Υπάρχω: Είναι η ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου για τον Καζαντζίδη, τον Στελάρα.
Ο Καζαντζίδης είναι ο ήρωας μιας άλλης, παλαιότερης εποχής, περίπου της δεκαετίας του 1960. Μέσα από οικονομικές και κοινωνικές αντιξοότητες, με φόντο μια διχασμένη Ελλάδα σε καλούς και κακούς, ανάλογα από ποια μεριά τους βλέπεις, μεγαλώνει σε μια φτωχογειτονιά.
Οι περισσότεροι άντρες είναι μάτσο, όσοι μπορούν δηλαδή. Οι λιγότεροι ρίχνουν νερό στο κρασί τους και κοιτάνε και λίγο ολόερα (ολόγυρα), όπως λένε οι πόντιοι. Και οι πολύ λίγοι -οι οικονομικά πιασμένοι- έχουν μια επίπλαστη ευγένεια και μια καπατσοσύνη, ώστε να επιτύχουν τους επαγγελματικούς τους σκοπούς απομυζώντας τους κόπους και τα ταλέντα αυτών που θεωρούν αναλώσιμους.
Και ο κόσμος θέλει είδωλα. Είδωλα που θα ξεκινήσουν από χαμηλά και με τις ικανότητές τους και το αντριλίκι τους θα ανεβούν κοινωνικά. Τα χρειάζεται. Η μιζέρια, η φτώχεια, η ανελευθερία- νομοτελειακά- γεννούν ήρωες. Τονώνουν το ηθικό μας, μας κάνουν να ονειρευόμαστε. Αυτοί είναι που θα βγάλουν λεφτά, θα αποκτήσουν ωραίες γυναίκες, σεβασμό στην κακούργα κι άπονη κοινωνία. Γιατί οι γυναίκες, ακόμα και σήμερα για απόκτημα λογαριάζονται από την πλειονότητα των ανθρώπων. Είναι πληθωρικές σε σωματικά καλούδια και φωνάρες. Ρουφούν το αντρικό μέλι με αντίτιμο την υποτίμηση, την βία, μέχρι τελικής υποταγής στα θέλω των αντρών τους.
Μοναδική εξαίρεση η Μαρινέλλα. Την πόντια Κίτσα την αφήνει στην άκρη. Είναι και θα είναι η Μαρινέλλα. “Είμαι τραγουδίστρια” λέει και το αποδεικνύει κάθε μέρα στην ζωή της. Μέχρι κι αργότερα που γεννά την κόρη της, μέχρι και σήμερα που δίνει την μάχη της για την ζωή.
Αναμφισβήτητα και η Καίτη Γκρέυ έδωσε κι αυτή τον δικό της, μεγάλο, αγώνα.
Και η μάνα; Αχ αυτή η μάνα που υποφέρει τα πάνδεινα, γίνεται πέτρα για να τα αντέξει κι ύστερα παραμένει πέτρα. Δεν κατανοεί τα αισθήματα των παιδιών της, τις ζωτικές ανάγκες τους για να προχωρήσουν την ζωή τους όπως αυτά επιλέξουν. Τα θέλει μικρά ανθρωπάκια δεμένα στο ζωνάρι της. Είναι το επίκεντρο και θέλει να παραμείνει το επίκεντρο. Υπάρχουν φορές που ο ομφάλιος λώρος μοιάζει με γόρδιο δεσμό και χρειάζονται λεπτοί χειρισμοί για να τον κόψεις.
Όλη η ταινία είναι μια ηθογραφία της Ελληνικής κοινωνίας του τότε. Με καλά επιλεγμένους ηθοποιούς και με έναν Βορειο-Ηπειρώτη Χρίστο Μάστορα που ήταν καλύτερος από ό,τι περιμέναμε. Δεν είχε τίποτα ψεύτικο, ήταν αληθινή.
Σίγουρα μας άγγιξε, Έλληνες είμαστε, τα περισσότερα τα ζήσαμε. Τα καινούργια παιδιά όμως θα την καταλάβουν; θα την νοιώσουν δική τους; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Η κοινωνία μας έχει προχωρήσει.
Ουρανία Μπάγγου