Το γαλλικό θρίλερ, εξαιρετικής σημασίας και επικαιρότητας, «Ο Μοϊκανός» του Φρεντερίκ Φαρουτσί και η νεανική περιπέτεια «Οι Άγριες Μέρες Μας», που αποτελεί το ντεμπούτο του βραβευμένου, με Χρυσό Φοίνικα μικρού μήκους, Βασίλη Κεκάτου, είναι οι ταινίες που ξεχωρίζουν από τις οχτώ πρεμιέρες της εβδομάδας. Το παιδικό – εφηβικό κοινό αναμένεται να σπεύσει στο ριμέικ του δημοφιλούς animation «Πώς να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο σας», αυτή τη φορά σε ζωντανή δράση, ενώ οι λάτρεις του Αλ Πατσίνο μπορούν να τον βρουν στην ταινία τρόμου «Η Ιεροτελεστία». Το πρόγραμμα συμπληρώνουν δυο γαλλικές εμπορικές επιτυχίες κι ένα ιαπωνικό animation.
Ο Μοϊκανός
Le Mohican (The Mohican) Δραματικό θρίλερ, γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Φρεντερίκ Φαρουτσί, με τους Αλέξις Μανεντί, Μάρα Τακέν, Τεό Φριμιγκατσί, Μισέλ Φαρατσί, Πολ Γκαρατέ κα.
Το επίκαιρο όσο ποτέ δραματικό θρίλερ κοινωνικής αφύπνισης του Κορσικανού σκηνοθέτη Φρεντερίκ Φαρουτσί, ανανεώνει τον αρχετυπικό μύθο του «απλού ανθρώπου απέναντι στο διεφθαρμένο σύστημα», ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύει τη λαίλαπα της υπερεκμετάλλευσης ολόκληρης της μεσογειακής ακτογραμμής, του υπερτουρισμού κι ενός εντελώς στρεβλού μοντέλου ανάπτυξης.
«Ο Μοϊκανός», όπως θέλει το στιβαρό στόρι του Φαρουτσί, ξεπερνά τις διαστάσεις της Κορσικής, για να φτάσει μέχρι το τελευταίο νησί ή την άκρη της ηπειρωτικής ακτογραμμής σε οποιοδήποτε μέρος της Μεσογείου, φέρνοντας στο μυαλό ακόμη και παρόμοιες ειδήσεις από τα γειτονικά νησιά της Σαρδηνίας και της Σικελίας, μέχρι και τα δικά μας προβεβλημένα νησιά.
Η ταινία, που έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ της Βενετίας και κέρδισε δικαιολογημένα το βραβείο κοινού στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, διαθέτει και σκέψη και τον απαραίτητο κινηματογραφικό μηχανισμό ενεργοποίησης και αφύπνισης, χωρίς να είναι φτηνά καταγγελτική ή να θέλει να εντυπωσιάσει με φορτωμένες σκηνές δράσεις, καταδίωξης ή εύκολων συναισθηματικών τεχνασμάτων.
Στην Κορσική του υπερτουρισμού, που οι εργολάβοι έχουν βάλει στο μάτι για ακόμη περισσότερα υπερκέρδη, τοπικοί μαφιόζοι πιέζουν τον Ζοζέφ, τον μόνο βοσκό που έχει παραμείνει στο νησί, να πουλήσει το προνομιακό βοσκοτόπι του πάνω στη θάλασσα. Εκείνος αρνείται πεισματικά και η επίσκεψη των παλικαράδων των μαφιόζων θα καταλήξει σε φόνο και τον Ζοζέφ κυνηγημένο. Όμως, ο φυγάς θα βρει τους πιο απροσδόκητους συμμάχους, την κοινωνία των απλών νησιωτών, που προσπαθούν να προστατέψουν τον «Μοϊκανό», όπως τον βαφτίζει στα κοινωνικά δίκτυα η ακτιβίστρια ανιψιά του, τον μόνο που αντιστέκεται στην καταστροφή του τόπου.
