι εγώ έχω τον καημό σου. Τι να σου στείλω ξένε μου, τι να σου προβοδήσω. Να στείλω μήλο σέπεται κυδώνι μαραγκιάζει. Να στείλω και το δάκρυ μου σ ένα χρυσό μαντήλι. Το δάκρυ μου είναι καυτερό και καίει το μαντήλι.
14. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΣΟΜΠΑΝΟΥΣ
Εδώ είναι ο πρώτος τσέλιγκας στον κόσμο ξακουσμένος, Στην δύση στην ανατολή και σ όλο το χωριό μας. Πούχει τα 1000 πρόβατα τα 2000 γίδια.
15. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΣΤΗΝ ΠΑΡΕΑ
Απ άρχοντας εβγαίναμε σ ευγενικούς να πάμε. Σ ευγενικούς και σε τακτικούς και δω στον αδερφό μας. Τ ακούσατε παραδελφέ τ ακούσατε κυρ ……………. Ήρθαν τα παραδέλφια σου να σε πολυχρονίσουν, κι εσύ δεν καταδέχτηκες να ρθεις να τραγουδήσεις.
Καλή Χρονιά!
Και του χρόνου!
8 λεπτά ανάγνωση