Σε 19.190 ανήλθαν το 2017 οι αποφάσεις διαζυγίων που εκδόθηκαν στα Πρωτοδικεία της χώρας, έναντι 11.013 το 2016, παρουσιάζοντας αύξηση 74,2%.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, στην ανάλυση των στοιχείων για τα διαζύγια θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η αποχή των δικηγόρων το α’ εξάμηνο του 2016, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των αποφάσεων που εκδόθηκαν κατά το συγκεκριμένο έτος και την αύξηση του αντίστοιχου αριθμού κατά το 2017. Η αναλογία γάμων και διαζυγίων ανά 1.000 κατοίκους το 2017 είναι 4,7 και 1,8, αντίστοιχα.
Ο μέσος όρος διαζυγίων της περιόδου 2014 – 2017 διαμορφώνεται στα 15.058 διαζύγια, έναντι 51.637 γάμων. Ως προς τον τύπο του διαζυγίου, κατά μέσο όρο επτά στα δέκα διαζύγια που εκδόθηκαν την τελευταία δεκαετία είναι συναινετικά. Στα κατ’ αντιδικία διαζύγια, στο 58,2% των εν λόγω διαζυγίων η ευθύνη για τον τερματισμό του γάμου (υπαιτιότητα) αποδίδεται και στους δυο συζύγους.
Το 2017 οι περισσότερες αιτήσεις διαζυγίων υποβάλλονται από άτομα ηλικίας 40- 44 ετών (άνδρες 16,6% και γυναίκες 18,2%) και ακολουθούν οι ηλικιακές ομάδες 45- 49 για τους άνδρες (16,3%) και 35- 39 για τις γυναίκες (17,3%).
Υψηλή συχνότητα λύσεων γάμου παρατηρείται μεταξύ τέταρτου και δωδέκατου έτους έγγαμου βίου.
Τα εξαρτώμενα τέκνα (κάτω των 18 ετών) από τους λυθέντες γάμους ανέρχονται σε 16.103 (64,3% επί του συνόλου των τέκνων).
Από τα 19.190 διαζύγια που εκδόθηκαν, στα 18.208 (94,9%) η υπηκοότητα του συζύγου είναι ελληνική και στα 17.419 (90,8%) η υπηκοότητα της συζύγου είναι ελληνική.
Τα διαζύγια στα οποία και οι δύο σύζυγοι έχουν ελληνική υπηκοότητα ανέρχονται σε 16.904 (88,1%).
ΑΠΕ