Το φιλμ, φαινομενικά είναι ένα συναρπαστικό θρίλερ καταδίωξης, αλλά ουσιαστικά αυτά που καταδιώκονται είναι οι τελευταίοι παραθαλάσσιοι ανοιχτοί χώροι, η φύση και φυσικά όσοι αρνούνται να υποταχθούν, αυτοί που ορθώνουν το ηθικό ανάστημά τους απέναντι σε τεράστια συμφέροντα.
Ο Φαρουτσί, στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, με αρκετή δεξιοτεχνία μπαίνει σε διαφορετικά κινηματογραφικά είδη – γκανγκστερικό θρίλερ καταδίωξης, νεογουέστερν, δράμα, εθνογραφικό ντοκιμαντέρ – αλλά δεν βγαίνει ποτέ από τον βασικό ρεαλισμό, τη θεματική του για την πολύτιμη διατήρηση του περιβάλλοντος, την αγωνία ενός ανθρώπου για να σώσει ότι μπορεί, με συμμάχους τους συντοπίτες του, που αποδεικνύουν την αλληλεγγύη τους καταλαβαίνοντας την ηθική ακεραιότητα του φυγά θρύλου στο νησί τους. Ακόμη και οι σκηνές βίας είναι οργανικά ενσωματωμένες στο φιλμ, αλλά και στο θυμικό των κατοίκων της Κορσικής, που εντάσσονται αβίαστα στο ξετύλιγμα της δράσης.
Χωρίς φιοριτούρες, με έντονη την αίσθηση του αυθεντικού, το πολιτικό κομμάτι της ταινίας θυμίζουν ως έναν βαθμό την επαναστατική δυναμική των «Συντρόφων» του Σέρτζιο Κορμπούτσι, ενώ ορισμένες ευδιάκριτες ευκολίες, δεν υπονομεύουν στιγμή την αισθητική ομοιογένεια ούτε τα ξεκάθαρα πολιτικά πιστεύω του Φαρουτσί.
Και σε αυτό συντελεί και η παρουσία του πρωταγωνιστή Αλέξις Μανεντί, ο οποίος με την ανεπιτήδευτη ερμηνεία του, την εκφραστικότητά του και το στωικό του βλέμμα, κερδίζει τις εντυπώσεις και την καρδιά μας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Ζοζέφ, ένας από τους τελευταίους κτηνοτρόφους με κατσίκες στην Κορσική, δέχεται επίσκεψη από την μαφία. Θέλουν να του πάρουν τη γη για να την εκμεταλλευτούν τουριστικά. Παρά τις πιέσεις τους, εκείνος αρνείται πεισματικά. Η ζωή του απειλείται και τη στιγμή της διένεξης σκοτώνει χωρίς να το θέλει τον άνδρα που τον απειλεί. Έτσι, μετατρέπεται σε φυγά στο νησί του, με τους μαφιόζους να θέλουν να τον σκοτώσουν σε αντίποινα.
Οι Άγριες Μέρες μας
Ελληνική δραματική περιπέτεια, ελληνικής και διεθνούς συμπαραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Βασίλη Κεκάτου, με τους Δάφνη Πατακιά, Νίκου Ζεγκίνογλου, Σταύρου Τσουμάνη, Εύα Σαμιώτη, Σοφία Κόκκαλη κα.
Από τα ενθαρρυντικότερα ντεμπούτα του ελληνικού σινεμά, αν και ο 34χρονος Βασίλης Κεκάτος έχει δώσει ήδη τα διαπιστευτήριά του, πριν από έξι χρόνια με τη μικρού μήκους ταινία του «Η Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Εμάς», με την οποία κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους στο φεστιβάλ Καννών.
Έχοντας δίπλα του πολλά μέλη της κινηματογραφικής του οικογένειας, ο Κεκάτος θα διηγηθεί, μέσα από μία ταινία περιπλάνησης, ένα αλληγορικό παραμύθι για τη ζωή και τα όνειρα μιας παρέας 20άρηδων, μία ξέφρενη αέρινη περιπέτεια που κινείται δίχως φρένα προς την ουτοπία, με φόντο την αγάπη, την τρυφερότητα και την αλληλεγγύη, μια μικρή επανάσταση προς την ελευθερία, το ανέφικτο, την εσωτερική ανάγκη των παιδιών που δεν θέλουν να ενηλικιωθούν, να μεταβληθούν στο γρανάζι που γυρνά αυτό τον κόσμο.
