Κόσμος

Πώς βρέθηκε το δέντρο στο σπίτι μας;

Eκανε την εμφάνιση του πρώτη φορά τον Μεσαίωνα, στην κεντρική Ευρώπη, κατά τη  διάρκεια των εορτασμών του χειμερινού ηλιοστασίου, αλλά έγινε αναπόσπαστο κομμάτι των Χριστουγέννων στα τέλη του 19ου αιώνα. Η ιστορία του χριστουγεννιάτικου δέντρου συνδέεται με τη βασίλισσα Σάρλοτ, αλλά και τον θρύλο για τη χειμωνιάτικη νύχτα που ο Λούθηρος κοίταξε τον έναστρο ουρανό…

Φορτωμένο φρούτα, γλυκά, στολίδια, κεριά, αγγέλους, νεράιδες, αστέρια και πουλάκια, το έλατο ήταν το αειθαλές δέντρο που ερχόταν από το δάσος και στηνόταν στο πιο κεντρικό σημείο του σπιτιού, ως ένα σύμβολο του θριάμβου επί της Φύσης στην καρδιά του χειμώνα. Ένα σύμβολο που την τελευταία, Δωδεκάτη Νύχτα -με τη λήξη του εορτασμού του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων- έπρεπε να κοπεί και να επιστραφεί στη Φύση (να ανακυκλωθεί φυσικά ή, να παραδοθεί στη φωτιά).

Η εισαγωγή του χριστουγεννιάτικου δέντρου στην Αγγλία το 1840 κατά κανόνα πιστώνεται στον πρίγκιπα Αλβέρτο, σύζυγο της βασίλισσας Βικτωρίας. Ωστόσο, η καθιέρωση της παράδοσης ανήκει «δικαιωματικά» στην «καλή βασίλισσα Charlotte» (1744-1818), τη Γερμανίδα σύζυγο του Γεωργίου του Γ, με εντολή της οποίας στήθηκε το πρώτο γνωστό χριστουγεννιάτικο δέντρο στο Queen’s Lodge τον Δεκέμβριο του 1800. Όπως γράφει το historytoday.com, σύμφωνα με τον θρύλο, το χριστουγεννιάτικο δέντρο επινόησε ο Μαρτίνος Λούθηρος, θεμελιωτής της Μεταρρύθμισης και συμπατριώτης της βασίλισσας Καρλότα του Μέκλενμπουργκ – Στρέλιτς.

Μια φορά και έναν καιρό, εν προκειμένω, μια χειμωνιάτικη νύχτα του 1536, ο Λούθηρος περπατούσε μέσα από το πυκνό δάσος που βρισκόταν κοντά στο σπίτι του στο Wittenberg όταν ξαφνικά σήκωσε τα μάτια και είδε χιλιάδες αστέρια να λαμπυρίζουν μέσα από τα κλαδιά των δέντρων. Το θέαμα ήταν τόσο υπέροχο ώστε του έδωσε την ιδέα να στήσει τα Χριστούγεννα εκείνα ένα έλατο με κεριά στο σπίτι του, για να υπενθυμίσει στα παιδιά του «τον έναστρο ουρανό από τον οποίο ήρθε ο Σωτήρας».

Διακοσμημένα χριστουγεννιάτικα δέντρα είχαν κάνει την εμφάνιση τους  στη νότια Γερμανία ήδη από το 1605. Το γεγονός τεκμηριώνεται από τη μαρτυρία ανώνυμου συγγραφέα, ο οποίος έγραφε ότι στο «Yuletide» (σ.σ. πρόκειται για την περίοδο των Χριστουγέννων, η βρετανική λέξη έχει τις ρίζες της στον Ύστερο Μεσαίωνα) οι κάτοικοι του Στρασβούργου «έστησαν έλατα στα σαλόνια τους… πάνω στα οποία κρεμούσαν τριαντάφυλλα φτιαγμένα από πολύχρωμα χαρτιά, μήλα, γλυκά και στολίδια από χρυσόχαρτο».

Σε άλλες πόλεις της Γερμανίας, αντί για έλατο, στόλιζαν κάποιο άλλο κωνοφόρο δέντρο, ακόμη και δέντρα μέσα σε μεγάλες γλάστρες. Άλλωστε, στο δουκάτο του Μέκλενμπουργκ – Στρέλιτς, όπου μεγάλωσε η βασίλισσα Καρλότα, το έθιμο ήταν να στολίζουν απλά, ένα μεγάλο κλαδί.

