
Στην εποχή της λεγόμενης «Έξυπνης» ή «Νέας Γεωργίας» – που υπόσχεται υψηλότερες αποδόσεις, καλύτερη διαχείριση πόρων και αυξημένη βιωσιμότητα – η ελληνική γεωργία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα οξύμωρο: ενώ καλείται να εκσυγχρονιστεί ταχύτατα, ταυτόχρονα καλείται να το κάνει με ελάχιστα διαθέσιμα μέσα και ολοένα αυξανόμενα κόστη.
Του Θεόδωρου Γκαλίτσα
Υποψήφιου Διδάκτωρ Γεωπονίας, Γεωπόνου M.Sc.
Οικονομικός εκσυγχρονισμός: μια ακριβή υπόθεση
Η ενσωμάτωση τεχνολογιών αιχμής (όπως γεωργία ακριβείας, συστήματα GPS, αισθητήρες εδάφους, drones, λογισμικά ανάλυσης δεδομένων) αποτελεί πλέον βασική προϋπόθεση για έναν αγρότη που θέλει να είναι ανταγωνιστικός. Ωστόσο, το κόστος για την απόκτηση, λειτουργία και συντήρηση τέτοιων συστημάτων είναι δυσθεώρητο για τη μέση ελληνική εκμετάλλευση.
Επιπλέον, η πρόσβαση στην τεχνογνωσία ή η κατάρτιση στις νέες τεχνολογίες προϋποθέτει χρόνο, υποστήριξη και συνεχή επαγγελματική επιμόρφωση, που σπανίζουν στην ελληνική ύπαιθρο. Πολλοί αγρότες αναγκάζονται να στραφούν σε δανεισμό ή να παραμένουν εξαρτημένοι από αγροεφοδιαστές και συμβούλους που διαμορφώνουν την παραγωγή με βάση το δικό τους εμπορικό συμφέρον.
Έκρηξη του κόστους παραγωγής
Η κατάσταση επιδεινώνεται από τη ραγδαία αύξηση του κόστους παραγωγής. Οι τιμές των λιπασμάτων, των σπόρων, των γεωργικών φαρμάκων και των βιοδιεγερτών έχουν εκτοξευθεί, κυρίως λόγω της ενεργειακής κρίσης και της παγκόσμιας αλυσίδας εφοδιασμού. Οι μισθοί των εργατών γης αυξάνονται δικαιολογημένα, αλλά ταυτόχρονα προσθέτουν ακόμη ένα βάρος στους παραγωγούς.
Η ένταση των καιρικών φαινομένων – παγετοί την άνοιξη, καύσωνες το καλοκαίρι, πλημμύρες το φθινόπωρο – έχει καταστήσει τη γεωργία επένδυση υψηλού ρίσκου. Η κλιματική κρίση δεν είναι πια απειλή του μέλλοντος· είναι η καθημερινή πραγματικότητα κάθε αγρότη στην Ελλάδα.
Αγορές: όταν η τιμή παραγωγού είναι κάτω του κόστους
Το πιο ανησυχητικό φαινόμενο είναι η απόκλιση ανάμεσα στην τιμή παραγωγού και την τιμή στο ράφι. Πολλά προϊόντα πωλούνται από τους αγρότες κάτω από το κόστος παραγωγής, με τους μεσάζοντες και τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής να αυξάνουν την τιμή προς τον καταναλωτή κατά εκατοντάδες ή και χιλιάδες τοις εκατό. Αυτό δημιουργεί ένα άδικο και στρεβλό αγροδιατροφικό σύστημα που στραγγαλίζει την πρωτογενή παραγωγή.
Την ίδια στιγμή, η μαζική εισαγωγή προϊόντων από τρίτες χώρες εκτός Ε.Ε. – χωρίς τα ίδια πρότυπα ποιότητας, χωρίς τους ίδιους περιορισμούς και κανόνες – πιέζει περαιτέρω τις τιμές προς τα κάτω. Οι Έλληνες αγρότες καλούνται να ανταγωνιστούν παραγωγούς χωρών με φθηνότερο εργατικό κόστος, χαλαρότερη περιβαλλοντική πολιτική και απουσία ελέγχων.
Κοινωνικές επιπτώσεις: η φυγή των νέων από την ύπαιθρο
Το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο: η γεωργία παύει να είναι βιώσιμη ως επάγγελμα. Οι νέοι εγκαταλείπουν την ύπαιθρο. Τα χωριά ερημώνουν. Η γη μένει ακαλλιέργητη. Η αγροτική οικονομία καταρρέει, και μαζί της ολόκληρος ο κοινωνικός ιστός της περιφέρειας.
Τι πρέπει να αλλάξει;
Για να επιβιώσει η ελληνική γεωργία και να αποκτήσει ρόλο στην «πράσινη μετάβαση» που επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Ένωση, απαιτούνται:
• Στοχευμένες επιδοτήσεις για την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών από μικρούς και μεσαίους αγρότες.
• Διαφανείς μηχανισμοί τιμολόγησης που προστατεύουν την τιμή παραγωγού.
• Αναθεώρηση της αγροδιατροφικής αλυσίδας, με ενίσχυση των τοπικών αγορών και παραγωγών.
• Στρατηγική ενίσχυσης της αυτάρκειας και μείωσης των εισαγωγών.
• Καθορισμός εθνικού σχεδίου αγροτικής αναγέννησης, με έμφαση σε αγροτικά επαγγέλματα, νέα εργαλεία και περιβαλλοντική ανθεκτικότητα.
Επίλογος
Η Ελληνική Γεωργία δεν ζητά ελεημοσύνη· ζητά ισότητα και προοπτική. Αν συνεχίσει να λειτουργεί σε ένα περιβάλλον ασύμμετρων πιέσεων, με δυσβάσταχτο κόστος και αθέμιτο ανταγωνισμό, τότε το μέλλον της είναι δυσοίωνο.
Ο αγρότης δεν μπορεί πια να είναι το θύμα ενός συστήματος που τον καλεί να «εκσυγχρονιστεί» χωρίς να του δίνει τα μέσα. Η αλλαγή πρέπει να ξεκινήσει τώρα – και να ξεκινήσει από τη βάση: την αξία του ανθρώπου που καλλιεργεί τη γη.