Η ταινία, που προβλήθηκε στο διαγωνιστικό Τμήμα Generation του φεστιβάλ Βερολίνου, δίνει φωνή σε μια γενιά που θέλει να μιλήσει, να φωνάξει, να πει τα δικά της πιστεύω και τα όνειρά της, αλλά τις περισσότερες φορές της αφαιρείται το δικαίωμα να ακουστεί ή ακούγεται αλλοιωμένη μέσα από τα περιβόητα φίλτρα της πολιτικής ορθότητας.
Η Χλόη, μία αυθάδης, ατίθαση 20χρονη, ένα αγρίμι που ασφυκτιά στο δυσλειτουργικό πατρικό της σπίτι, επιλέγει να το σκάσει, παρά να δουλέψει για 580 ευρώ. Αυθόρμητα, χωρίς αποσκευές, ξεκινά ένα ταξίδι δρόμου με προορισμό το σπίτι της μεγάλης αδελφής της στον Έβρο. Μετά από ένα βίαιο περιστατικό θα σωθεί από μία παρέα νεαρών, που τη φιλοξενούν και σταδιακά την αποδέχονται στην ομάδα τους. Ταξιδεύοντας με ένα τροχόσπιτο, χωρίς προορισμό, ζουν σαν ελεύθεροι νομάδες, με δικούς τους κώδικες. Τις μέρες επισκέπτονται καταυλισμούς και βοηθούν ανθρώπους που η κρίση τους έφερε στο κοινωνικό περιθώριο, ενώ τις νύχτες κινούνται παραβατικά ως μοντέρνοι Ρομπέν των Δασών, που θέλουν να πάρουν από τους τοκογλύφους και να τα επιστρέψουν στους αδύναμους.
Το σφρίγος των νιάτων ξεχειλίζει, η πορεία τους χωρίς προορισμό γοητεύει, όπως και τα τοπία της ελληνικής υπαίθρου, τα οποία διασχίζει το τροχόσπιτο. Φιγούρες που περνούν απαρατήρητες από τα ραντάρ της «νομιμότητας», ζουν για κάθε στιγμή, γελώντας, χορεύοντας, ερωτοτροπώντας, αρνούνται να μεγαλώσουν σαν τα χαμένα παιδιά στον «Πίτερ Παν», που αποτελεί μία από τις βασικές αναφορές στο φρέσκο κινηματογραφικό σύμπαν που μας συστήνει ο Κεκάτος.
Με την κάμερα να κινείται αιθέρια, να γίνεται ένα με τους ήρωες, να βουτά μαζί τους στην περιπετειώδη καθημερινότητά τους, ο μόνιμος συνεργάτης του Κεκάτου και διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Βαλσάμης, αναδεικνύει το φως του ελληνικού καλοκαιριού, τις μελαγχολικές συννεφιές, τη γαλήνη της θάλασσας και τα λαμπερά μάτια των κοριτσιών.
Τα όρια της πραγματικότητας και της φαντασίας θολώνουν, ο σκηνοθέτης δεν ενδιαφέρεται να βάλει σε βάσεις την ιστορία του, που κινείται με μοναδικό καύσιμο το συναίσθημα, τη ζωντάνια των ηρώων και το αίσθημα δικαιοσύνης. Ως έναν βαθμό όλα κατανοητά και καλοδεχούμενα, αλλά είναι φανερό ότι το σενάριο ήθελε περισσότερη φροντίδα, προκειμένου να ξεκαθαρίσει τις ιδέες του, να κάνει πειστικότερους τους λόγους της νεανικής αυθάδειας και ανηπακοής. Αλλά ο χρόνος είναι μαζί με τον Κεκάτο και θα περιμένουμε την επόμενη κινηματογραφική του διαδρομή.
