Πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εκμεταλλεύθηκαν την πανδημία του κορονοϊού για να εγείρουν «πρωτόγνωρα» εμπόδια στην ελευθερία της έκφρασης και να φιμώσουν τους επικριτές τους, κατήγγειλε η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Σε συνδυασμό με ένα κύμα παραπληροφόρησης, αυτά τα καταπιεστικά μέτρα σε πολλές περιπτώσεις δυσκόλεψαν την πρόσβαση των πολιτών σε ακριβείς πληροφορίες για τον κορονοϊό, αν και αυτές ήταν απαραίτητες για την αντιμετώπισή του ήδη από τις αρχές του 2020, επισήμανε η οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας οι κυβερνήσεις εξαπέλυσαν μια πρωτόγνωρη επίθεση στην ελευθερία της έκφρασης», δήλωσε ο Ραζάτ Κόσλα αξιωματούχος της Διεθνούς Αμνηστίας.
«Οι δίαυλοι επικοινωνίας έγιναν στόχος, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λογοκρίθηκαν και όργανα του Τύπου έκλεισαν», ενώ «δημοσιογράφοι και επαγγελματίες της υγείας φιμώθηκαν και φυλακίστηκαν».
Η Διεθνής Αμνηστία αναφέρεται συγκεκριμένα στην περίπτωση της Κίνας, όπου από τον Φεβρουάριο του 2020 έχουν ξεκινήσει περισσότερες από 5.000 δικαστικές έρευνες εναντίον ατόμων που κατηγορούνται ότι «κατασκεύασαν και σκοπίμως διέδωσαν ψευδείς και επιβλαβείς πληροφορίες» σχετικά με τη φύση και την έκταση της πανδημίας.
Στην Τανζανία η κυβέρνηση του πρώην προέδρου Τζον Μαγκουφούλι, που δεν έπαψε να υποβαθμίζει τη σοβαρότητα της covid-19 και αρνούνταν να λάβει μέτρα για την ανάσχεση της εξάπλωσης της πανδημίας, υιοθέτησε νόμους που απαγόρευαν και τιμωρούσαν τη διάδοση «ψευδών ειδήσεων» προκειμένου να περιορίσει τα μέσα ενημέρωσης.
Στη Νικαράγουα οι αρχές υιοθέτησαν νομοθεσία με στόχο την καταπολέμηση του κυβερνοεγκλήματος, η οποία τους επέτρεψε να «τιμωρούν όσους επικρίνουν τις πολιτικές της κυβέρνησης» και να «περιορίζουν την ελευθερία της έκφρασης».
Στη Ρωσία νόμος που τιμωρεί αυστηρά τη διάδοση ψευδών ειδήσεων που αφορούν τον κορονοϊό κινδυνεύει να παραμείνει σε ισχύ ακόμη και μετά το τέλος της πανδημίας, προειδοποίησε η Διεθνής Αμνηστία.
Εκτός από τις κυβερνήσεις, η μη κυβερνητική οργάνωση επέκρινε και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα οποία, σύμφωνα με την ίδια, δεν έκαναν αρκετά για να αντιμετωπίσουν την παραπληροφόρηση.
Όλα αυτά «δυσκολεύουν την κοινή γνώμη να ενημερωθεί πλήρως και να λαμβάνει αποφάσεις γνωρίζοντας τις επιπτώσεις τους στην υγεία της», υπογράμμισε η Διεθνής Αμνηστία.
Η ακριβής πληροφόρηση είναι «κρίσιμη», τόνισε η ΜΚΟ, και για «να αντιμετωπιστεί ο εμβολιαστικός δισταγμός».
ΑΠΕ