Καστοριά

Ο Στάθης Μασκαλίδης γράφει για “Τα εξαφανισμένα κορίτσια του Παρισιού” της Παμ Τζενόφ

Μόλις τελείωσα ένα ακόμα βιβλίο. Μου παρέδωσε την ψυχή της η συγγραφέας και εγώ, εγώ… την ρούφηξα μέχρι το μεδούλι. Ξέψυχο τώρα πια κρατάω το μυθιστόρημα στα χέρια μου και με προσοχή το τοποθετώ στη βιβλιοθήκη, που ασφυκτιεί και οδυνηρά υποδέχεται ένα ακόμα πολύτιμο για μένα αντικείμενο. Πότε άραγε θα το ξαναπιάσω στα χέρια μου για να του δώσω ζωή; Σβήνω τις σκέψεις και τις αναμνήσεις με ένα χαμόγελο που αμυδρά σχηματίζεται, είμαι σίγουρος, στα χείλη. Η απορία, όμως, είναι ακόμα ζωγραφισμένη στο πρόσωπό μου:
Πώς είναι δυνατόν να μας αρέσουν τα βιβλία που γράφουν για ιστορίες που διαδραματίζονται στον πόλεμο, που αναφέρονται σε εποχές σκοτεινές και αιματοβαμμένες; Τότε που ξερνάει η γης θανατικό και χύνεται λάβα το αίμα το άδικο; Τότε που ο νους παραλογίζεται και φτιασιδώνονται οι λέξεις για να γίνονται αρεστές και να δίνουν άλλοθι στα αδικήματα και τα ανθρώπινα εγκλήματα;
Δεν έχω απόκριση… μόνο με διάθεση ταξιδιάρικη, βάζω ξανά σε τάξη του λογισμού μου τα πλανέματα και επιστρέφω σε όσα είδα με τα μάτια της φαντασίας μου και διάβασα στο βιβλίο.
Μια γυναίκα πήρε να γίνεται πλαστουργός και περίτεχνα έφτιαξε μια ιστορία όπου πρωταγωνίστριες διάλεξε τρεις γυναίκες. Τρεις γυναίκες που κλείσανε ραντεβού με το πεπρωμένο… πόσο λυπηρό να χάνεις καμιά φορά το τρένο;
Σε σταθμό αμαξοστοιχίας είδε η Γκρέις Χίλι τη ζωή της να εκτροχιάζεται αφού στο ραντεβού το πολυπόθητο απρόσκλητος επισκέπτης ήρθε και έφερε δυσοίωνες ειδήσεις. Εκεί, στο ίδιο μέρος, καιρό μετά (όχι πολύ) μια τσάντα παρατημένη της κίνησε την περιέργεια και αφού έκανε τη μοιραία ενέργεια να την ανοίξει, είδε τις φωτογραφίες δώδεκα γυναικών και πίσω από αυτές ένα μυστήριο που αδύνατο της ήταν να μην επιχειρήσει να το επιλύσει. Ποιες ήταν αυτές οι γυναίκες άραγε; Ίσως να είναι ο συρμός της ζωής που σε τραβάει και στα αμαξώματα της περιέργειας σε παγιδεύει και σε κάνει να αναζητείς απαντήσεις που δύσκολο είναι να βρεις.
Τα κεφάλαια τρέχουν και μέσα σε αυτά η Έλανορ Τριγκ, η στρατολόγος, στου πολέμου τα τερτίπια, κατανοεί με τρόμο πως οι άνθρωποι γίνονται υποχείρια της μοίρας, πως παλαντζάρουν σε εύθραυστες ισορροπίες και παζαρεύουν ρόλους που πάνω εκεί, στο ζύγι, στην απόφαση της στιγμής, γεννιούνται πρόσωπα (όπως η Μαρί) που η ιστορία τα καταγράφει ως ήρωες, θύματα ή, καμιά φορά, και τα δύο μαζί.
Σε κατεχόμενες περιοχές, κροταλίζουν τα όπλα και στραγγίζουν ψυχές, μόνο που καμιά φορά το κροτάλισμα έρχεται από αλλού, από μηχανές κρυφές που στέλνουν μηνύματα και στίγματα δίνουν. Είναι όλα τους αγνά και για του αγώνα τον σκοπό ιερά; Χμ…
Ξέρεις πως οι άνθρωποι ερωτεύονται κάπου κάπου τι λάθος στιγμή, πως άλογα, ίσως, προχωρούν σε πράξεις παραλογισμού, αλλά και πάλι τι φταίνε και αυτοί οι δύσμοιροι; Μήπως όσα βάνει η καρδιά η ανυπόταχτη και επαναστάτρια τα ξέρει ο νους ο ισορροπιστής; Υπάρχει χώρος για αγάπη σε χαλεπούς καιρούς; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται στο βιβλίο. Ως ένα βαθμό τουλάχιστον.
Σε παιχνίδια κατασκοπείας ξέρεις πως το διακύβευμα είναι μεγάλο. Τι είδους άτομα είναι εκείνα που αποφασίζουν να πάρουν το ρίσκο; Έχουν ειδικές ικανότητες ή είναι από αυτούς που χαρακτηρίζουμε πρόσωπα της διπλανής πόρτας; Τα εξαφανισμένα κορίτσια του Παρισιού κρατούνε το κλειδί στο ερώτημα αυτό.
Υπάρχει και κάτι ακόμα: Ιστορικά και σε πολλές περιπτώσεις έχει αποδειχθεί πως τα κάστρα πέφτουν από μέσα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Υπάρχει ερμηνεία σε τέτοιες πράξεις προδοσίας; Μπορούμε να αξιολογήσουμε τους λόγους; Είναι σε περίοδο πολέμου μια ανθρώπινη ζωή το υπέρτατο αγαθό, ό,τι πιο πολύτιμο πρέπει να υπερασπισθείς ή μήπως όχι;
Η συγγραφέας υφαίνει την ιστορία με θαυμάσιο τρόπο, εμπνεόμενη από πραγματικά γεγονότα. Ξέρει πως να κρατήσει ζωηρό το ενδιαφέρον σου και μοιράζει σωστά την πλοκή στις τρεις πρωταγωνίστριες. Το τέλος είναι παραπάνω από καλό, έχει τις ανατροπές που όλοι οι αναγνώστες επιθυμούν, αποδίδει δικαιοσύνη σε έναν κόσμο άδικο (στο μέτρο του εφικτού εννοείται), αφήνει ζεστή την καρδιά και γλυκόπικρη την αίσθηση… όπως θαρρώ πως του πρέπει του συγκεκριμένου βιβλίου.
Ααα κάτι ακόμα: Νομίζω πως ξέρω (όλοι μας νομίζω πως ξέρουμε) γιατί μας αρέσουν αυτού του είδους τα βιβλία… ίσως γιατί πίσω από τα τρομακτικά γεγονότα εκείνης της εποχής, κρύβονται μικρές ανθρώπινες ιστορίες με πρωταγωνιστές άτομα που, άθελά τους, μέσα στις μεγάλες αδυναμίες τους, βρήκαν το ψυχικό σθένος και προχώρησαν σε πράξεις που φαντάζουν απίστευτες, που μπορούν να σε κάνουν να τους θαυμάσεις ή να κλάψεις για την ειμαρμένη που τους επιφυλάχθηκε.
Κλείνω με ένα αγαπημένο απόφθεγμα: Η πρώτη απώλεια όταν έρχεται ο πόλεμος είναι η αλήθεια.
Philip Snowden, 1864-1937, Βρετανός πολιτικός

Back to top button