Καλές ερμηνείες, με την Δάφνη Πατακιά να αποδεικνύει ότι της αρέσουν οι προκλήσεις και παρά τις αντιφατικές στιγμές της, δείχνει να εμπιστεύεται την κάμερα, που τη λατρεύει και τις δυνάμεις της, που φαίνονται ανεξάντλητες.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Χλόη, μια 20χρονη κοπέλα, αφήνει τη δυσλειτουργική της οικογένεια για να ενταχθεί σε μια ρομαντική συμμορία νέων. Μαζί διασχίζουν την Ελλάδα με ένα τροχόσπιτο, βοηθώντας ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο με αντισυμβατικούς τρόπους. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, η Χλόη θα ερωτευτεί, θα κινδυνέψει και θα αναρωτηθεί αν η τρυφερότητα είναι η απόλυτη επαναστατική πράξη.
Ένα Μικρό Κόλπο και Κάτι Ακόμα
(“ Un P’tit Truc en Plus”) Κωμωδία, γαλλικής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Αρτούς, με τους Αρτούς, Κλοβίς Κορνιγιάκ, Αλίς Μπελαϊντί, Μαρκ Ρισό κα.
Μεγάλη εισπρακτική επιτυχία στη Γαλλία, που τα πηγαίνει καλά και στο εξωτερικό, είναι τούτη η καλών αισθημάτων κωμωδία, του δημοφιλή, στη χώρα του, νεαρού κωμικού Αρτούς. Στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, ο Αρτούς δεν τα πάει άσχημα, αν και είναι φανερό ότι εκεί που χάνει η ταινία του είναι στο κωμικό κομμάτι.
Και αυτό γιατί μπορεί να προσεγγίζει με ευαισθησία, χωρίς ιδιαίτερους μελοδραματισμούς και εύκολες λύσεις ή πολυφορεμένα κλισέ, όπως συνηθίζεται, σε ταινίες που το θέμα τους έχει άτομα με αναπηρία, καθώς τα αντιμετωπίζει σαν συνηθισμένους φυσιολογικούς ανθρώπους, αλλά από την κωμωδία του λείπει η σπίθα, η φόρμα και φυσικά οι απαραίτητοι διάλογοι που θα προσφέρουν γέλιο.
Ο Πάουλο κάνει μικροκλοπές μαζί με τον πατέρα του, χωρίς να έχουν ιδιαίτερο ταλέντο στο έγκλημα. Μετά από μια ληστεία σε ένα μικρό κοσμηματοπωλείο στο κέντρο της Βαλάνς, ανακαλύπτουν ότι το αυτοκίνητό τους έχει μεταφερθεί από τη δημοτική αστυνομία, καθώς το είχαν παρκάρει παράνομα σε θέση για άτομα με αναπηρία – ακριβώς δίπλα στο δικαστικό μέγαρο και σε ένα ίδρυμα που φροντίζει νέους ενήλικες με νοητική αναπηρία. Το ίδρυμα ετοιμάζεται εκείνη τη στιγμή να αναχωρήσει για διακοπές με τους τροφίμους του σε έναν ξενώνα στο Βερκόρ και οι δυο τους μπαίνουν ανάμεσά τους, προσποιούμενοι τον δάσκαλο και τον οικότροφό του, με προορισμό μια θερινή κατασκήνωση.
Χωρίς ιδιαίτερη πρωτοτυπία, η ταινία βασίζεται εν πολλοίς στην παρουσία των ατόμων με αναπηρία, που μεταφέρουν τα μηνύματα για ισότητα, το δικαίωμά τους στη ζωή, στο καλαμπούρι, το παιχνίδι, τον έρωτα. Και βεβαίως είναι αυτοί που μεταφέρουν την ανθρωπιά και την κάνουν κολλητική ακόμη και στους δυο κακοποιούς, που προτιμούν στο τέλος ένα χαμόγελό τους από τα υψηλής αξίας κλοπιμαία. Βεβαίως, στο φιλμ υπάρχει και το απαραίτητο ρομάντζο μεταξύ του γιου κλέφτη και της υπεύθυνης για την επιμέλεια των ατόμων με αναπηρία, μιας ψυχωμένης γυναίκας που έχει αφιερωθεί στον ευγενικό ρόλο της.