Ο ποιητής Samuel Taylor Coleridge (1772-1834) που επισκέφθηκε το Mecklenburg-Strelitz τον Δεκέμβριο του 1798 και είδε τα έθιμα έγραψε σε επιστολή προς τη σύζυγό του τον Απρίλιο του 1799: «Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, τα παιδιά στολίζουν στο κατάφωτο σαλόνι ένα κλαδί με κομψά στολίδια από χαρτί κλπ. Στο δωμάτιο δεν επιτρέπεται να μπουν οι γονείς. Τα παιδιά τελειώνουν βάζοντας από κάτω τα δώρα, οι γονείς μπαίνουν και ανταλλάσσονται ευχές, αγκαλιές και φιλιά».

Όταν η νεαρή Charlotte έφυγε από το Mecklenburg-Strelitz το 1761 και πήγε στην Αγγλία για να παντρευτεί τον βασιλιά Γεώργιο, έφερε μαζί της πολλά από τα έθιμα που ακολουθούσε ως παιδί, συμπεριλαμβανομένου και του στολισμένου κλαδιού των Χριστουγέννων. Αλλά στην αγγλική Αυλή, η Βασίλισσα μεταμόρφωσε το επί της ουσίας ιδιωτικό τελετουργικό της πατρίδας της σε μια ανοιχτή γιορτή την οποίαν μπορούσαν να απολαύσουν, όχι μόνο η οικογένειά της, αλλά επίσης οι φίλοι και όλοι οι ένοικοι του παλατιού.

Η βασίλισσα Charlotte  δεν έβαλε το κλαδί σε κάποιο μικρό δωμάτιο, αλλά σε μία από τις μεγαλύτερες αίθουσες του Kew Palace ή του Κάστρου του Windsor. Φορώντας το ανάλογο ένδυμα και με όλα τα κεριά αναμμένα, η Αυλή συγκεντρώθηκε και τραγούδησε τα «κάλαντα» (όχι όπως τα ξέρουμε σήμερα, αλλά χαρούμενα τραγούδια). Η γιορτή τελείωσε με τα δώρα που βρίσκονταν κάτω από το κλαδί -ενδύματα, κοσμήματα, παιχνίδια και γλυκά.

Εκείνη τη χρονιά η βασίλισσα σχεδίαζε ένα μεγάλο χριστουγεννιάτικο πάρτι για τα παιδιά όλων των ευγενών οικογενειών στο Windsor. Οπότε αποφάσισε αντί για το συνηθισμένο κλαδί να γεμίσει προς χάρη των παιδιών ένα ολόκληρο δέντρο με στολίδια και φρούτα, να το φορτώσει με δώρα και να το στήσει στο κέντρο της αίθουσας Queen’s Lodge.

Ένα τέτοιο δέντρο, θεωρούσε, θα φάνταζε μαγικό στα μάτια των παιδιών. Όπως και έγινε. Φτάνοντας στο παλάτι το βράδυ των Χριστουγέννων τα παιδιά αντίκρισαν το παραμυθένιο δέντρο με τα στολίδια που αντανακλούσαν τη λάμψη τους στο φως των κεριών.

Ο δρ John Watkins, ένας από τους βιογράφους της βασίλισσας Charlotte, ο οποίος ήταν στη γιορτή παραθέτει μια ζωντανή περιγραφή του μαγευτικού δέντρου «από τα κλαδιά του οποίου κρέμονταν σαν τσαμπιά, γλυκά, αμύγδαλα και σταφίδες τυλιγμένα σε χαρτάκια, φρούτα και παιχνίδια, φωτισμένα από  δεκάδες μικρά κεριά […] Οι συντροφιές περπατούσαν γύρω γύρω θαυμάζοντας το δέντρο και στη συνέχεια, κάθε παιδί έπαιρνε τα γλυκά του μαζί με ένα παιχνίδι και όλα επέστρεφαν στο σπίτι χαρούμενα».

