O Ρούνης Αριστείδης γεννήθηκε στην Καστοριά και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σήμερα είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στις διμερείς σχέσεις των κρατών και στο διεθνές δίκαιο. Παράλληλα με τις σπουδές του ασχολείται με την άθληση και ομιλεί Αγγλικά, Γερμανικά και Τουρκικά.
Στο παγκόσμιο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι, το ζήτημα της διασφάλισης της ανθρώπινης υγείας από την απειλή του νέο ιού, ανησυχεί ακόμα την ανθρωπότητα. Σε κάθε κράτος, βέβαια, η πορεία της πανδημίας παρουσιάζει διαφορές. Ειδικότερα, στο ελληνικό κράτος, τα επίπεδα των κρουσμάτων ή θανάτων από τον νέο ιό, δείχνουν να ακολουθούν πτωτική πορεία, χωρίς να παρουσίασαν ποτέ κάποια δραματική αύξηση. Έπειτα από τα μέτρα, που λήφθηκαν για την προστασία του πληθυσμού, ξεκίνησε η μερική άρση αυτών, με την σταδιακή επιστροφή στην καθημερινή κατάσταση ρουτίνας και τις δραστηριότητες του κάθε ανθρώπου. Για να είναι όμως όσο το δυνατό πιο ακριβής μια ανάλυση, είναι καλύτερο να ερευνάται ένα ζήτημα, σε μια γεωγραφικά προσδιορισμένη περιοχή.
Οπότε, είναι το κατάλληλο σημείο να μεταφερθούμε νοερά στο νοτιοδυτικό Βόιο, σε περιοχή, με εύκολη πρόσβαση από την Θεσσαλονίκη ή τα Γιάννενα, η οποία περιλαμβάνει το γνωστό Τσοτύλι. Ανήκει διοικητικά στην περιφερειακή Ενότητα Κοζάνης (πρώην Νομός), στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Μακεδονίας του ελληνικού κράτους. Η εν λόγω περιοχή, ευρισκόμενη χωροταξικά στην «καρδιά» της ορεινής φυσικής ομορφιάς της Πίνδου, αποτελεί έναν από τους τόπους της «πνευματικής χαλάρωσης και ηρεμίας» των Κοζανιτών. Συνήθως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, καθίσταται πόλος έλξης επισκεπτών, που αναζητούν «εντός των τειχών» της χώρας, μια τοποθεσία με καθαρό αέρα, έναν άνεμο ελπίδας για την «αποτοξίνωση» από τα πιθανά προβλήματα άγχους. Εκεί, όπου οι άνθρωποι, που συγκεντρώνονται, αναζητούν απαντήσεις στο ζήτημα της συνεχούς αύξησης του καθημερινού «αστικού στρες». Είναι οι καταγώμενοι από τον τόπο, που τον επισκέπτονται για ολιγοήμερες διακοπές. Επιπλέον, είναι οι συγγενείς ή φίλοι των ντόπιων, που καταφθάνουν από μεγάλες πληθυσμιακά πόλεις, που αναζητούν εναλλακτικές μορφές τουρισμού, καθώς και αυτοί, που ζούνε μόνιμα, αρνούμενοι σταθερά την αστικοποίηση.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του Δήμου Βοΐου Κοζάνης, στην περιοχή συναντούνται δυο δημοτικές ενότητες αυτού, αυτή του Πενταλόφου και αυτή του Τσοτυλίου, με πλειάδα ιστορικών κοινοτήτων να τις αποτελούν. Όσον αφορά την αντίστοιχη του Πενταλόφου, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ελληνικού κράτους, 1.236 είναι οι εγγεγραμένοι δημότες (ΦΕΚΑρ. Φύλλου 697, 20-03-2014, «Αποτελέσματα της Απογραφής Πληθυσμού−Κατοικιών 2011 που αφορούν στο Νόμιμο Πληθυσμό της Χώρας»). Οι κοινότητες που υπάρχουν εδώ, είναι χτισμένες σε υψόμετρο που αγγίζει τα 1000 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Το «γήρας» είναι το ήδη υφιστάμενο πρόβλημα και παρουσιάζει αυξημένα ποσοστά, με το γνωστό τοις πάσι δημογραφικό ζήτημα να απειλεί ευθέως την περιοχή, καθώς αρκετοί είναι οι υπερήλικες. Οι πιο πολλοί κάτοικοι είναι συνταξιούχοι με το «κυνήγι των μανιταριών», μαζί με την δραστηριότητα του κυνηγιού αγριόχοιρου, να καθίστανται οι πιο συχνές ενασχολήσεις τους. Ορισμένοι κατά τους χειμερινούς μήνες, μπορεί να μην αφήνουν τον Νομό, αλλά συνήθως μεταβαίνουν στο Τσοτύλι ή ακόμα και στην Κοζάνη για προσωρινή διαμονή ή για προμήθεια των απαραίτητων ειδών, καθώς ο χειμώνας είναι συνήθως δύσκολος από κάθε πλευρά στον τόπο αυτό. Οι ρυθμοί ζωής είναι ιδιαιτέρως αργοί και οι κοινότητες αποκτούν «παλμό και ζωντάνια» τους θερινούς μήνες.