Εκεί που κολλά η ταινία είναι, θεωρητικά στο εύκολο κομμάτι, αυτό της κωμωδίας, δείχνοντας να ασθμαίνει για να βγάλει λίγο γέλιο, καθώς τα περισσότερα αστεία, πέφτουν στο κενό, ενώ εκεί που πρέπει να φορτσάρει κωμικά, δείχνει αμήχανη, σαν να φοβάται το γέλιο των θεατών.
Οι ερμηνείες των Αρτούς, Κλοβίς Κορνιγιάκ, Αλίς Μπελαϊντί χωρίς κάτι το ιδιαίτερο, δείχνουν συμβιβασμένες με το υποτονικό κλίμα της ταινίας, ενώ αντιθέτως αξίζει ένα μπράβο στους ερασιτέχνες, ανθρώπους με αναπηρία, που βάζουν χρώμα στο φιλμ και μεταδίδουν χωρίς μελωμένες καταστάσεις, κάτι που μπορεί να πιστωθεί και στον σκηνοθέτη Αρτούς, τη θέλησή τους για το δικαίωμά τους στη ζωή και τη συμπόνια τους για τους «κανονικούς» ανθρώπους.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Για να μπορέσουν να ξεφύγουν από την αστυνομία, μετά από μία ληστεία, ένας πατέρας με τον γιο του βρίσκουν καταφύγιο σε θερινή κατασκήνωση ατόμων ΑμΕΑ, προσποιούμενοι τον δάσκαλο και τον οικότροφό του.
Και ο Θεός Έπλασε τη Μητέρα
(“ Ma Mère, Dieu et Sylvie Vartan”) Δραματική κομεντί, γαλλικής και καναδικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Κεν Σκοτ, με τους Λέιλα Μπεχτί, Τζόναθαν Κόεν, Ζοζεφίν Ζαπί, Αριάν Μασενέ κα.
Ακόμη μία γαλλόφωνη και εμπορική επιτυχία με θέμα την αναπηρία, αλλιώς ιδωμένη αυτή τη φορά, αλλά και πάλι θετικών συναισθημάτων και αισιοδοξίας. Ένας ύμνος στη μητρότητα και στο πείσμα μιας γυναίκας να κάνει ό,τι μπορεί για να δει το ανάπηρο παιδί της να περπατά, δικαιώνοντας τη μάλλον ξεπερασμένη ρήση, με την οποία ξεκινά η ταινία, «επειδή ο Θεός δεν μπορεί να είναι παντού έφτιαξε τη μητέρα».
Και επειδή σήμερα αυτή η ρήση μπορεί να αμφισβητηθεί, η ιστορία που διηγείται στην ταινία του ο Καναδός σκηνοθέτης Κεν Σκοτ («Starbuck») μας πάει πίσω στη δεκαετία του ‘60, βασισμένος στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Ρολάντ Περέζ. Μια αληθινή ιστορία ενός απίστευτου πεπρωμένου και της πλέον δυνατής και ανιδιοτελούς αγάπης, αυτής της μητέρας προς το παιδί της.
Το 1963, η Εστέρ γεννά τον Ρολάν, το μικρότερο αδελφάκι μιας πολυμελούς οικογένειας, o οποίος γεννιέται με στρεβλοποδία, μια σκελετική δυσμορφία που τον εμποδίζει να σταθεί όρθιος. Σε πείσμα όλων όσοι τη συμβουλεύουν να αποδεχθεί στωικά την κατάσταση και τις διαγνώσεις των γιατρών, εκείνη υπόσχεται στον γιο της ότι θα μπορέσει να περπατήσει όπως όλοι οι άλλοι και να έχει μια υπέροχη ζωή. Από εκείνη τη στιγμή, η Εστέρ αφιερώνεται πλήρως στη γιατριά του παιδιού της και μέσα από δεκαετίες κακουχιών και θαυμάτων της ζωής, θα κάνει ό,τι μπορεί για να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή της και αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη απ’ αυτή της μητέρας για το παιδί της.
