Μαμά, σήμερα σ’ ακούω!
Σ’ ακούω, σου λέω, δυνατά!
Θε μου, δεν το πιστεύω!
Σ’ ακούω καθαρά!
Δικαιοσύνη να φωνάζεις
Σε δρόμους, σε πλατείες, σε χωριά!
Μου ‘ρχεται πίσω να γυρίσω
Τα δάκρυά σου να σκουπίσω,
στην αγκαλιά σου να «εγκλωβιστώ»
να νιώσω της αγάπης σου την «ασφυξία»!
Όμως μανούλα μου, φοβάμαι,
δεν μπορώ!
Ο κόσμος εκεί κάτω,
δεν έχει οξυγόνο!
Η δείλια κι η ψευτιά το έχουν κάψει.
Εδώ, μανούλα μου γλυκιά, θα μείνω!
Είναι ιεροσυλία να πατώ
πάνω στα σκόρπια κόκαλά μου
και στην αλήθεια μου την μπαζωμένη!
Εδώ μανούλα μου θα μείνω!
Στον κόσμο της μακαριότητας και της σιωπής!
Τα τρένα εδώ σφυρίζουνε.
Γλιστρούν σε συννεφένιες ράγες.
Πηγαίνουν κι έρχονται
Μ’ αστέρια φορτωμένα!
Μανούλα μου, σ’ ευχαριστώ
που φώναξες «δικαιοσύνη»
τόσο δυνατά!
Και η επιμονή σου αφύπνισε
Μυριάδες συνειδήσεις.
Η λάμψη της οργής ανέβηκε ψηλά,
σαν μια περικοκλάδα ήλιου
κι έπλεξε ηλιοστέφανα πενήντα εφτά.
Γι’ αυτό σου λέω, «Μην κλαις μαμά»
Σήμερα είμαστε καλά!