Περνώντας στην δημοτική ενότητα Τσοτυλίου, σύμφωνα με τις ίδιες πήγες, ο πληθυσμός της απαριθμεί 4.954 άτομα με τα περισσότερα, φυσικά, να βρίσκονται στο κέντρο της ενότητας, στην πόλη του Τσοτυλίου. Μια πόλη με ιδιαίτερη ιστορική σημασία, καθώς εδώ βρίσκεται το φημισμένο Γυμνάσιο – Λύκειο, που αποτελεί για όλο το Βόιο μια ζωντανή απόδειξη της ιστορίας της περιοχής. Η κατάσταση παρουσιάζει ομοιότητες με την αντίστοιχη στην προηγούμενη ενότητα, με τη διαφορά πως εδώ έχουμε ένα μικρό και ίσως αστικό ιστό, αυτό του Τσοτυλίου. Η έννοια, όμως, του όρου «επαρχία» ταιριάζει μάλλον «γάντι» στην απεικόνιση της κατάστασης και της καθημερινής πραγματικότητας στη περιοχή. Εντός της πόλης κατά τις ώρες, που είναι ανοιχτά τα λιγοστά καταστήματα λιανικού εμπορίου, παρατηρείται μια συγκέντρωση στους κεντρικούς δρόμους, αλλά η κίνηση μάλλον είναι μεγαλύτερη στα καφενεία.
Στην ήδη επιβαρυμένη προαναφερθείσα κατάσταση, ήρθε να προστεθεί το πρόβλημα του νέου ιού από τον Μάρτιο και μετά, στην ευρύτερη περιοχή του Βοΐου. Ευτυχώς στην Ενότητα Πενταλόφου, ίσως και με πολύ μικρό αριθμό κρουσμάτων, δεν την επηρέασε καθόλου. Στην ενότητα Τσοτυλίου όμως, είχαμε την περίπτωση των χωριών Δραγασιάς και Δαμασκηνιάς, δύο κοινοτήτων που βρίσκονται στην δίοδο από το Τσοτύλι προς το Άργος Ορεστικό Καστοριάς. Αυτά τα χωριά, μέσω των δημοσιογραφικών ρεπορτάζ, έγιναν γνωστά για την μικρή περίοδο καραντίνας, στην οποία τέθηκαν, λόγω παρουσίας κρούσματος και θανάτου από τη νόσο. Πλέον, φαίνεται πως η περιοχή έχει ξεπεράσει το πρόβλημα της απειλής της «ασφάλειας ανθρώπινης υγείας», με άκρως ενθαρρυντικά σημάδια για τον τομέα αυτό. Ούτως ή άλλως, η περιοχή έτεινε προς το να ερημώσει, αφού το αριθμητικό μέγεθος της πυκνότητας πληθυσμού στην περιοχή είναι ιδιαιτέρως χαμηλό.
Καθώς η θερινή περίοδος έχει πλησιάσει αρκετά, η άσχημη κατάσταση στην οποία περιήλθε το Βόιο γενικότερα, φαίνεται ότι θα χρειαστεί αρκετό χρονικό διάστημα για να ξεπεραστεί. Όμως, το κυρίαρχο ζήτημα, είναι το πώς η οικονομία της περιοχής θα «πάρει μπροστά», γεγονός που έχει χρόνια να συμβεί. Ειδικότερα, στην κωμόπολη του Τσοτυλίου, όσο περνούν τα έτη, αυτή χάνει την εμπορική της αίγλη. Η ιστορία της, μπορεί να είναι δεδομένη και ήδη γραμμένη, αλλά δυστυχώς οι μέρες που έρχονται στο εγγύς μέλλον δεν θα είναι εύκολες. Θα μπορούσε να αναφέρει κανείς ότι ευτυχώς δεν υπάρχει μεγάλο ποσοστό ανεργίας στην περιοχή. Πώς όμως να υπάρχει, αφού οι περισσότεροι άνω των 55 ετών λαμβάνουν σύνταξη, υπάρχει μικρός αριθμός ανήλικων παιδιών και αυτοί που αποτελούν το εργατικό δυναμικό ή θα απασχολούνται σε κάποια μικρή οικογενειακή επιχείρηση ή θα έχουν φύγει στις μεγαλουπόλεις ή στο εξωτερικό. Μια μικρή ένεση στην οικονομία της περιοχής θα είναι ίσως η έστω και για λίγες μέρες, μετάβαση στα «πάτρια εδάφη», των καταγώμενων από το Βόιο, γνωστή για τους κατοίκους των αστικών κέντρων, ως «επιστροφή στο χωριό». Φυσικά ίσως καταφθάσουν μερικοί τουρίστες, περιπατητές κατά κύριο λόγο ή λάτρεις της παραδεισένιας φυσικής ομορφιάς της περιοχής.
Καταλήγοντας, ας αναφερθεί, ότι για την ιδιαίτερη αυτή τοποθεσία της Ελλάδας, δεν αναμένεται η επόμενη μέρα, αλλά αναμένεται μια ριζική αλλαγή. Ο νέος ιός ανέδειξε, στην ουσία των πραγμάτων, την πτωτική πορεία της οικονομίας, αλλά και του πληθυσμού. Αρχής γενομένης, από το φετινό καλοκαίρι, ας ευχηθούμε το νοτιοδυτικό Βόιο, που αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των πολιτισμικών κληροδοτημάτων των προηγούμενων γενεών στις νεότερες, να εξέλθει από την στάσιμή του πορεία και να μπει σε ένα δρόμο ανάπτυξης.