Καστοριά

“Στον κόσμο των αυτιστικών” (της Χρυσούλα Πατρώνου – Παπατέρπου)

2 Απριλίου Ημέρα Αυτισμού
Η Άλφα μου κρατά το χέρι και μου χαμογελά. «Γεια σου! Είσαι καλά, Χρυσούλα; Κι εγώ καλά είμαι!» και μου πετάει ένα φιλί στο μάγουλο. Το νιώθω ως το μεδούλι. Αληθινό φιλί. Καθώς προχωρούμε, όλο και γυρίζει το κεφάλι και μου χαμογελά. Με αγάπη.
Ο Βήτα με κοιτάζει από πάνω μέχρι κάτω και λέει: «Γεια σου Χρυσούλα. Χαίρομαι που ήρθες στην παρέα μας Σου αρέσει η μουσική; Εγώ τρελαίνομαι.» Θα τραγουδούμε μαζί, ε;» και μου σφίγγει το χέρι με τόση θέρμη. Το βλέμμα του όλο καλοσύνη.
Ο Γάμα με εξετάζει σιωπηλός. Έρχεται κοντά και με μυρίζει. Για να πιστοποιήσει τη γνωριμία μας. Απομακρύνεται αμέσως μετά. Απόσταση ασφαλείας. Δεν θα κρατήσει πολύ. Ο τρόπος που με κοιτάζει, ή μάλλον που με ερευνά χωρίς καν να με κοιτάζει, σημαίνει πως, ναι! Καλά θα τα πάμε εμείς οι δυο. Αρκεί να μην με αγγίζεις. Το άγγιγμα μου προκαλεί πόνο, δύσκολο να το καταλάβεις εσύ που είσαι από την άλλη μεριά, αλλά έτσι είναι. Το φιλί, πάντως, το παίρνω. Ένα απαλό άγγιγμα στο μάγουλο, ανεπαίσθητο, ωστόσο τόσο τρυφερό, τόσο «μην ζητάς και περισσότερα», που ανατριχιάζω ολόκληρη. Κάθε φορά.
Η Δέλτα δεν αντέχει την ακινησία. Μόνο το βάδισμα τη συγκινεί και γρήγορο. Τόσο που με λαχανιάζει. «Αχ, κορίτσι μου, λίγο πιο αργό βηματισμό, δεν μπορώ να σε φτάσω. Και δεν είμαι πια μικρούλα σαν κι εσένα!». Η Δέλτα σταματά για λίγο, επιβραδύνει, αλλά τα πόδια της έχουν φτερά. Την κρατώ σφιχτά από το χέρι, δεν διαμαρτύρεται, αναγκαστικά ακολουθεί τον δικό μου ρυθμό. Νιώθω ενοχές. Δεν θα περπατήσω άλλη φορά μαζί της, δεν θα την υποβάλλω στο μαρτύριο του αργού βαδίσματος…
Ο Έψιλον, κάθεται δίπλα μου και ρωτάει συνέχεια: «Χρυσούλα, τι κάνεις; Τι έφαγες σήμερα;». Θα παίξουμε όλοι μαζί; Θα μιλήσουμε για μπάλα;» ναι, αλλά ο Έψιλον είναι τεμπελάκος. Δεν θέλει να πηγαίνουμε περιπάτους. Όταν, λοιπόν, ξεκινούμε για τη μεγάλη βόλτα, πρέπει να βρω ένα πρόσχημα: τον παρακαλώ να με βοηθήσει να περάσω το οδόστρωμα, δεν έχω και μεγάλη αίσθηση της ταχύτητας των οχημάτων, λέω. Και να με κρατά από το χέρι για να νιώθω ασφάλεια. Σωστός ιππότης ο Έψιλον. Δεν μ’ αφήνει λεπτό μόνη. Έτσι, χωρίς να το καταλάβει, ακολουθεί την ομάδα. Και με προσέχει. Ο κηδεμόνας μου είναι. Την προστασία του αυτή την αισθάνομαι στο ακέραιο. Δεν προσποιείται. Είναι αληθινός! Κι αυτό με συγκινεί.
Η Ζήτα πάντα κουβαλά μαζί της ένα μάτσο ζωγραφιές. Δικές της. Κολάζ. Δεν χορταίνει να μας τις δείχνει και να καμαρώνει. Και να αλλάζει συνεχώς θέση. Δίπλα σε όλους μας θέλει να καθίσει. Όλοι να τη χαϊδέψουν. Επιτρέπει και να τη φιλήσουμε. Αφού, βέβαια, πρώτα, πάρουμε την άδειά της. «Τις λες; Να σου δώσω ένα φιλί;» Το σκέφτεται και, ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής, σου λέει ένα ναι ή ένα όχι. Το σεβόμαστε.
Κι εκείνες οι εξορμήσεις μας στην εξοχή! Να περπατούμε πιασμένοι χέρι-χέρι και να τραγουδούμε! Υπάρχουν, βέβαια, στιγμές που το τραγούδι γίνεται λυγμός. Γιατί; Έτσι, βγήκε από μέσα και φεύγει το ίδιο γρήγορα όπως και ήρθε… Η Άλφα τρελαίνεται για στολίδια. Και για καλλωπισμό. Πόσο της αρέσουν τα κολιέ και τα κόκκινα βαμμένα νύχια! Ζητάς να σου τα δείξει και αμέσως σταματάν τα δάκρυα. Ψυχούλες!!!