Ο Σκοτ μεταδίδοντας με ζωντάνια, ενέργεια και μια δόση νοσταλγίας, τη δύναμη του δεσμού μητέρας – παιδιού, δεν θα περιοριστεί σε ένα οικογενειακό χρονικό, αλλά θα περιπλανηθεί σε όλα αυτά που δίνουν νόημα στην έννοια της οικογένειας, της ασφυκτικής αγάπης, της ανθεκτικότητας και της απεξάρτησης του παιδιού από τη μητέρα, μέσα από μία φόρμα που παραπέμπει στη λαϊκή δραματική κωμωδία.
Μια δραμεντί, με χρώμα, ενέργεια και μουσική, καθώς το παιδί κλεισμένο σε ένα δωμάτιο, θαυμάζει τη Σιλβί Βαρτάν, η οποία μετατρέπεται σε ένα ιδιότυπο φάρμακο, για την ψυχολογία του. Το φιλμ, όμως, στηρίζεται εξ ολοκλήρου στην πρωταγωνίστρια Λεϊλά Μπεχτί, με μια ερμηνεία σωστό ανεμοστρόβιλο, που συμπαρασύρει το θεατή με τα πηγαία συναισθήματά της.
Το συναισθηματικά φορτισμένο φιλμ, δεν θα ξεφύγει από τους αναπόφευκτους μελοδραματισμούς, ενώ η εμφάνιση της Σιλβί Βαρτάν, όσο και αν συγκινεί δεν πείθει και είναι μάλλον αχρείαστη.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… To 1963 η Έσθερ γεννά τον Ρόλαντ, το μικρότερο αδελφάκι μιας πολυμελούς οικογένειας, o οποίος γεννιέται με μια σκελετική δυσμοφία που τον εμποδίζει να σταθεί όρθιος. Σε πείσμα όσων τη συμβουλεύουν να αποδεχθεί στωικά την κατάσταση, εκείνη υπόσχεται στο γιο της ότι θα μπορέσει να περπατήσει, όπως οι άλλοι, και να έχει μια υπέροχη ζωή.
Θανάσιμη Πτήση
(“ Fight or Flight”) Περιπέτεια, αμερικάνικης και βρετανικής παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Τζέιμς Μάντιγκαν, με τους Τζος Χάρτνετ, Κέιτι Σάκχοφ, Tζούλιαν Κόστοφ κα.
Από έναν μάστορα των ειδικών εφέ, όπως είναι ο Τζέιμς Μάντιγκαν δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε κάτι παραπάνω από μία θεαματική περιπέτεια δράσης και μάλιστα στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα. Και όμως ο Μάντιγκαν εκτός από μία διασκεδαστική περιπέτεια, όπου οι χορογραφημένες μάχες σώμα με σώμα, οι σκοτωμοί, τα κορίτσια με τις στολές καράτε να κλωτσούν την… πλάτη τους και άλλα απίθανα, καταφέρνει να γεμίσει και με άλλες αρετές την ταινία του, που διαδραματίζεται σχεδόν όλη μέσα σε ένα αεροπλάνο.
Ένας ακόμη λόγος που η ταινία ξεφεύγει από την κατηγορία «δυναμική περιπέτεια από το καλάθι», είναι και ο πρωταγωνιστής Τζος Χάρτνετ, που εν αντιθέσει με πολλούς άλλους διάττοντες αστέρες του Χόλιγουντ, δείχνει να επιμένει, να το παλεύει – εδώ ειδικά το παραπαλεύει – και να κάνει μία καλή ερμηνεία, κεφάτη και ειδικά όταν θέλει να είναι αστείος, να ξεφύγει από το πρότυπο «μάτσο μοναχικός ήρωας». Με ξανθό μαλλί, ατημέλητη εμφάνιση, χαβανέζικο πουκάμισο και κουρασμένος από τη ζωή θα είναι περισσότερο ένας τύπος που θα αναγκαστεί να γίνει ήρωας, για να επιβιώσει από παλαβές όσο και επικίνδυνες καταστάσεις.
