Σε μια κοιλάδα του δυτικού Βιτσίου βρίσκεται ο Αγ. Αντώνιος, που συγκαταλέγεται μεταξύ των οικισμών των Κορεστείων. Η παλιά Ζέρβενη (έως το 1928) ήταν το μοναδικό μουσουλμανικό χωριό σε ολόκληρη την περιοχή, αποκομμένο από τα υπόλοιπα μουσουλμανικά της Επαρχίας Καστοριάς και περιστοιχιζόμενο από αποκλειστικά σλαβόφωνα. Δίπλα του το πετρόκτιστο κεφαλοχώρι Βαψώρι (σήμερα Ποιμενικό) και τα πλινθόκτιστα χωριά των Χαλάρων και του Μαυρόκαμπου, όπως εξάλλου ήταν και ο Αγ. Αντώνιος.
Σύμφωνα με τα αρχεία του ΥΠΕΞ 50 οικογένειες προσφύγων με 180 άτομα εγκαταστάθηκαν εδώ. Οι πρόσφυγες κάτοικοι του Αγ. Αντωνίου Καστοριάς προήλθαν από τα δυτικότερα μέρη του Πόντου, τα χωριά γύρω από την παραθαλάσσια μικρή κωμόπολη Γιάρνα (Türkeli σήμερα ή Gemiyani παλαιότερα), 90 χλμ. δυτικά της Σινώπης. Κοιτίδες των Αγιαντωνιτών ήταν τα χωριά Ταΐστα (Gaziler), Μόρζα (Düzler), Τοσός ή Σέμνια (Turhan) και Αγιαντών (Hamamli), που όλα ανήκαν στη Μητρόπολη Αμάσειας. Αντίρροπη κατεύθυνση προς τη Σινασό (Mustafapaşa) και το Τσεμίλκιοϊ (Cemilköy) της Καππαδοκίας πήραν οι μουσουλμάνοι της Ζέρβενης.
Ο δρόμος προς την αποκατάσταση και την κοινωνική ένταξη των Αγιαντωνιτών ήταν αρκετά δύσκολος, δυσκολότερος ίσως από κάθε χωριό της Επαρχίας: αφ΄ενός η μεγάλη απόσταση από τα υπόλοιπα προσφυγικά και η περιστοίχιση από σλαβόφωνα χωριά, η τουρκοφωνία των κατοίκων του και οι προστριβές τις πρώτες δεκαετίες για τις περιορισμένες γαίες της κοιλάδας των Κορεστείων, ενέτειναν την απομόνωση. Οι αναφορές για προστριβές, ιδίως με τους γείτονες Χαλαριώτες, είναι συνήθεις σε τοπική μεσοπολεμική εφημερίδα.
Τα σπίτια του χωριού είναι κατά κύριο λόγο πλίθινα με τσατμάδες. Στη θέση του τεμένους που κατεδαφίστηκε κτίστηκε ο ενοριακός ναός του Αγ. Αντωνίου (1928), που στέκει μέχρι σήμερα (βλ. φωτο). Το δημοτικό σχολείο ανεγέρθηκε το έτος 1925. Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο ο Αγ. Αντώνιος ακολούθησε την πορεία των υπολοίπων Κορεστείων προς την πληθυσμιακή συρρίκνωση και την εγκατάλειψη. Περί το 1975-80 μερικές οικογένειες εγκαταστάθηκαν στον Ν. Οικισμό Κορεστείων. Στις μέρες μας, οι 30 περίπου μόνιμοι ηλικιωμένοι κάτοικοι συντηρούν το χωριό και αναμένουν τις χειμερινές εορτές που τα καζάνια βράζουν τσίπουρο και η ατμόσφαιρα γεμίζει και πάλι με ποντιακούς σκοπούς.
Βιβλιογραφία
Ε. Πελαγίδης, Η αποκατάσταση των προσφύγων στη Δυτική Μακεδονία (1923-1930), Αφοί Κυριακίδη, Θεσ/νίκη 1994·
Α. Σινάνης, Κορέστεια: Τα χωριά της λήθης, Ανάβαση, Ελάτη Τρικάλων 2015.