Από την ώρα που έπεσε η Καμπούλ, ο αμερικανικός Τύπος δεν παύει να περιγράφει την καταστροφή, τη χρεοκοπία, το «σώζων εαυτόν σωθήτω». Αμέτρητα άρθρα αναλύουν ένα βασικό θέμα: την απώλεια. Την απώλεια του Αφγανιστάν. Λίγη σημασία έχει ότι η αμερικανική αποχώρηση είχε αναγγελθεί εδώ και χρόνια. Διότι εδώ δεν μιλάμε μόνο για την αποτυχία δύο δεκαετιών πολέμου, αλλά για το τέλος μιας εποχής, που τα βιβλία Ιστορίας θα αποκαλέσουν «αμερικανικό αιώνα».
της Ούρσουλα Γκοτιέ (*)
Οι σχολιαστές προσπαθούν να δείξουν ότι αυτός ο πόλεμος ήταν μια αναγκαία προσπάθεια για να δοθεί τέλος στον τζιχαντισμό ή, απλώς, για να σωθεί το κύρος της υπερδύναμης. Ακόμη και οι φιλικές προς τον Μπάιντεν εφημερίδες αναδεικνύουν τις ευθύνες του. Κι όταν δεν το κάνουν, κατηγορούν τον υπεύθυνο του ναυαγίου, το Πακιστάν, που έθρεψε το ταλιμπανικό φίδι.
Αυτές οι αναλύσεις είναι εν μέρει ακριβείς. Το Πακιστάν όχι μόνο υποστήριξε τους Ταλιμπάν, αλλά και τους «κατασκεύασε». Τη δεκαετία του 1980, ο σοβιετικός στρατός είχε καταλάβει το Αφγανιστάν και η διεθνής βοήθεια προς τους μουτζαχεντίν που πολεμούσαν τον κατακτητή περνούσε μέσα από τις πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες, τις διαβόητες ISI. Το Πακιστάν δεν ήθελε όμως μόνο να φύγει η σοβιετική δύναμη κατοχής, αλλά και να εγκαθιδρυθεί ένα φιλικό καθεστώς. Για τον σκοπό αυτό, οι ISI εκπαίδευσαν τον διάσημο μουλά Ομάρ, ο οποίος ίδρυσε το κίνημα των Ταλιμπάν. Με τα χρήματα και τις συμβουλές των ISI, ο μουλάς έλαβε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε την αποχώρηση των Ρώσων και το 1996 κατέκτησε την Καμπούλ.
Ηταν η αρχή μιας μεσαιωνικής διακυβέρνησης της χώρας: σαρία, μαστιγώσεις, ακρωτηριασμοί. Ο μουλάς πρόσφερε επίσης καταφύγιο στον φίλο του Οσάμα μπιν Λάντεν, που οργάνωσε από εκεί τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Η συνέχεια είναι γνωστή: εισβολή των αμερικανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, όπου έμειναν είκοσι χρόνια. Ο μουλάς Ομάρ και οι Ταλιμπάν διέφυγαν, οι περισσότεροι προς το Πακιστάν, όπου ανασυγκροτήθηκαν και ετοίμασαν την αντεπίθεση.
Σύμφωνα με την πακιστανή Αμίνα Χαν, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών του Ισλαμαμπάντ, το Πακιστάν έχει πλέον αναθεωρήσει την ανάγκη του να διαθέτει στην πίσω αυλή του ένα «στρατηγικό βάθος» – το Αφγανιστάν -, όπου ο στρατός του θα μπορεί να αναδιπλώνεται σε περίπτωση ένοπλης σύγκρουσης. Η εμμονή αυτή ήταν αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης μεταξύ Πακιστάν και Ινδίας μετά το 1947 και τους τέσσερις πολέμους που ακολούθησαν. Η Αμίνα Χαν επισημαίνει ότι υπάρχει πλέον μεγάλη δυσπιστία μεταξύ Ταλιμπάν και Πακιστάν, με το δεύτερο να πιέζει τους πρώτους να μοιραστούν την εξουσία με άλλες συνιστώσες της αφγανικής κοινωνίας.
Το διπλό παιχνίδι του Πακιστάν με τους Ταλιμπάν προκάλεσε κρίση στις σχέσεις του με τις ΗΠΑ. Και οι σχέσεις επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο το 2011, όταν αμερικανικό κομάντο εντόπισε τον μπιν Λάντεν να ζει ήσυχα σε μια πακιστανική πόλη.
Ποιος κέρδισε λοιπόν και ποιος έχασε; Ο Στίβεν Γουολτ, καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Χάρβαρντ, θεωρεί ότι η επιλογή να δοθεί τέλος σε έναν μάταιο πόλεμο που γινόταν στο όνομα μη ζωτικών συμφερόντων είναι δικαιολογημένη. Και, το κυριότερο, δεν δείχνει καθόλου ότι οι ΗΠΑ δεν θα αγωνιστούν για να εμποδίσουν την Κίνα να ηγεμονεύσει στην Ασία.
Η Κίνα και οι ηγεμονικές της φιλοδοξίες: να ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Μπάιντεν επέσπευσε την έξοδο. Η διάγνωση ότι το Πεκίνο αποτελεί τη σοβαρότερη στρατηγική απειλή κατά των ΗΠΑ δεν είναι χθεσινή. Το 2011, ο Μπάρακ Ομπάμα ανακοίνωσε ότι θα απομακρυνόταν από τη Μέση Ανατολή για να αφοσιωθεί σε αυτή την αποστολή. Δεν τα κατάφερε. Στη συνέχεια το προσπάθησε και ο Τραμπ, χωρίς επιτυχία. Σήμερα παίρνει τη σκυτάλη ο Μπάιντεν. «Οι πραγματικοί στρατηγικοί μας αντίπαλοι, η Κίνα και η Ρωσία, θα ήταν ενθουσιασμένοι να μας βλέπουν να ξοδεύουμε δισεκατομμύρια δολάρια προσπαθώντας να σταθεροποιήσουμε το Αφγανιστάν», είπε στις 16 Αυγούστου. Περνάει λοιπόν το πρόβλημα σ’εκείνους που τους αφορά περισσότερο, με πρώτη την Κίνα.
Δώρο ή παγίδα; «Με τις Ηνωμένες Πολιτείες εκτός, η Κίνα είναι πλέον ο βασικός παίκτης στο Αφγανιστάν», επισημαίνει ο πακιστανός αναλυτής Αχμεντ Ρασίντ. «Οι Ταλιμπάν, που έχουν ανάγκη από επενδύσεις, υπέγραψαν συμβόλαια μαζί της για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του Αφγανιστάν και της υποσχέθηκαν ότι θα απαγορεύσουν στους τρομοκράτες φίλους τους να εξαπολύσουν επίθεση εναντίον της».
Το Πεκίνο απαιτεί όμως επίσης να παρακολουθούνται στενά και οι Ουιγούροι που βρίσκονται στο αφγανικό έδαφος. Και οι Ταλιμπάν να «εκσυγχρονίσουν λίγο περισσότερο» το πρόγραμμά τους. Θα το κάνουν οι «νέοι Ταλιμπάν»;
(*) Η Ούρσουλα Γκοτιέ είναι γαλλίδα δημοσιογράφος, σινολόγος και πρώην ανταποκρίτρια του περιοδικού L’ Obs στην Κίνα
AΠΕ, L’ Obs