Καστοριά

Στο συλλαλητήριο (του Στάθη Μασκαλίδη)

Έχουν περάσει μόλις λίγα εικοσιτετράωρα από το περασμένο Σάββατο που με βρήκε στη Θεσσαλονίκη (μαζί με άλλους συναδέρφους μου αλλά και συντοπίτες μου), να συμμετέχω στο συλλαλητήριο που διοργάνωσαν τα συνδικάτα. Εκείνη τη μέρα είδα δεκάδες πανό να ανεμίζουν, και πολλές καρδιές με πάθος να φτερουγίζουν, βρίσκονταν ολόγυρά μου άνθρωποι που μπορούσαν ακόμα να φωνάζουν, να απαιτούν, να μην το βάζουν κάτω. Πόσο πολύ τους θαύμασα! Ήταν τόσο πολλά τα αιτήματά τους, κάποια από αυτά κοινά για όλους μας… εγώ πάλι ήμουν εκεί ζητώντας πιότερο από όλα ένα πράγμα… να μη λησμονήσουμε την ανθρωπιά μας.
Πόσο φοβάμαι που αγρίεψε τόσο πολύ η κοινωνία μας, που πολλοί από εμάς έχουν παρασυρθεί σε δρόμους δίχως επιστροφή. Ένας ο κόσμος μας και μέσα του χωράμε όλοι, γιατί, γιατί δεν δίνουμε χώρο να ζήσουν και άλλοι πλάι μας και μέσα από τις διαφορές μας να τον κάνουμε πιο όμορφο;
Χάθηκα ανάμεσά στους διαδηλωτές και σκεφτόμουν πως όσο υπάρχει έστω και ένας να κατεβαίνει στον δρόμο και να διεκδικεί δικαιοσύνη, καλύτερες συνθήκες εργασίας, βελτιωμένους μισθούς, λιγότερη αδικία, περισσότερες ευκαιρίες, υπάρχει ελπίδα. Ναι υπάρχει ελπίδα, όχι γιατί πεθαίνει τελευταία, αλλά γιατί υπάρχουν νοήμονες άνθρωποι που ακόμα καταφέρνουν να αντιστέκονται στην παράνοια των πολιτικών που με τα νομοθετήματά τους εξαθλιώνουν τον λαό, που τον εξαχρειώνουν και τον οδηγούν τελικά, πολλές φορές, σε έναν βίο δίχως ηθικές αξίες.
Δυστυχώς στο καθιερωμένο μας ραντεβού, αυτή τη φορά έχω την αίσθηση πως είμαστε πιο λίγοι, μήπως μειώθηκαν τα προβλήματα και η χώρα έχει μπει (μαζί με αυτήν και όλοι εμείς) σε τροχιά ανάπτυξης, οπότε είναι λογικό οι άνθρωποι να απέχουν από ΄΄συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας΄΄;
Όχι βέβαια… σκέφτηκα πως η απελπισία που μας έχει περιζώσει κυριαρχεί μέσα μας και μας αποθαρρύνει. Πόσες φορές αλήθεια δεν άκουσα το γνωστό: Και τι έγινε, σιγά μην αλλάξει τίποτα. Κι όμως, όλα μπορούν να αλλάξουν αν ενωθούμε, αν μαζικά κινητοποιηθούμε, αν… αν… τόσο πολλά αν, τόσο λίγος ο χρόνος που μας απομένει. Έχω στο μυαλό μου μονάχα ένα. Είμαστε αυτοί που με τη στάση ζωής μας, με τις πράξεις μας, με τους αγώνες μας μπορούμε να διασφαλίσουμε ως παρακαταθήκη για το μέλλον των παιδιών μας αλλά και των επόμενων γενιών, καλύτερες συνθήκες, σίγουρα πιο ευοίωνες.
Είναι τεράστιο το βάρος, ναι, και μοιάζουμε τόσο αδύναμοι, το ξέρω από τον εαυτό μου… όμως… όμως αν είμαστε όλοι μαζί ή, έστω, τόσο πολλοί ώστε να μπορούμε να το μοιραστούμε, να το σηκώσουμε; Να εξαναγκάσουμε αυτούς που πρέπει να μας ακούσουν; Τότε ναι ίσως καταφέρουμε να αφήσουμε στους επόμενους συνθήκες κατάλληλες για να καλυτερέψει η ζωή τους αλλά και οι ζωές των δικών τους διαδόχων.
Υπάρχει ένα φιλοσοφικό κίνημα που αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1820. Λέγεται Υπερβατισμός και σε αυτόν μου αρέσουν πολύ κάποια από τα βασικά του χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα: Πιστεύει στην έμφυτη καλοσύνη των ανθρώπων, που είναι γνώρισμα της φύσης του, αλλά και πως η κοινωνία με τους θεσμούς της διαφθείρουν την αγνότητα των ανθρώπων. Ως εκ τούτου, οι υπερβατιστές θεωρούν πως οι άνθρωποι είναι καλύτεροι όταν είναι αυτάρκεις και ανεξάρτητοι.
Αλήθεια, ποιος επωφελείται όταν οι άνθρωποι αδυνατούν να αποκτήσουν αυτάρκεια και ανεξαρτησία;
Ακουμπώντας το κεφάλι στο παράθυρο, κατά την επιστροφή, κοιτώντας αφηρημένα έξω, στη σκοτεινιά που κατακλύζει συχνά και τις ψυχές, πρόσκαιρα ένιωσα απογοήτευση. Πώς είναι δυνατό, αναρωτήθηκα, κάποιοι που μπορεί και να αυτοαποκαλούνται άνθρωποι, να πετάξουν στη θάλασσα έναν άνθρωπο; Έτσι, επειδή μπορούσαν; Επειδή θέλανε να δείξουν αυταπάρνηση, υπερβάλλοντα ζήλο στα επιχειρηματικά συμφέροντα που εξυπηρετούσαν; Δεν νομίζω. Έχασαν απλώς την ψυχή τους.