Είναι ο Έψιλον που, έχοντας επιθεωρήσει όλες τις κομψές καλεσμένες νεαρές φίλες της μαμάς του σε μια γιορτή στην ύπαιθρο και, αφού τις κολάκεψε λέγοντας στην κάθε μία «Ωραία είσαι», γύρισε προς το μέρος μου και ανήγγειλε με στόμφο: «Η πιο ωραία, όμως, απ’ όλες σας είναι η Χρυσούλα!». Καμαρώνω έκτοτε. Η αγάπη ξεχείλισε, με κατέκλυσε και θα με συγκινεί σε όλη μου τη ζωή. Η αγάπη αυτών των παιδιών, ειλικρινής, άδολη, δεν συγκρίνεται με καμιά άλλη.
Του Γάμα η απρόσμενη αγκαλιά, ένα απόβραδο σε παραλιακό εστιατόριο, με ζεσταίνει ακόμη. Απλώς περνούσα από κει επιστρέφοντας από τον περίπατό μου. Έτρωγε αυτός με μέλη της οικογένειάς του. Με αντιλήφθηκε από μακριά -γεμάτο κόσμο το πεζοδρόμιο-, τινάζεται επάνω, προτού προφτάσουν να αντιδράσουν οι δικοί του, απλώνει τα χέρια του στους ώμους μου και με σφίγγει με το ωραίο του πρόσωπο να αστράφτει από χαρά. Και δεν δέχεται να τον ακουμπήσεις κατά τα άλλα… Το σφίξιμο αυτό το αισθάνομαι ακόμη και ανεβαίνει ένας κόμπος στον λαιμό. Τι ξέρουμε για όλα τα αυτιστικά πλάσματα; Πώς μπορούμε να καταλάβουμε τον δικό τους συναισθηματικό κόσμο και με ποιον τρόπο τον εκφράζουν ;
Κι ο Ζήτα; Που τόσο εύγλωττα μιλά και γράφει; Και πάντοτε με περισσή ευγένεια σου απευθύνει τον λόγο; Θέλει να σου δείξει πόσο καλά τα πάει στη μουσική. Ολόκληρο αρμόνιο βάζει τη μητέρα του να κουβαλήσει σπίτι μου για να μου ψάλλει τα κάλαντα. Και λάμπει από χαρά. Κι εγώ μαζί.
Είναι κι ο άλλος, ο Ήτα. «Γειά σου», του λες, όταν τον συναντήσεις. «γεια σου. Είσαι η Χρυσούλα, από την ομάδα της Τρίτης», και συνεχίζει καμαρωτός τον δρόμο του. Θέλει, πάντως, να του τονίσεις ότι είναι ευγενής στους τρόπους, τζέντλεμαν στη συμπεριφορά. Ποιος από μας το κάνει; Στον ψευτόκοσμό μας, τον γεμάτο προσποιητή ευγένεια και καλές προθέσεις; Κι ας σκάβουμε από πίσω τον λάκκο του άλλου. Κι ας σπιλώνουμε ονόματα χωρίς λόγο ουσιαστικό…
O Θήτα πάλι, με ένα καθαρά φιλοσοφημένο ύφος, μπορεί να σου λύσει οποιοδήποτε πρόβλημα σχετικό με αριθμούς και ημερομηνίες. Ποτέ του δεν πέφτει έξω. Δείχνει δε, έναν έντονο προστατευτισμό για όλα τα άλλα αυτιστικά παιδιά της ομάδας. Να τα καθησυχάσει, όταν εκείνα δείχνουν μια αδικαιολόγητη δυσφορία με κάποιον ή με κάτι, να τα ενθαρρύνει σε ό, τι πουν ή κάνουν. Το «μπράβο» είναι το δικό του μότο.
Ο Γιώτα τρελαίνεται για υδάτινες επιφάνειες. Μάλλον θα ήθελε να ήταν πλάσμα του νερού. Δεν χορταίνει να το βλέπει, να παίζει μαζί του, να μπαίνει μέσα και να απολαμβάνει την κάθε στιγμή που βρίσκεται πλάι του, μέσα σ’ αυτό. Και τον ακούς να του τραγουδάει, να συνομιλεί μαζί του, σε μία γλώσσα ακατάληπτη για μας, τόσο σημαντική και όμορφη για τον ίδιο… Άραγε πώς να του απαντάει το νερό;
Όλο το αλφαβητάρι δεν θα έφτανε για να απαριθμήσω εμπειρίες, καταστάσεις που έτυχε να ζήσω από κοντά.
Το μάθημά μου: Πολλή στοργή, μεγάλη κατανόηση, καθόλου περιφρόνηση και κοροϊδία για όλα αυτά τα πλάσματα που ο εγκέφαλός τους δεν κατανοεί τον τρόπο που λειτουργεί ο δικός μας, των τυπικών δήθεν. Το ερώτημα: τι κατανοεί ο δικός μας από τον δικό τους ψυχικό κόσμο; Πόσα καταλαβαίνουμε; Και πόσα ακόμη μένουν άλυτα μυστήρια για την επιστήμη;
Ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να μην τα πληγώνουμε…
Από το Facebook της Χρυσούλας Πατρώνου-Παπατέρπου

 

 

 

 

Back to top button