Το σενάριο απλοϊκό, αλλά αρκούντως αποτελεσματικό, θέλει τον Λούκας, έναν πρώην μυστικό πράκτορα, να αναλαμβάνει να εντοπίσει σε ένα αεροπλάνο έναν πολύτιμο μυστηριώδη, διεθνούς σημασίας στόχο, γνωστό ως «Φάντασμα», σε μια πτήση από την Μπανγκόκ προς το Σαν Φρανσίσκο. Θα τον εντοπίσει, αλλά τα πράγματα περιπλέκονται όταν αποκαλύπτεται ότι το αεροπλάνο είναι γεμάτο από πληρωμένους δολοφόνους απ’ όλον τον κόσμο, που έχουν ως αποστολή να σκοτώσουν και τους δυο. Το παράξενο δίδυμο, θα πρέπει να συνεργαστεί μαζί με μία αεροσυνοδό και έναν αγαθό φροντιστή και σε υψόμετρο 37.000 ποδιών, να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Ατελείωτη δράση, γερή δόση μαύρου χιούμορ, γρήγοροι ρυθμοί, κοφτερό μοντάζ, σινεφίλ αναφορές και έξυπνη χρήση του σκηνικού αεροπλάνου, που μετατρέπεται σε καρτούν, καθώς το μέγεθός του αυξομειώνεται ανάλογα με τις περιστάσεις και τις εντυπωσιακές αλλεπάλληλες μάχες σώμα με σώμα. Στα συν ακόμη και οι γεροδεμένοι και καλογυμνασμένες κασκαντέρ, που μπορούν να κάνουν μαγικά και να χρησιμοποιήσουν ευφάνταστα όλα τα εξαρτήματα του αεροπλάνου ως δολοφονικά μέσα.
Κεφάτη ταινία, χαρακτηριστικό δείγμα απονεχοποιημένης διασκέδασης, που κρατά καλή παρέα, στον θεατή που θέλει να ξεδώσει, για πάνω από μιάμιση ώρα, αλλά και μας προσγειώνει χωρίς κραδασμούς σε ένα είδος που δείχνει εξαντλημένο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας πρώην μυστικός πράκτορας αναλαμβάνει να εντοπίσει έναν διεθνούς σημασίας στόχο μέσα σε ένα αεροπλάνο, αλλά καλείται να τον προστατεύσει όταν βρίσκονται περικυκλωμένοι από άτομα που θέλουν να σκοτώσουν και τους δύο.
Η Ιεροτελεστία
(“ The Ritual”) Ταινία τρόμου, αμερικάνικης παραγωγής του 2025, σε σκηνοθεσία Ντέιβιντ Μίντελ, με τους Αλ Πατσίνο, Νταν Στίβενς, Άσλεϊ Γκριν, Πάτρικ Φάμπιαν κα.
Το όνομα του Αλ Πατσίνο, κάποιοι νομίζουν ότι είναι αρκετό για να φέρει θεατές στην αίθουσα, σε συνδυασμό βεβαίως με το πολυπληθές φανατικό κοινό του horror. Μόνο που η χαμηλού προϋπολογισμού ταινία του αγνώστου στη χώρα μας Ντέιβιντ Μίντελ, εκτός από το ότι ανήκει στις ταινίες τρόμου από το ράφι και χωρίς να προκαλεί ιδιαίτερο φόβο ή αγωνία, έχει κι έναν Πατσίνο που κάνει αγγαρεία και δείχνει επιδεικτικά αποστασιοποιημένος απ’ όσα συμβαίνουν στο πλατό.
Το φιλμ, που βασίζεται σε μια αληθινή ιστορία, ενός εξορκισμού μιας νεαρής γυναίκας το 1928 σε ένα μοναστήρι της Αϊόβα και ήταν η αφορμή για τον φημισμένο «Εξορκιστή», μεταφέρεται με ένα αδύναμο και προχειρογραμμένο σενάριο, ενώ η κάμερα κινείται υπερβολικά άσκοπα προκειμένου να δώσει ένταση στην σχεδόν ανύπαρκτη δράση.