Τα χριστουγεννιάτικα δέντρα έγιναν δημοφιλή στους κύκλους της βρετανικής αριστοκρατίας- γύρω τους στήνονταν οι παιδικές συγκεντρώσεις. Όπως και στη Γερμανία, κάθε αειθαλές δέντρο μπορούσε να μεταμορφωθεί σε χριστουγεννιάτικο δέντρο, αρκεί να ήταν φορτωμένο στολίδια και κεριά και να είχε από κάτω δώρα.

Τα δέντρα, που συνήθως τοποθετούνταν πάνω σε τραπέζια, είχαν κάτω από τα τελευταία κλαδικά τους, μαζί με τα δώρα,  είτε μια κιβωτό του Νώε, είτε ένα αγρόκτημα σε μικρογραφία με ξύλινα ζωάκια.

Από οικογενειακά αρχεία, για παράδειγμα, μαθαίνουμε ότι τον Δεκέμβριο του 1802, ο George, 2ος Λόρδος του Kenyon, αγόραζε «κεριά για το δέντρο» που έβαλε στο σαλόνι του στο Λονδίνο, στο Lincoln’s Fields. Επίσης ότι το 1804, ο Frederick, πέμπτος κόμης τουBristol, είχε «χριστουγεννιάτικο δέντρο» για τα παιδιά του στο Ickworth Lodge, στο Σάφολκ. Και ότι, το 1807 ο William Cavendish-Bentinck, δούκας του Πόρτλαντ, τότε πρωθυπουργός, έστησε ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο στο Welbeck Abbey του Nottinghamshire, «για μια νεανική γιορτή».

Μέχρι τον θάνατο της βασίλισσας Charlotte, το 1818, η παράδοση του χριστουγεννιάτικου δέντρου είχε καθιερωθεί και συνέχισε να διαδίδεται σε όλη τη δεκαετία του 1820 και του ’30. Η πληρέστερη περιγραφή των πρώιμων εκείνων χριστουγεννιάτικων δέντρων στη Βρετανία βρίσκεται στο ημερολόγιο του Charles Greville, του πνευματώδους, καλλιεργημένου Γραμματέα του Privy Council, ο οποίος το 1829 πέρασε τις διακοπές του στο Panshanger του Hertfordshire, στο σπίτι του Peter, 5th Earl Cowper, και της συζύγου του Lady Emily.

Ο Greville δεν κάνει την παραμικρή αναφορά στις δημοφιλείς ασχολίες της εποχής με τις οποίες η αριστοκρατία περνούσε τον χρόνο της, όπως τα επιτραπέζια, η ιππασία και το πατινάζ ή, έστω τα κουτσομπολιά που κυκλοφορούσαν στα εορταστικά γεύματα και δείπνα. Το μόνο που του έκανε εντύπωση ήταν τα εξαιρετικά μικρά έλατα που που είχαν στολιστεί για τα μικρότερα παιδιά της οικογένειας.

Όταν τον Δεκέμβριο του 1840, ο πρίγκιπας Αλβέρτος έφερε από την πατρίδα του την ερυθρελάτη (το γνωστό νορβηγικό έλατο) δεν θεωρήθηκε καινοτομία -τουλάχιστον, στην αριστοκρατία.

Μέχρι που τα έντυπα της εποχής, όπως το London News, το Cassell’s Magazine  και The Graphic  άρχισαν να δημοσιεύουν κάθε χρόνο θέματα -με τις ανάλογες εικονογραφήσεις και τις λεπτομερείς περιγραφές- για τα χριστουγεννιάτικα δέντρα του βασιλικού οίκου και της αριστοκρατίας, από το 1845 μέχρι τα τέλη του 1850, οπότε το έθιμο καθιερώθηκε και διαπέρασε όλες τις κοινωνικές τάξεις.

Μέχρι το 1860 δεν υπήρχε οικογένεια στην Αγγλία που να μην στολίζει δέντρο τα Χριστούγεννα.

Πάντως, τα πρώτα ηλεκτρικά φωτάκια χριστουγεννιάτικου δέντρου άναψαν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού στις 22 Δεκεμβρίου 1882 από τον Τόμας Έντισον στη Νέα Υόρκη, ενώ στην Ελλάδα, στήθηκε για πρώτη φορά χριστουγεννιάτικο δέντρο, στις 24 Δεκεμβρίου 1843, στο αρχοντικό του Ναξιώτη Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου, γενικού Προξένου της Ρωσίας στην Αθήνα.

tvxs.gr

Back to top button