Φτάνοντας κοντά στην Καστοριά, έκανα μια ανασκόπηση της μέρας (το συνηθίζω) και συλλογίστηκα πως ένας από τους λόγους που οι συνδικαλιστές δεν μπορούν να τραβήξουν τον κόσμο κοντά τους είναι αυτός ακριβώς. Μιλάνε με γλώσσα ξύλινη, χωρίς ψυχή, χωρίς συναίσθημα. Δεν πείθουν… ίσως γιατί ούτε οι ίδιοι πιστεύουν αυτά που λένε. Καταλαμβάνουνε θέσεις που πασχίζουν να κρατήσουν και λησμονάνε τον ιερό σκοπό που θα έπρεπε να υπηρετούν. Να προασπίζονται τα δικαιώματα όλων όσων τους εμπιστεύονται και τους όρισαν εκπροσώπους τους.
Μπαίνοντας μέσα στο σπίτι, λίγο πριν κλείσω τα μάτια, απέβαλλα την απογοήτευση που από ώρα με διαφέντευε. Συλλογίστηκα πως δεν υπάρχουν περιθώρια να μεμψιμοιρούμε, δεν βγάζουν πουθενά.
Για κάθε μιαρό πλάσμα που αποτολμάει να κάνει πλιάτσικο στα ρημαγμένα σπίτια των πληγέντων στη Θεσσαλία, υπάρχει ένας παππούλης που θα ρίξει τη βάρκα του μέσα στα νερά για να σώσει ζωές, και για κάθε άθλιο που αισχροκερδεί, ζητώντας τρομακτικά ποσά για να νοικιάσει ένα διαμέρισμά του, υπάρχουν χιλιάδες άλλοι που δίνουν από το υστέρημά τους για να απαλύνουν λιγάκι τον πόνο αυτών των άτυχων συνανθρώπων μας (ποτέ μην ξεχνάμε, μεταξύ άλλων, πως σήμερα είναι αυτοί και αύριο εμείς).
Κι όσο οι κυβερνώντες επιτρέπουν (μέσω των αστείων συχνά επιλογών τους να τοποθετούν παντελώς ακατάλληλους, αλλά φίλα προσκείμενους και ιδιαίτερα φιλόδοξους ανθρώπους σε καίριες θέσεις του κρατικού μηχανισμού όπως η ασφάλεια των πολιτών) σε μερικές δεκάδες δολοφόνους να διασχίζουν τη χώρα όλη για να φτάσουν στην Αθήνα να σκοτώσουν έναν άνθρωπο ή να τοποθετούν υπηρεσιακούς παράγοντες, παντελώς ανίκανους σε θέσεις ευθύνης, που ούτε έναν μοχλό δεν μπορούν να γυρίσουν (κάνοντας τις ζωές μας να μοιάζουν τόσο επισφαλείς) με συνέπεια να χάνονται δεκάδες αθώες ζωές, που στέκονται ανίκανοι να δημιουργήσουν αντιπυρικές ζώνες και να προσλάβουν δασοφύλακες (που τους κατήργησαν για εξοικονόμηση χρημάτων) για να μην κατακαίει μια φωτιά 16 ολάκερες μέρες ή να χάνεται πακτωλός χρημάτων σε αντιπλημμυρικά έργα που λόγω αστοχίας (αυτό είναι μάλιστα το καλό σενάριο) δεν προσφέρουν καμία ασφάλεια στους πολίτες και τελικά φέρνουν ολική καταστροφή, εμείς πρέπει να πρωτοστατούμε σε αγώνες που απαιτούν δικαιοσύνη, νομιμότητα, ισοπολιτεία.
Ο Υπερβατισμός έσβησε τριάντα χρόνια μετά την άνθισή του (το 1860 περίπου), ίσως γιατί βασικά του συστατικά στηρίζονταν στο καλλιτεχνικό ρεύμα της εποχής, τον ρομαντισμό (που δεν είναι τελικά και τόσο θελκτικός), όμως οι άνθρωποι συνεχίζουν να υπάρχουν, να ζουν και τώρα, στις μέρες μας, είναι όλο και πιο αναγκαίο να μην ξεχνάμε λέξεις όπως η ενσυναίσθηση, ο αλτρουισμός, η αλληλεγγύη.
Και ξέρεις κάτι; Όσο υπάρχουν άνθρωποι που έχουν καρδιά, που έχουν ψυχή και ανησυχίες, και υπάρχουν πάρα πολλοί τέτοιοι, δεν θα πρέπει να φοβόμαστε.
Υ.Γ. Οι αλλαγές πάντοτε έρχονται από αυτούς που διαφοροποιούνται, όχι από αυτούς που συμβιβάζονται.
Υ.Γ.2 Έντεκα χρόνια σερί φεύγει από την Καστοριά λεωφορείο για το συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη (πολλές φορές από τη μικρή μας πόλη έφευγαν και δύο). Σε αυτά, πριν λίγα χρόνια κάθισα και μέτρησα τους συναδέρφους μου που κατά καιρούς επιβιβάστηκαν. Ήταν 217 (πολλοί από αυτούς ξανά και ξανά, πάντα εκεί, πάντα πρώτοι στους αγώνες). Τώρα είναι ασφαλώς περισσότεροι. Νιώθω πολύ περήφανος που είναι συνάδερφοί μου και πολύ τυχερός που κατέβηκα στον δρόμο μαζί τους.

Back to top button