Δυο ιερείς, ο ένας σε αμφισβήτηση της πίστης του και ο άλλος αντιμέτωπος με το παρελθόν του, πρέπει να αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους για να σώσουν μια δαιμονισμένη γυναίκα μέσα από μια σειρά δύσκολων και επικίνδυνων εξορκισμών.
Πέρα, όμως, από τις γνωστές κλισέ αιωρήσεις της δαιμονισμένης, που μάλλον δεν αποτελούν τις χειρότερες σκηνές του φιλμ, η δύστυχη κοπέλα ανεξήγητα κάνει εμετό, μιλάει με εξωτικές γλώσσες, ενώ οι ιερείς στωικά συνεχίζουν να τη μελετούν και δίπλα τους οι καλόγριες είναι έντρομες.
Με δυο λόγια, μία ταινία τρόμου, που θα αφήσει ανικανοποίητους και τους φαν του είδους, με την αλλοπρόσαλλη κατασκευή της, τα κενά του σεναρίου, την ανυπαρξία διερεύνησης του τι πραγματικά συμβαίνει στην κοπέλα και ένα ερώτημα για το τι είχε στο μυαλό του ένας από τους κορυφαίους εν ζωή σταρ, για να δεχθεί να παίξει σε αυτό horror β κατηγορίας.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Δυο ιερείς, ο ένας σε αμφισβήτηση της πίστης του και ο άλλος αντιμέτωπος με το παρελθόν του, πρέπει να αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους για να σώσουν μια δαιμονισμένη γυναίκα μέσα από μια σειρά δύσκολων και επικίνδυνων εξορκισμών.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
Πώς να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο σας
(“ How to Train Your Dragon”) Πρώτο ριμέικ για την DreamWorks Animation, είναι τούτη η περιπέτεια φαντασίας φετινής παραγωγής. Αλλά και το πρώτο ριμέικ της εταιρείας με ζωντανούς χαρακτήρες, τη σκηνοθεσία του οποίου υπογράφει ο πολύπειρος στο animation Ντιν Ντεμπλουά, με προϋπηρεσία και στο συγκεκριμένο φραντσάιζ.
Η ταινία, χωρίς να φτάνει το πρωτότυπο, διατηρεί τη γοητεία του, τη συναρπαστική περιπετειώδη ύφανσή του, τα καλοπροαίρετα μηνύματά της, τη φροντισμένη παραγωγή, τα εντυπωσιακά σκηνικά και εφέ και αποτελεί μια εγγυημένη επιλογή ψυχαγωγίας για παιδιά και εφήβους, ενώ και οι γονείς θα το διασκεδάσουν.
Στο δύσβατο νησί του Μπερκ, όπου οι Βίκινγκ και οι δράκοι ήταν άσπονδοι εχθροί για γενιές, ο Ψάρης ξεχωρίζει. Ο ευρηματικός αλλά παραμελημένος γιος του αρχηγού Στωικού του Μεγάλου, ο Ψάρης αψηφά αιώνες παράδοσης όταν γίνεται φίλος με τον Φαφούτη, έναν φοβερό δράκο.
Παίζουν οι νεαροί Μέισον Θέιμς και Νίκο Πάρκερ και ο Τζέραλντ Μπάτλερ.
DAN DA DAN: Κακό Μάτι
(“ DAN DA DAN: Evil Eye”) Ιαπωνική ταινία κινουμένων σχεδίων, από τον έμπειρο σκηνοθέτη Χιρόσι Σέκο, που αποτελεί διασκευή από το μάνγκα του Γιουκινόμπου Τάτσου. Μία δυναμική μαθήτρια λυκείου και ένας συμμαθητής της θα πάνε σε μια μυστηριώδη πόλη για να ανακαλύψουν τα σκοτεινά μυστικά που στοιχειώνουν την οικογένεια ενός πρώην φίλου της, αλλά απόκοσμα φαινόμενα θα εκτροχιάσουν τα σχέδιά τους. Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.
Χάρης Αναγνωστάκης/ΑΠΕ