Η Μάργκοτ Βολκ ήταν μία 95ρονη γυναίκα που ζούσε μία ήσυχη ζωή στη Γερμανία, όταν αποφάσισε να αποκαλύψει ένα μυστικό που κρατούσε σφραγισμένο πάνω από 60 χρόνια.
Το 2013 σε συνέντευξη που έδωσε σε μία τοπική εφημερίδα με αφορμή τα γενέθλιά της, αποκάλυψε ότι ήταν δοκιμάστρια φαγητών του Αδόλφου Χίτλερ. Η Βολκ και άλλες 14 γυναίκες ήταν αναγκασμένες να τρώνε το φαγητό του για να ελέγχεται αν είχε κάποιο δηλητήριο, τα τελευταία χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
«Επρεπε να τρώμε τα πάντα» είχε δηλώσει στον γερμανικό τηλεοπτικό σταθμό RBB το 2014. «Μετά περιμέναμε για μία ώρα και κάθε φορά ήμασταν τρομοκρατημένες ότι θα αρρωστήσουμε. Συνηθίζαμε να κλαίμε από χαρά όταν διαπιστώναμε ότι ήμασταν καλά» τόνισε.
Η Μάργκοτ Βολκ ήταν 24χρονη γραμματέας όταν, το 1941, μετακόμισε στο σπίτι της πεθεράς της στο Γκρόσε Παρτς (Grosse-Partsch) της Ανατολικής Πρωσίας. Η πόλη ήταν σε απόσταση μικρότερη των τριών χιλιομέτρων από το Wolfsschanze, το κορυφαίο μυστικό αρχηγείο του Ανατολικού Μετώπου του Χίτλερ.
Ο χορτοφάγος Χίτλερ
Φήμες κυκλοφορούσαν ότι οι Σύμμαχοι σχεδίαζαν να δηλητηριάσουν τη δικτάτορα και λίγο μετά την άφιξή της, η Βολκ ενημερώθηκε από τον δήμαρχο ότι ήταν μία από τις 15 γυναίκες που στρατολογήθηκαν από τα SS για να γίνουν επίσημες δοκιμάστριες φαγητού.
«Δεν υπήρχε ποτέ κρέας, επειδή ο Χίτλερ ήταν χορτοφάγος» είχε δηλώσει η Βολκ το 2013 στον ιστότοπο Spiegel Online το 2013.
«Το φαγητό ήταν πολύ καλό, αλλά δεν μπορούσαμε να το απολαύσουμε» είχε τονίσει και εξήγησε ότι ποτέ δεν συνάντησε τον Χίτλερ.
Το 1944 όταν πλησίασε ο Σοβιετικός Στρατός, ένας Γερμανός αξιωματικός την πήρε και την έβαλε σε ένα τρένο για το Βερολίνο. Μετά το τέλος του πολέμου ο ίδιος αξιωματικός της είπε ότι οι άλλες 14 γυναίκες σκοτώθηκαν από μέλη του Σοβιετικού Στρατού.
Χρειάστηκαν δεκαετίες για να μιλήσει δημόσια για την εμπειρία της από την περίοδο του πολέμου. Το 2014, η Ιταλίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας Ροζέλα Ποστορίνο διάβασε σε μία ιταλική εφημερίδα ένα μικρό άρθρο για τη Βολκ και συγκλονίστηκε. Η ιστορία της Βολκ έγινε εμμονή για εκείνη.
Σκεφτόταν ότι η νεαρή Γερμανίδα γραμματέας δεν ήταν Ναζί, αλλά κάθε μέρα, τρεις φορές την ημέρα διακινδύνευε τη ζωή της για να σώσει τη ζωή του Χίτλερ.
Θύμα και ένοχη
«Ήταν ταυτόχρονα θύμα και ένοχη. Το ερώτημα που έθετα στον εαυτό μου ήταν τι θα έκανα εγώ αν ήμουν στη θέση της;» ανέφερε η Ποστορίνο, στο αυστραλιανό τηλεοπτικό δίκτυο ABC, η οποία ήθελε να πάρει συνέντευξη από την Βολκ και έκανε προσπάθειες να βρει τα ίχνη της, αλλά όταν εντόπισε τη διεύθυνσή της κατοικίας της στο Βερολίνο η ηλικιωμένη γυναίκα είχε πεθάνει.
Η Ιταλίδα συγγραφέας αποφάσισε να γράψει ένα μυθιστόρημα βασισμένο στις εμπειρίες της Βολκ. Στο βιβλίο η κεντρική ηρωίδα είναι η Ρόζα, καθώς η συγγραφέας αποφάσισε να της δώσει το δικό της όνομα. Έτσι είχε τη δυνατότητα να ερευνήσει πως η ίδια θα συμπεριφερόταν τη δεδομένη στιγμή της ιστορίας.
Η Ρόζα είναι μία νεαρή γυναίκα δραστήρια, η οποία αισθάνεται μόνη, καθώς ο σύζυγός της είναι στον πόλεμο και αντιμετωπίζει τρόμο και φόβο σε καθημερινή βάση.
Η συγγραφέας θεωρεί ότι η επιτυχία του βιβλίου οφείλεται στο γεγονός ότι αφηγείται μία ιστορία ενός «κανονικού ατόμου» αντιμέτωπου με κρίση ηθικής.
«Ήθελα να πω την ιστορία μιας συνηθισμένης γυναίκας. Δεν περιμένεις από όλους να είναι ήρωες» ανέφερε η Ιταλίδα συγγραφέας.
Η ηρωίδα της Ποστορίνο επέζησε. «Δεν πέθανε από δηλητήριο, δεν σκοτώθηκε από τους Ρώσους. Αλλά στην πραγματικότητα δεν ζει, γιατί είναι πάντα – σαν να ήταν στη φυλακή. Η φυλακή είναι η μνήμη της τραυματικής εμπειρίας του πολέμου και της παράλογης δουλειάς της να τρώει το φαγητό του Χίτλερ», τόνισε η συγγραφέας σε συνέντευξή της.
ΑΠΕ