Η Διεθνής Αμνηστία κατηγόρησε την Ισπανία και το Μαρόκο για συγκάλυψη επειδή απέτυχαν να ερευνήσουν επαρκώς τα γεγονότα που σημειώθηκαν πριν από έναν χρόνο στη Μελίγια, όταν χιλιάδες παράτυποι μετανάστες προσπάθησαν να εισέλθουν στον ισπανικό θύλακα με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους δεκάδες από αυτούς.
Στις 24 Ιουνίου 2022 περίπου 2.000 παράτυποι μετανάστες από την υποσαχάρια Αφρική, κυρίως από το Σουδάν, προσπάθησαν να εισέλθουν στη Μελίγια, έναν ισπανικό θύλακα στο Μαρόκο, πηδώντας πάνω από το ψηλό συρματόπλεγμα που τον χωρίζει από τη μαροκινή πόλη Ναντόρ.
Σύμφωνα με τις μαροκινές αρχές, 23 μετανάστες σκοτώθηκαν, ο μεγαλύτερος απολογισμός που έχει καταγραφεί ποτέ στη Μελίγια και τον άλλο ισπανικό θύλακα, τη Θέουτα, τα δύο μοναδικά σύνορα της ΕΕ στην αφρικανική ήπειρο.
Η Διεθνής Αμνηστία και ανεξάρτητοι ειδικοί που διορίστηκαν από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ κάνουν λόγο για τουλάχιστον 37 νεκρούς μετανάστες, ενώ άλλοι 76 αγνοούνται, σύμφωνα με οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Έναν χρόνο μετά τη σφαγή στη Μελίγια, οι ισπανικές και οι μαροκινές αρχές εξακολουθούν να αποποιούνται τις ευθύνες τους και εμποδίζουν τις προσπάθειες να αποκαλυφθεί η αλήθεια», κατήγγειλε η Ανιές Καλαμάρ γενική γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας.
Η μη κυβερνητική οργάνωση επεσήμανε ότι οι αρχές δεν έκαναν καμία προσπάθεια να επαναπατρίσουν τις σορούς των θυμάτων και δεν έχουν παρουσιάσει πλήρη κατάλογο με τα ονόματα των νεκρών και τα αίτια θανάτου τους, αλλά ούτε και το υλικό από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης που θα μπορούσε να προσφέρει στοιχεία στην έρευνα.
«Ποδοπάτημα»
Τόσο το Μαρόκο όσο και η Ισπανία έχουν αρνηθεί ότι έκαναν υπερβολική χρήση βίας και κατηγόρησαν τους μετανάστες ότι ήταν «βίαιοι» προς τους αστυνομικούς. Σύμφωνα με το Ραμπάτ, κάποιοι μετανάστες σκοτώθηκαν όταν έπεσαν από τον ψηλό, μεταλλικό φράκτη, ενώ άλλοι έπαθαν ασφυξία λόγω του «ποδοπατήματος».
«Δεν μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα» ότι μέλη των ισπανικών δυνάμεων ασφαλείας «αύξησαν τον κίνδυνο για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των μεταναστών», εκτίμησε στα τέλη Δεκεμβρίου η ισπανική εισαγγελία η οποία έκλεισε την υπόθεση χωρίς να απαγγείλει κατηγορίες .
Για τον Ισπανό υπουργό Εσωτερικών Φερνάντο Γκράντε- Μαρλάσκα, η απόφαση αποτέλεσε ανακούφιση. Όμως οι οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων την εξέλαβαν ως επιθυμία των δύο χωρών να αποκρύψουν την αλήθεια.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, οι δυνάμεις ασφαλείας έριξαν δακρυγόνα και χτύπησαν τους μετανάστες την ώρα που βρίσκονταν στο έδαφος. Τις καταγγελίες αυτές αναπαρήγαγαν το BBC και το Lighthouse Reports, που κατήγγειλαν τη βία των μαροκινών αρχών, μεταδίδοντας και τα σχετικά βίντεο.
«Να δικαιωθούν»
Η έρευνα που ξεκίνησε η εισαγγελία της Ναντόρ επίσης δεν κατέληξε σε κάποια καταδίκη.
Αντιθέτως 87 επιζώντες της τραγωδίας καταδικάστηκαν, κυρίως για «συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση παράνομης μετανάστευσης», σε ποινές έως και τέσσερα χρόνια φυλάκιση, σύμφωνα με τη Μαροκινή Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (AMDH).
Ο Όμαρ Νάζι, πρόεδρος της AMDH στη Νάντορ, ζητεί να ξεκινήσει ανεξάρτητη έρευνα διότι «πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα», κυρίως σε ό,τι αφορά τους αγνοούμενους.
Την ίδια άποψη έχει ο Χάσαν Αμάρι πρόεδρος της μαροκινής ένωσης Βοήθειας στους Μετανάστες που βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση (AMSV), σύμφωνα με τον οποίο κάποιοι θάνατοι «θα μπορούσαν να αποφευχθούν, αν είχαν φτάσει νωρίτερα ασθενοφόρα».
Πέντε ισπανικές ΜΚΟ κατέθεσαν προσφυγή την προηγούμενη εβδομάδα στη Μελίγια με την ελπίδα να ξεκινήσει δίκη, «η μοναδική επιλογή που μένει στους επιζώντες, τα θύματα και τις οικογένειές τους για να μάθουν την αλήθεια και να δικαιωθούν», δήλωσε η Έλενα Μαλένο της ΜΚΟ Caminando Fronteras.
Σύμφωνα με την AMDH και τις μαροκινές αρχές, μόνο ένας από τους νεκρούς μετανάστες έχει ταυτοποιηθεί και ταφεί από την οικογένειά του. Οι υπόλοιποι παραμένουν στο νεκροτομείο της Ναντόρ αναμένοντας τα αποτελέσματα της εξέτασης DNA προκειμένου να εξακριβωθεί η ταυτότητά τους.
AΠΕ