Οι χρονιές 1977-78 ήταν πολύ σημαντικές για μένα από κινηματογραφική άποψη (και υποθέτω όχι μόνο από αυτήν). Στα 12- 13 είδα (και ενθουσιαστηκα) ταινίες σαν τη Νύχτα με τις μάσκες, τον Σταθμό 13, το Κάρρι, τον Οργισμένο γίγαντα( The fury), το Ξύπνημα των νεκρών, αλλά και τα Σαγόνια του καρχαρία, τον Νευρικό εραστή, την Οικογενειακή συνωμοσία( αντιθέτως ο Πόλεμος των άστρων τότε δε μου γέμισε το μάτι, θα τον εκτιμούσα σχετικά χρόνια αργότερα). Τα Μάτια της Λώρα Μαρς τα είδα σε β’ προβολή λίγο πιο μετά και ομολογώ πως δεν είχα ενθουσιαστεί.
40 χρόνια μετά, ξαναβλεποντας την ταινία, νιώθω να μεταφέρομαι στο παρελθόν με τρόπο που οι αγαπημένες μου ταινίες δε μπορούν να προκαλέσουν (είτε γιατί τις έχω δει πολλές φορές, είτε γιατί η φόρμα τους είναι πιο διαχρονική).
Τα Μάτια της Λώρα Μαρς διαθέτουν μια γοητεία, αφενός λόγω του βασικού σεναρίου του Κάρπεντερ (που θα μπορούσε να ειδωθεί ως μέρος μιας άτυπης τριλογίας μαζί με το Halloween και το Κάποιος με παρακολουθεί), και αφετέρου γιατί καταγράφουν χώρους και ήθη της Νέας Υόρκης του 70 με ανεξίτηλα χρώματα. Βασισμένα σε μια ιδέα που θυμίζει το Αίμα και μαύρη δαντέλα του Μπάβα (εκεί φόνοι σε έναν οίκο μόδας, εδώ στην επαγγελματική κοινότητα μιας φωτογράφου), διερευνούν μέχρι ένα σημείο τη λειτουργία του βλέπειν και βλέπεσθαι ( και τη συμπληρωματικοτητα τους), τη σχέση του βλέμματος με το θάνατο, αλλά και το τυφλό σημείο του βλέμματος που νομίζει πως είναι προνομιούχο, πολλαπλασιαζομενο τεχνητά με φωτογραφικές μηχανές, μόνιτορ, γενικευμένο θέαμα ( εδώ όντως η ταινία λειτουργεί προφητικά).Κι ενώ το σενάριο φορτίζεται με στοιχεία που απομακρύνουν από τη βασική προβληματική ( αλλά είναι συμβατά με την παράδοση του giallo, όπως έχει επισημανθεί, από όπου αντλείται η έμπνευση), και ο ρυθμός της ταινίας δε δημιουργεί το απαραίτητο δέσιμο στο υλικό της, νιώθεις πως υπάρχει κάτι που γλιστράει μέσα και εξω, τοσα χρόνια μετα, μια σύνδεση με ενα τότε που ενεστωτοποιειται και φέρνει το σινεμά στο προσκήνιο της αναζήτησης του χαμένου χρόνου. Μέσω του βλέμματος.
Νίκος Οικονομίδης